ΓΕΝΕΘΛΙΑ ΓΗ
Σ’ αυτόν τον κήπο,
αιώρες,
αλυσοδεμένες
κι ένα μηχανικό αηδόνι
που χρήζει επισκευής.
Το συντριβάνι,
με ψεύτικα χρυσόψαρα,
ν’ αποτραπούν
τα σαρκοβόρα πτηνά
και τα παρτέρια
με καλύμματα,
να μη βραχούν.
Άστεγοι νέοι,
εμπρηστές
τον επισκέφτηκαν.
Αναρριχήθηκαν
στα κάγκελα
να ξενυχτήσουν
στα παγκάκια.
Ταλαντεύτηκαν
λίγες στιγμές
στα οξειδωμένα
μονόζυγα.
Βρήκαν,
μισοθαμμένα,
στο σκάμμα
αθύρματα
των παιδικών τους
χρόνων.
Τότε,
κατάλαβαν
πως η καμένη γη
ήταν ο τόπος τους.