Αγαπητέ Σπύρο,
Στο προηγούμενο ταξίδι πήρα το βιβλίο σου από την Κομοτηνή, το οποίο για κάποιο μυστήριο λόγο πίστευα ότι έπρεπε να το αγοράσω και να το διαβάσω στην Κομοτηνή. Τελικά άρχισα να το διαβάζω λίγο πριν την πτήση επιστροφής και το τελείωσα λίγο μετά, έτσι που συμπεριλάμβανε και το ρίσκο της πτήσης, όπως η εύθραυστη ψυχολογία του παιδιού που «αυτοδιηγείται», το τραύμα που επουλώνεται και μετουσιώνεται σε χαρακτήρα, συνείδηση, μνήμη.
Για εμένα ο Τάσος δεν ήταν ένας ακόμα μικρός Νικόλας που περπατά ανάμεσα σε ροζ ζαχαρωτά και μικροαστικές ματαιοδοξίες των γονιών του στα προάστια της Γαλλίας της δεκαετίας του ’50 και του ’60, αλλά ένας πιτσιρίκος που περπατά ανάμεσα σε κοφτερά γυαλιά και πεταμένα σακουλάκια από γαριδάκια. Έχει να χειριστεί την λεγόμενη (από εμάς του ιστορικούς) «μεταμνήμη» του τραύματος της γιαγιάς αλλά και τα πολλαπλά καθημερινά εγκλήματα της γειτονιάς.
Ποτέ (και το εννοώ ποτέ) δεν είδα με τόση ένταση το βλέμμα στραμμένο στις γυναίκες σε αυτή την πόλη. Σε ένα χώρο όπου είναι αυτονόητη η υποτίμηση και χειραγώγηση των γυναικών, ακόμα και από άλλες γυναίκες προς γυναίκες, φάνηκε ξαφνικά ένας μικρός ήρωας για να πει την ιστορία τους. Το παρελθόν των άλλων (ή μήπως το παρελθόν δεν είναι ποτέ των άλλων;) το ψηλαφεί ο Τάσος με τα «χείλη ακόμα στον πηλό» που λέει κι ο άλλος ποιητής, και τον βαραίνει εξ ίσου όσο και την γιαγιά. Το παρελθόν του χαϊδεύει το πρόσωπο πριν κοιμηθεί για να σιγουρευθεί ότι θα μπει στα όνειρά του. Ο Τάσος δεν ορκίζεται εκδίκηση αλλά εκπληρώνει την νοερή υπόσχεσή του: να μιλήσει για τις γυναίκες. Την πόρνη που δεν έχει δικαίωμα στον έρωτα, την έξυπνη κόρη της που δεν έχει δικαίωμα ούτε στο ποδόσφαιρο ούτε στο σχολείο, την μάνα που έχει μόνο προορισμό το σπίτι και ως εκ τούτου το διαζύγιο της στερεί τον πυρήνα της ύπαρξής της…και τη γιαγιά που μυρίζει γιαγιά (τι ωραίο!) με μόνο όπλο της τα παραμύθια που στοίχειωσαν την συνείδησή της. Ο Τάσος χειρίζεται τα τραύματα τα δικά του αλλά και των άλλων σαν παιχνίδια, φωνές/κραυγές, αφηγήματα και ως μια νέα ζωή έχει την ευκαιρία να τα χειριστεί ξανά. Και πράγματι τα χειρίζεται. Τα μετουσιώνει σε μια λυτρωτική αφήγηση και όπως συμβαίνει με τους καλούς λογοτέχνες λυτρώνει και τους αναγνώστες. Παράλληλα δεν ξεφεύγουν οι θεσμοί της μικρής του πόλης. Η Εκκλησία με την εμμονή να ελέγξει την παιδική συνείδηση, με πρόσχημα την εξομολόγηση, το σχολείο με τον τυραννικό διευθυντή ορκισμένο να κατασκευάζει εχθρούς και ανταγωνιστές, αλλά και η καλή δασκάλα που πονά τα παιδιά, κι αυτά το ξέρουν. Ο πατέρας κάνει απέλπιδες (όπως φάνηκαν εκ του αποτελέσματος) προσπάθειες να ενσταλάξει στον Τάσο τοξική αρρενωπότητα.
Μέσα στο βιβλίο υπάρχουν πολλές κρυμμένες ιστορίες, επιφανειακά με κάποια αφέλεια σαν σχολικές εκθέσεις δημοτικού, αλλά ουσιαστικά με μια τρυφερή οικειότητα στο παιδί που δοκιμάζει τα πράγματα του κόσμου.
Δεν πρόκειται μόνο ένα κείμενο για τις λεγόμενες rites of passage. Η ανάγνωση της λεγόμενης νοσταλγίας των 80ς, είναι ίσως ακόμα πιο άκυρη που μάλλον υποτιμά το βιβλίο. Για εμένα είναι ένα βιβλίο για τις γυναίκες. Έξοχο υλικό για το μάθημά μου «Ιστορία των Γυναικών στην Ευρώπη 18ος -20ος».
Προσωπικά σε ευχαριστώ που το έγραψες.