You are currently viewing ΑΛΚΙΦΡΟΝΟΣ (σχ. 1) Εταιρική επιστολή, Η Μεγάρα προς τη Βακχίδα.  (Καλλιστεία στην αρχαία Αθήνα.  Σχ. 2) – Μετάφραση Γεωργία Παπαδάκη

ΑΛΚΙΦΡΟΝΟΣ (σχ. 1) Εταιρική επιστολή, Η Μεγάρα προς τη Βακχίδα. (Καλλιστεία στην αρχαία Αθήνα.  Σχ. 2) – Μετάφραση Γεωργία Παπαδάκη

      Μόνο εσύ πια έχεις αποκτήσει εραστή που τον αγαπάς τόσο πολύ, ώστε ούτε μια στιγμή να μην μπορείς να τον αποχωριστείς (!) Τι αηδίες, δέσποινα Αφροδίτη! Αν και καλεσμένη πριν από καιρό από τη Γλυκέρα για θυσία (αφού από τα Διονύσια μας το είχε πει), δεν ήρθες, νομίζω για εκείνον, κι ούτε έστερξες να δεις τις φιλενάδες σου. Βλέπεις, εσύ έγινες γνωστική και αγαπάς τον εραστή σου ‒ καλότυχη πλέον για το καλό σου όνομα(!) ‒ ενώ εμείς είμαστε πόρνες και ακόλαστες. «Είχε κι ο Φίλων μπαστούνι από συκιά(!)»3

 Μά τη μεγάλη τη θεά, θυμώνω! ΄Ολες ήμασταν εκεί· η Θεττάλη, το Μοσχάριον,η Θαΐς, το Ανθράκιον, η Πετάλη, η Θρυαλλίς, η Μυρρίνη, το Χρυσίον, η Ευξίππη. Εδώ κι η Φιλουμένη, αν κι έχει παντρευτεί πρόσφατα και ο δικός της τη ζηλεύει υπερβολικά, αφού αποκοίμισε τον καλό της αντρούλη, αργά μεν, ωστόσο ήρθε, ήταν παρούσα. Μόνο εσύ, δυστυχώς για μας, κοίταζες να έχεις τον ΄Αδωνη5 μη βρέξει και μη στάξει, μην τυχόν και αφήνοντάς τον εσύ, η Αφροδίτη, τον παραλάβει η Περσεφόνη(!)

