Στο κείμενο που ακολουθεί, μια παλιά μου γνώριμη αφηγείται ένα κομμάτι της ιστορίας της χρησιμοποιώντας ιδιωματισμούς με βάση το χρώμα. Τι να πούμε, έχει και αυτή, τις ίδιες εμμονές με μένα. Σε σουρεαλιστικές αποχρώσεις.
Η Αλίκη, έχοντας, με τα πολλά, καταφέρει να μπει στον Μυστικό Κήπο, βλέπει τους περιβολάρηδες να έχουν πέσει με τα μούτρα και να βάφουν με κόκκινη μπογιά τα πάλλευκα τριαντάφυλλα, που έπρεπε, κατά διαταγή της Κόκκινης Βασίλισσας, να είναι άλικα. Πάνω στην ώρα, χλαπαταγή ακούγεται και κάμποσοι τιτλούχοι, στολισμένοι με χρυσοκέντητες καρδιές, προελαύνουν. Στην ουρά της επιβλητικής πομπής η Κόκκινη Βασίλισσα.
Painting the roses
Οι περιβολάρηδες πέφτουν αστραπιαία καταγής και τρώνε μαύρο χώμα.
«Ποια είσαι συ;» ξεφωνίζει η Κόκκινη, που τώρα είναι μελιτζανί από θυμό.
Η Αλίκη αυτοσυστήνεται. Γιατί χλωμό το βλέπει να τη συστήσουν τα τραπουλόχαρτα.
«Και τούτοι δω ποιοι είναι;» Τώρα η Κόκκινη, μαύρη απ’ το κακό της, δείχνει τους περιβολάρηδες.
«Που να ξέρω, μεγαλειοτάτη; Αφού βλέπω μόνο τη ράχη τους», αποκρίνεται με διάφανη ειλικρίνεια η Αλίκη.
«Ω, τι θράσος. Πάρτε της το κεφάλι της ξανθόψειρας! Έτσι ίσως πάρει και λίγο χρώμα το θρασύτατο, άχρωμο πλάσμα».
Η Κόκκινη έχει πρασινίσει από τη ζήλεια αντικρίζοντας τη διάφανη επιδερμίδα της Αλίκης. Βέβαια είναι κι άλλα, βαθύτερα, που την ενοχλούν˙ θα επιθυμούσε, λόγου χάριν, να κοιμάται με έναν ψηλό, μελαχρινό, αντί για τούτο τον κοκκινοτρίχη ευπατρίδη μπουνταλά που έχει πλάι της. Η δόλια η Αλίκη, που μπορεί να είναι μικρή, αλλά τα φαιά της κύτταρα κόβουν και ράβουν, άσε που είναι, επιπλέον, και της ψυχαναλυτικής σχολής, ανθίζεται τη μαύρη τρύπα στην προσωπική ζωή της πορφυρογέννητης.
«Μπήκαμε σε γκρίζα ζώνη, αναλογίζεται. Το καλό που μου θέλω να στρέψω αλλού την κουβέντα».
«Παίζετε κροκέ;» ρωτάει με μια ξαφνική και περίλαμπρη έμπνευση, αντιλαμβανόμενη τον κόκκινο συναγερμό, την υπερεπείγουσα ανάγκη σωματικής δραστηριότητας της μεγαλειοτάτης. Αμέσως, η χαρούμενη κομπανία ξανοίγεται σε ένα σμαραγδί λιβάδι, όπου μαύρα πρόβατα βοσκούν συντροφιά με μερικά πράσινα άλογα και έναν ροζ ελέφαντα.
sir John Tenniel
Οι συμπαίκτριες κάνουν κεφαλοκλείδωμα σε δύο ροζ φλαμίνγκο και ο αγώνας ξεκινά.
