Την μια , την χλεύαζαν από παιδί,
που μάζευε ζιζάνια απ’ τους αγρούς
κι όλο στοργή, τα μεταφύτευε στον κήπο
κι ετοίμαζε ποτά, πικρά και δύσοσμα.
Την άλλην όμως την φοβόντουσαν πολύ,
που μελετούσε εντατικά τ’ άψυχα σώματα
και πάντα κουβαλούσε ένα εγχειρίδιο
κι αγγεία οινοπνευματούχα, σφραγισμένα.
Μεγάλες πια, στα χρόνια του λοιμού,
ξαγρύπναγαν με χέρια εξαντλημένα
και μάτια ερεθισμένα, κόκκινα.
Μονάχα αυτά μάς λένε οι πηγές
γι’ αυτές τις δυο ανώνυμες ξαδέρφες,
τις μακρινές μικρανηψιές ηρώων
με ονόματα που αναζητείς στη Βικιπαίδεια
και την ελληνική μυθολογία,
όπως Μαχάων, Ποδαλείριος, Ασκληπιός…
Όμως, καλά που ζήσανε σ’ άλλους καιρούς
και γλύτωσαν τις τηλεοπτικές διαφημίσεις,
τον αραμπά με τους τραγουδιστές
και τον συντονισμό των χειροκροτημάτων.
Πάλι καλά, να λες, που ζήσανε σ’ άλλους καιρούς!