    Μα σε τι ωραίο συμπόσιο βρεθήκαμε ‒ τι, λοιπόν, δε θα σου αγγίξω την καρδιά; ‒ πόσες χαρές δεν είχε! Τραγούδια, πειράγματα, πιοτό μέχρι που λάλησαν οι πετεινοί, μύρα, στεφάνια, ξηρούς καρπούς κι όλα τα σχετικά. Και κάποιες κάθισαν για το δείπνο σε σκιερό μέρος, κάτω από κάτι δάφνες· ένα μόνο μας έλειπε, εσύ και τίποτε άλλο. Πολλές φορές έχουμε πιει μέχρι κραιπάλης, όμως τόσο ευχάριστα λίγες φορές. Κι αυτό που πάνω απ’ όλα μας διασκέδασε ήταν ο άγριος συναγωνισμός που ξέσπασε ανάμεσα στη Θρυαλλίδα και τη Μυρρίνη, για το ποια απ’ τις δύο έχει να επιδείξει τον καλύτερο και πιο απαλό πισινό. Και πρώτη η Μυρρίνη, αφού έλυσε το ζωνάκι της (ο αραχνοΰφαντος μικρός χιτώνας της ήταν από μετάξι), μέσ’ απ’ αυτόν αλαφροσάλεψε τη μέση που έτρεμε σαν γάλα πηγμένο με μέλι, λοξοκοιτώντας πίσω τα κουνήματα του πισινού της. Και ήρεμα, σαν να ’κανε κάποια ερωτική πράξη, έβγαλε χαμηλόφωνους αναστεναγμούς, έτσι που εγώ, μά την Αφροδίτη, έμεινα κατάπληκτη. Και η Θρυαλλίς όμως δεν πήγε πίσω, αλλά την ξεπέρασε στη φιληδονία. « Ε, λοιπόν, εγώ», λέει, « δε θ’ αγωνιστώ πίσω από παραπετάσματα ούτε με τη σεμνοτυφία του ρούχου, αλλά όπως γίνεται σε γυμνικό αγώνα· γιατί ο αγώνας δεν αγαπά τις προφάσεις». Και πέταξε από πάνω της τον αραχνοΰφαντο χιτωνίσκο και λυγίζοντας λίγο τη μέση, «νά, κοίτα την επιδερμίδα», λέει, «πόσο νεανική είναι, Μυρρίνη, πόσο απείραχτη, πόσο αψεγάδιαστη· κοίτα εδώ τους ρόδινους γλουτούς, πώς κατεβαίνουν στους μηρούς χωρίς να ’ναι μήτε πολύ χοντροί μήτε άσαρκοι· κοίτα τα λακκάκια στις άκρες τους! Αλλά δεν τρέμει, μά τον Δία», είπε, σκάζοντας συνάμα ένα χαμόγελο, « όπως της Μυρρίνης». Και κατάφερε να κάνει τέτοιες παλμικές κινήσεις με τον πισινό της και τόσο πολύ τον στριφογύρισε πέρα δώθε ξεκινώντας ψηλά από τη μέση της σαν να ’ταν κάτι ρευστό, ώστε όλες με σηκωμένα χέρια χειροκρότησαν ζωηρά και έδωσαν τη νίκη στη Θρυαλλίδα. ΄Εγιναν και συγκρίσεις ισχίων και αγώνες για βυζάκια […], και με την κοιλιά της Φιλουμένης δεν είχε ούτε μία το θάρρος να αναμετρηθεί· γιατί δεν είχε κάνει γέννα και ήταν σφριγηλή. Αφού λοιπόν ξενυχτήσαμε και κακολογήσαμε τους εραστές μας και ευχηθήκαμε άλλους να πετύχουμε (γιατί πάντοτε το τελευταίο σαρκικό σμίξιμο είναι πιο γλυκό), φύγαμε μεθυσμένες και, ξεσαλώνοντας στο δρόμο για τα καλά, κάναμε καντάδα στον Δεξίμαχο στο Χρυσό σοκάκι, καθώς κατεβαίνουμε προς τη λυγαριά, κοντά στο σπίτι τού Μενέφρονα. Βλέπεις, είναι τσιμπημένη άσχημα μαζί του η Θαΐς και, μά τον Δία, δικαιολογημένα· εφόσον τώρα κοντά, ο νεαρούλης κληρονόμησε πλούσιο πατέρα.

      Και τώρα, άντε, σε συγχωρούμε για την υπεροψία σου. Όμως στα Αδώνιαθα φάμε στον Κολλυτό,7 στον εραστή της Θεττάλης, αφού η Θεττάλη καλεί και τον αγαπημένο τής Αφροδίτης(!) ΄Ελα φέρνοντας μαζί σου και κηπάκι και κοράλλι(;) και τον ΄Αδωνή σου που τώρα τον έχεις μη βρέξει και μη στάξει· θα ξεσαλώσουμε μαζί με τους εραστές μας.

Να ’σαι καλά.

 

 

 

 

 

 