Όμως, όπως τόσο καλά ξέρουμε, οι καλύτερες συζητήσεις γίνονται απρογραμμάτιστα. Και επειδή η Αλίκη είναι αποφασισμένη, με το λαμπρό πνεύμα της, να ανατρέψει την αποκεφαλιστική ως προς το άτομό της, απόφαση της βασίλισσας, ξεκινά επισημαίνοντας στοχαστικά τα ακόλουθα:
«Κόκκινη Υψηλοτάτη, θα μου επιτρέψετε να υπογραμμίσω ότι υπάρχουν και λευκοί ελέφαντες, οι οποίοι, αξίζει να αναφέρω, είναι πολύτιμοι και σπάνιοι. Όσο για τα μαύρα πρόβατα, αυτά απλώς ανήκουν στη σφαίρα ενός λευκού ψέματος που βγήκε από τα χείλη του Τρελού Κάπελα, καθώς έπινε το τσάι του συντροφιά με τον Μαρτιάτικο λαγό. Να προσθέσω εδώ ότι δεν πρέπει να ξεχνάμε τον σεβασμό που του οφείλουμε για το αίνιγμα που έθεσε: «Γιατί το κοράκι μοιάζει με σεκρετέρ;» Βέβαια, ο ίδιος παραδέχτηκε, κοκκινίζοντας από ντροπή, ότι δεν ξέρει την απάντηση. Πρόκειται, όμως, για ένα καίριο ερώτημα στο οποίο, αν μου επιτρέπετε, έχω την απάντηση: Είναι επειδή ο Έντγκαρ Άλαν Πόε έγραψε και τα δύο, τα μαύρα… κι αυτό, γιατί είναι η μαύρη μοίρα του…»
Sir John Tenniel
«Πρόκειται για εγκληματία, μαύρο φίδι που τον έφαγε, κόκκινη κάρτα έχω βγάλει από καιρό για του λόγου του, μαύρα τα μαντάτα και ουδεμία σερενάτα για τον φίλο σου τον Τρελό Κάπελα!» ούρλιαξε με μια πνοή, με μια κραυγή η Κόκκινη, κατατάσσοντάς τελειωτικά την Αλίκη μας στα μαύρα τα κατάστιχα. «Αλλά τι περιμένεις από κάτι ξανθιές σαν και σένα που παριστάνουν τις αθώες, πάλλευκες περιστερές και, αν δεν διαβάσουν όσα αναπαράγει ο κατάπτυστος κίτρινος τύπος, το κεφάλι τους κουδουνίζει από την αδειοσύνη! Πού είναι, στην καλύτερη, λευκό χαρτί! Πάρτε της το κεφάλι, ντε!!!»
«Ωχ θάλασσα τα’ κανα! Άναψα το πράσινο φως για την κακουργηματική προσωπικότητα της Κόκκινης, καιρός να του δίνω», είπε μέσα της η Αλίκη κίτρινη από τον τρόμο. «Αχ, κάπου εδώ πρέπει να’ ναι το ροζ συννεφάκι μου». Όμως τώρα, κοιτώντας ψηλά, η Αλίκη διέκρινε, μες στις φυλλωσιές, κάτι ακόμα καλύτερο: το χαμόγελο της γάτας Τσέσαϊρ. Αυτό αρκούσε για να την βγάλει από τις μαύρες σκέψεις και να την κάνει να ρίξει μαύρη πέτρα πίσω της.
«Προς τα πού να πάω, Γάτα μου, Σοφή μου Γάτα;» ρώτησε με ιδιαίτερη αίσθηση του επείγοντος η Αλίκη, που στο μεταξύ, εκεί πάνω στα οροπέδια όπου έστεκε τόσες ώρες με την Κόκκινη, είχε μελανιάσει από το κρύο.
Arthur Rackham
«Από δω είναι του Μαρτιάτικου Λαγού, από κει του Τρελού Κάπελα», απάντησε η γάτα που, στο μεταξύ, είχε εμφανίσει το κεφάλι της γύρω από το φωτεινό της χαμόγελο. «Αριστεροδέξια η τρέλα χτυπάει κόκκινο. Λευκή ευχή σου δίνω να πάρεις τη σωστή διαδρομή, γιατί είναι κάτι τύποι εδώ τριγύρω που σου τάζουν την κότα με το χρυσό αυγό. Αλλά τη μαύρη κατάρα μου να’ χουν, γιατί υπερχρεώνουν για ροζ τηλέφωνα…»
Και με τα λόγια αυτά η γάτα Τσέσαϊρ εξαχνώθηκε, όπως τόσο χαρακτηριστικά συμβαίνει με όλα τα αγαπημένα μας αιλουροειδή.
Η Αλίκη, με τη δύναμη της γάτας και, παίρνοντας Carte blanche από το παρελθόν, γύρισε ανάποδα και προχώρησε σε χρωματιστούς λειμώνες για να συναντήσει λίγο παρακάτω τη γαλαζοαίματη κάμπια που κάπνιζε το ναργιλέ της πάνω σε ένα μανιτάρι ντυμένο με τα τοπικά χρώματα.
Margaret Tarrant. Alice in Wonderland 1921
«Μπα χρυσούλι μου», είπε χαλαρά η κάμπια, «κόντεψαν ν’ ασπρίσουν τα μαλλάκια σου, πού πήγες κι έμπλεξες; Μπορώ να σου προσφέρω λίγο από το μανιτάρι μου; Η μια πλευρά του σε ψηλώνει – οπότε βλέπεις πάνω από τις φυλλωσιές του μαύρου δάσους – χρυσή ευκαιρία, αλλά επιβαρυμένης ευθύνης, κι η άλλη σε μικραίνει, οπότε, με το πηγούνι τόσο κοντά στα πόδια, δεν διευκολύνεσαι ν’ ανοίξεις το στόμα σου, άρα, στη φάση αυτή, αφού δεν μπορείς να φας, δεν κινδυνεύεις με αυξομειώσεις. Αλλά – μαύρο σκοτάδι σ’ έφαγε».
