(Ένα μεθύσι που άφησε εποχή ⸺ για να γελάσουμε και λίγο με τους αρχαίους)
Ο Τίμαιος ο Ταυρομενίτης1 λέει ότι στον Ακράγαντα2 ένα σπίτι ονομάζεται τριήρης για τον εξής λόγο: Κάποιοι νεαρούληδες που μεθοκοπούσαν σ’ αυτό το σπίτι έφθασαν σε τέτοιο σημείο παραφροσύνης από την έξαψη του μεθυσιού, που νόμιζαν ότι έπλεαν πάνω σε τριήρη και είχαν πέσει σε τρομερή θαλασσοταραχή· και τόσο είχε σαλέψει το μυαλό τους, που τα πράγματα του σπιτιού, όλα τα σκεύη και στρωσίδια, τα πετούσαν έξω σαν να τα ’ριχναν στη θάλασσα, γιατί νόμισαν πως ο κυβερνήτης τούς είπε να αλαφρύνουν το πλοίο από το φορτίο λόγω της τρικυμίας. Μα κι όταν άρχιζαν να μαζεύονται πολλοί και να αρπάζουν ό,τι πεταγόταν, ούτε και τότε οι νεαροί ήρθαν στα σύγκαλά τους.
Και την επομένη, όταν έφθασαν στο σπίτι οι άρχοντες, οι νεαροί βρέθηκαν εγκαλούμενοι και, έχοντας ακόμη ναυτία, σαν ρωτήθηκαν από τους άρχοντες, απάντησαν ότι, επειδή ένιωθαν άσχημα από την τρικυμία, αναγκάστηκαν να ελαφρώσουν το πλοίο ρίχνοντας τα περιττά βάρη στη θάλασσα. Και ενώ οι άρχοντες έμειναν εμβρόντητοι μπροστά στην αμυαλοσύνη των ανδρών, ένας από τους νεαρούς, αν και φαινόταν μεγαλύτερος στην ηλικία από τους άλλους, είπε: «Κι εγώ, ω Τρίτωνες,3 από τον φόβο μου κουτρουβαλιάστηκα κάτω στ’ αμπάρι, όσο πιο κάτω γινόταν, και έμεινα εκεί ξαπλωμένος». Αφού τελοσπάντων τους συγχώρεσαν για το θολωμένο τους μυαλό και με επίπληξη τους υπέδειξαν να μην πίνουν τόσο πολύ κρασί μέχρι σκασμού, τους άφησαν ελεύθερους. Και αυτοί, αφού τους εξέφρασαν την ευγνωμοσύνη τους […]4 « αν τύχει», είπε ένας, « και πιάσουμε λιμάνι έχοντας γλιτώσει από μια τέτοια φουρτούνα, θα σας στήσουμε στην πατρίδα μας ανδριάντες τιμώντας σας ως Σωτήρες επιφανείς μαζί με τις θαλάσσιες θεότητες, γιατί επιφανήκατε για καλή μας τύχη την κατάλληλη στιγμή». Εξ αυτού ονομάστηκε το σπίτι τριήρης.
Μεθύσι κι αυτό! Τους βρήκανε
να ’ναι στουπί, τους άφησαν
να είναι σκνίπα !
❤︎