1)Για τον Αλκίφρονα, τον χαριτωμένο συγγραφέα των χρόνων της ρωμαϊκής αυτοκρατορικής δυναστείας των Αντωνίνων και τις φανταστικές επιστολές του βλ. κείμενό μας με θέμα τη φράση «ούτε στο δάκτυλό του» (στήλη «Μητρική γλώσσα», 13/11/2017).
2)Γνωρίζουμε από αρχαίες μαρτυρίες ότι αγώνες γυναικείας ομορφιάς οργανώνονταν σε διάφορα μέρη του αρχαίου ελληνικού κόσμου, όπως στην Αρκαδία, στην Τένεδο, στη Λέσβο ‒ γίνονταν επίσης και διαγωνισμοί γυναικών για σωφροσύνη και νοικοκυροσύνη. Από τον 2ο αι. μ. Χ. έχουμε μία   σπαρταριστή εταιρική  επιστολή του Αλκίφρονος ‒ υποτίθεται ότι την απευθύνει μία εταίρα, η Μεγάρα, στην «ομότεχνή» της  Βακχίδα ‒ όπου ο επιστολογράφος ξετυλίγει μπροστά στα μάτια μας με εξαιρετική ζωντάνια  έναν διαγωνισμό γυναικείου κάλλους μεταξύ δύο εταιρών, διαγωνισμός που τοποθετείται στην αρχαία Αθήνα. Λόγω του σκαμπρόζικου περιεχομένου τής επιστολής και του ξεχωριστού, φαντάζομαι, εξ αυτού ενδιαφέροντος που παρουσιάζει, την παραθέτουμε ολόκληρη.
3)Παροιμιακή έκφραση αμφισβήτησης της σημασίας που δίνεται σε κάποιον ή σε κάτι χωρίς να το αξίζει. Κάτι ανάλογο με το «βάζει κι η μυλωνού τον άντρα της με τους πραματευτάδες». Το ξύλο της συκιάς είναι σπογγώδες, εύθραυστο και συνεπώς ακατάλληλο για χρήση. Γι’ αυτό κατάντησε να σημαίνει μεταφορικά το άχρηστο, το ανάξιο λόγου.
4) Βλ. την παραπομπή στο παραπάνω σχ. 1.
5) Ο ΄Αδωνης ήταν ο περιώνυμος για το κάλλος του θεός της Συρίας και της Φοινίκης. Κατά τη μυθολογική παράδοση, μόλις γεννήθηκε, η Αφροδίτη ερωτεύτηκε το πανέμορφο βρέφος, το πήρε και το έκρυψε μέσα σ’ ένα κιβώτιο και το έδωσε στην Περσεφόνη για να το αναθρέψει. ΄Όταν όμως το παιδί μεγάλωσε, η Περσεφόνη, γοητευμένη και αυτή από το κάλλος του, αρνήθηκε να το παραδώσει στην Αφροδίτη. Τη μεταξύ τους διαμάχη διευθέτησε ο Δίας, ορίζοντας το ένα τρίτο του έτους να μένει ο ΄Αδωνης με την Περσεφόνη, στον κάτω κόσμο, το ένα τρίτο με την Αφροδίτη και το ένα τρίτο όπου εκείνος ήθελε. Πέθανε χτυπημένος από αγριόχοιρο.
6) Τα Αδώνια ήταν διήμερη γιορτή προς τιμήν του ΄Αδωνη που διαδόθηκε στην Ελλάδα από την Ανατολή στους προχωρημένους ιστορικούς χρόνους. Τελούνταν σε πολλές ελληνικές πόλεις, και επίκεντρό της ήταν ο θρήνος της Αφροδίτης για τον θάνατο-παραμονή τού ΄Αδωνη στον κάτω κόσμο. Την πρώτη μέρα οι γυναίκες θρηνούσαν την κάθοδό του στον ΄Αδη και τη δεύτερη πανηγυριζόταν η ανάστασή του. Στη διάρκεια της γιορτής οι γυναίκες συνήθιζαν να φτιάχνουν τους λεγόμενους «κήπους του ΄Αδωνη». Φύτευαν δηλαδή μέσα σε πρόχειρες γλάστρες, συνήθως σπασμένα αγγεία, σπόρους διαφόρων φυτών και λουλουδιών, που με την περιποίησή τους φύτρωναν γρήγορα αλλά και μαραίνονταν γρήγορα, κι αυτά συμβόλιζαν την άνοδο του ΄Αδωνη στη γη και την κάθοδό του στον ΄Αδη.
7) Ο Κολλυτός ήταν δήμος της αρχαίας Αττικής κοντά στην Ακρόπολη.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Γεωργία Παπαδάκη

H Γεωργία Παπαδάκη γεννήθηκε και ζει στην Αθήνα. Σπούδασε Κλασική Φιλολογία και Αρχαιολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, όπου υπηρέτησε για δέκα χρόνια ως Βοηθός στον Τομέα Αρχαιολογίας και, παράλληλα, έλαβε μέρος σε διάφορες ανασκαφές. Τα τελευταία χρόνια μελετάει αρχαίους συγγραφείς και μεταφράζει αγαπημένα της κείμενα της ελληνικής γραμματείας. Από το Α΄Πρόγραμμα της Ελληνικής Ραδιοφωνίας έχει παρουσιάσει παλαιότερα μια σειρά σχετικών εκπομπών με τον τίτλο « Είτε βραδιάζει είτε φέγγει, μένει λευκό το γιασεμί». ΄Εχουν εκδοθεί εξι βιβλία της: "Aνθολογία αρχαίας ελληνικής ερωτικής ποίησης", "Ο δικός μας Αριστοφάνης",  "Μούσας άγγιγμα", " Αισχύλος. Ο ποιητής του μεγαλοπρεπούς και του τιτανικού", "Σοφοκλής. Η «μέλισσα» του αρχαίου ποιητικού λόγου", "Η γυναίκα και ο γυναικείος λόγος στο έργο του Ευριπίδη".

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.