»Κουραστικές και ρισκάτες επιλογές οι αυξομειώσεις αυτές, είναι η μαύρη αλήθεια. Μην ανησυχείς όμως, τελικά έχω κάτι σαφώς καλύτερο για σένα». Και η κάμπια έχωσε ένα από τα πολλά της χειροπόδαρα στην πράσινη, χνουδωτή τσέπη της και έβγαλε ένα ζευγάρι ροζ γυαλιά. «Τα πήρα στη μαύρη αγορά, ειδικά για σένα. Να τα φοράς συνέχεια, είναι πολύ χρήσιμα, ποτέ ξανά μαύρο δάκρυ για το χρυσομαλαματένιο μου. Θα σου χρειαστούν όπου κι αν βρεθείς, μες στα μαύρα μεσάνυχτα του κόσμου».
Pat Andrea. Alice in court
Η Αλίκη, που είχε μαυρίσει το μάτι της με όσα είχε περάσει, τα φόρεσε ανακουφισμένη. «Μαύρο το χιούμορ της κάμπιας, αλλά τελικά να που τα πράγματα δεν είναι τόσο σκούρα, άσε που δεν είναι καν ασπρόμαυρα, υπάρχουν κι οι ενδιάμεσες αποχρώσεις. Μπορεί ο δρόμος μου να μην είναι στρωμένος με κόκκινο χαλί, εγώ όμως αρνούμαι να φορέσω μαύρα κρέπια.
»Λοιπόν, θα προχωρήσω ώσπου να φθάσω στης δούκισσας που η μαγείρισσά της χρησιμοποιεί κόκκινο πιπέρι καγιέν για το κρυολόγημα. Αυτό σίγουρα θα με συνεφέρει. Ειδικά αν μου δώσουν συνοδευτικό κι ένα ποτηράκι ρακόμελο, και κάνουμε κι οι τρεις άσπρο πάτο. Όσο για κείνο το μαυροτσούκαλο, το μωρό της δούκισσας, που το γουρουνίσιο του μυαλό το κατατάσσει μελλοντικά με άτομα που απλώς ξεχωρίζουν το χρώμα του χρήματος, ε αυτό απλώς θα το αγνοήσω!»
sir John Tenniel. the duchess the pig and the pepper
Αίφνης, τα μελανά χρώματα μιας μαύρης ημέρας, με πενήντα αποχρώσεις του γκρι, κατά τη διάρκεια της οποίας η Αλίκη είχε γίνει κάτασπρη σαν το πανί, είχε πανιάσει σαν φάντασμα, είχε κιτρινίσει σαν το κερί, κι όλα αυτά λόγω του ανωφελούς συγχρωτισμού της με την Κόκκινη, τα χρώματα της μέρας που λέγαμε λοιπόν, έγιναν ροζ – όπως και στο τραγούδι. Κακός χαρακτήρας αυτή η ξεπεσμένη εστεμμένη, υπάρχει όμως κάτι που δεν μπορώ να της το φάω: «Πρέπει να τρέξεις πολύ, για να καταφέρεις να μείνεις στο ίδιο μέρος». Αυτό αναλογίστηκε η δίκαιη και φιλοσοφημένη Αλίκη. Γιατί έβλεπε ότι, ύστερα από έναν περιπετειώδη αγώνα δρόμου, είχε εντέλει διατηρήσει την λαμπρή θέση της κάτω από το μεγάλο, σκιερό δέντρο όπου, ώρα πριν, αποκοιμήθηκε.
Daria Petrilli. Alices dream
«Μεγάλο κέρδος αυτό», σκέφτηκε, και αποφάσισε να το γιορτάσει. Στρώθηκε λοιπόν, μαζί με τη μαύρη γάτα της, τη Ντίνα, να απολαύσει ένα μαύρο τσάι, με όλες, όμως, τις ευεργετικές ιδιότητες μιας κούπας πράσινου τσαγιού, την αναζωογονητική ευωδιά ενός καφέ μαύρου πίσσα, και της υπέροχης γεύσης μιας σκέτης, κατάμαυρης σοκολάτας.
Anthony Browne. in the rabbit hole
Έλα όμως που η Ντίνα άλλα της ετοίμαζε – γιατί όλοι ξέρουμε ότι γάτες και απρόβλεπτο πάνε μαζί. Το κουβάρι με το μαλλί, που η Αλίκη είχε στην ποδιά της για να παίζει με το γατάκι, κατρακύλησε στο καταπράσινο λιβάδι και, μπλεγμένη μαζί του, κατρακύλησε κι αυτή. Έτσι, για μια ακόμη φορά, η Αλίκη ταξίδεψε και σώθηκε, τώρα όμως όχι πέφτοντας στο λαγούμι του αργοπορημένου κούνελου με το ρολόι, αλλά πετώντας στους αιθέρες της πιο πολύχρωμης φαντασίας της.
Monica Rohan. The-passenger times