ΠΑΡΑΞΕΝΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ
Ο φίλος μου αυτός, όποτε συναντιόμαστε, λέει για κάποια γεγονότα από το παρελθόν του, πως είναι δαίμονες που τον κυνηγούν. Μιλάει για τα λάθη που μπορεί να απέφευγε, αν είχε διαχειριστεί συνετότερα την πατρική του περιουσία.
Κάποτε με ένταση μου είπε ότι θέλει να φύγει από τη ζωή και να πέσει από την ταράτσα. Είπε πως έχει πια καταστραφεί κι ότι είναι αναγκασμένος να ζει στη φτώχια.
Κάθε φορά που συζητούμε τον ακούω υπομονετικά. Όμως, μέσα μου αναρωτιέμαι πως γίνεται, μετά από όσα συμβαίνουν τα τελευταία χρόνια σε όλο τον πλανήτη, να εξακολουθούν ακόμη κάποια προσωπικά του λάθη να του φέρνουν απελπισία.
Και μου φαίνεται παράξενη η συμπεριφορά του αυτή, γιατί έχουν συμβεί πολλά και εν τω μεταξύ έχει αλλάξει πολύ ο κόσμος. Το αποκορύφωμα σε όλα αυτά είναι τα συμβάντα με την τρέχουσα πανδημία, που φέρανε ανατροπές στη συνηθισμένη καθημερινότητα της ζωής μας.
Αλλά παρόλα αυτά, επειδή διαισθάνομαι ότι πίσω από τα λεγόμενα του, ίσως κάτι βαθύτερο να κρύβεται, που μπορεί να τον τυραννά, του δίνω κάποιες συμβουλές, δηλαδή πως τα λάθη μας μπορεί να μας βοηθάνε, ότι διδασκόμαστε από αυτά κι ότι στο τέλος γινόμαστε πιο σοφοί. Αυτός, τότε δείχνει να με προσέχει, μ’ ευχαριστεί για τις συμβουλές και τις εμψυχώσεις, αλλά αποχωρεί σκεφτικός, με ύφος βαρύ και προβληματισμένο.
Κάποιες φορές, όταν ανακαλώ στη μνήμη μου τις συζητήσεις μας αυτές, μου φαίνεται ανεξήγητο το γεγονός ότι ο φίλος μου μένει πάντα αδιατάρακτα σταθερός κι επαναλαμβάνει στερεότυπα τα ίδια και τα ίδια λόγια.
Προπαντός, με εντυπωσιάζει ότι στη συμπεριφορά δείχνει σαν να μην έχει επηρεαστεί καθόλου από τις δύσκολες περιστάσεις αυτής της περιόδου. Κι ακόμη για την πανδημία καθόλου δεν συζητά, μόνο ακούει σιωπηλός και κάποτε, βγάζοντας αναστεναγμό, σαν να μην είναι η δική του φωνή, λέει: «δυστυχώς, έχουμε μπλέξει!».
Ακόμη, παρατηρώ ότι συνεχώς τον βλέπω να κλείνεται στον εαυτό του και να αποξενώνεται από γνωστούς και φίλους κι αναρωτιέμαι μήπως δεν είναι μόνο η δυσκολία από τους αυστηρούς περιορισμούς, αλλά κάτι άλλο που τον κάνει να έχει αυτή τη συμπεριφορά και να γίνεται απόμακρος και απελπισμένος.
Σκέφτομαι μήπως αυτός ανήκει στον ευπαθή πληθυσμό και το επόμενο διάστημα, που λένε ότι εξαπλώνεται τάχιστα ο ιός, μπορεί να κινδυνεύσει. Ύστερα φοβάμαι, επειδή ζει μόνος του στο σπίτι, μήπως του συμβεί κάποιο κακό, χωρίς κανείς να μάθει τίποτα σχετικό.
Από τον Σεπτέμβρη και μετά, πολύ δύσκολα βγαίνει από το σπίτι του και μόνο για να κάνει τα απαραίτητα ψώνια. Τη φύση και το κοντινό σε μας βουνό έχει παύσει να τα βλέπει. Το φαγητό του το παραγγέλνει έτοιμο παραμελώντας έτσι εντελώς τη διατροφή του.
Ώσπου ήρθε το οριστικό και κλείστηκε με την τελευταία καραντίνα ολότελα στο σπίτι κι εγώ άρχισα να σκέφτομαι πιο σοβαρά την περίπτωσή του, γιατί παρατήρησα κι άλλα περίεργα στη συμπεριφορά του και άρχισα να ανησυχώ μήπως η απελπισία του τον ωθήσει να κάνει κανένα απονενοημένο διάβημα.
Τελευταία, μιλάμε μόνο τηλεφωνικά και προχθές, κοντά στα άλλα που με δυσκολία μου απαντάει, αναρωτήθηκε τι μέρα είναι κι αν είναι οκτώ το πρωί ή το βράδυ.
Βέβαια, τις ερωτήσεις του αυτές κάπως τις δικαιολογώ αυτές τις μαύρες μέρες που περνάμε, γιατί κι εγώ βυθισμένος πιο πολύ στο δικό μου κόσμο είμαι.
Ύστερα όμως, επιμένοντας σε νέα ερώτηση μου για το αν έχει κάποιο πρόβλημα, αυτός με καθησυχάζει λέγοντάς μου ότι τα βράδια ξενυχτάει, επειδή βλέπει κινηματογραφικές ταινίες τις μεταμεσονύχτιες ώρες.
Μα κι όταν στη συνέχεια τον ρωτώ ποιες ταινίες έχει δει, μου απαντά ότι δεν θυμάται και όταν και πάλι επιμένοντας τον ξαναρωτώ να μου πει για την υπόθεση των ταινιών, τα μπερδεύει με άλλες που έχει δει σε άλλο χρόνο. Και μοιάζει κάπως με όνειρο αυτό που προσπαθεί να αφηγηθεί.
Τότε, είναι που σκέφτομαι μήπως η κατάστασή του έχει πια εκτραχυνθεί, το παλιό του πρόβλημα έχει πια μεγαλώσει και τον κάνει να χάνει το μυαλό του. Μήπως το άγχος και τα απελπισμένα λόγια παλιότερα τον κρατούσαν σε κάποια ισορροπία και τώρα πια ελάχιστα αυτός στο γήινο έδαφος πατάει.
Κι ακόμη, μήπως όλα αυτά, που έχει επιπλέον φέρει ο εγκλεισμός στο σπίτι, είναι το νέο άλλοθι και μια προσπάθεια να κρατήσει το βαθύτερο πρόβλημά του ναρκωμένο.
Αδυνατώντας μια λογική εξήγηση να δώσω, δεν ξέρω αν θα πρέπει μαζί με αυτά να αισθάνομαι και για το δικό μου εαυτό κάποια στενοχώρια. Μάλιστα, σκεπτόμενος ότι μπορεί σε εκείνα τα θέματα που η συνείδησή μου αρνείται καλώς ή κακώς να δεχτεί, ίσως να έχω κι εγώ κάποτε στο μέλλον το δικό μου ανεξήγητο και περίεργο τρόπο.