Στην κόρη μου
Στην αρχή κάθεσαι και βλέπεις τα ποτάμια να περνούν
Μαθαίνεις τη σιωπή και την ένωση με τα δέντρα που συγκρατούν τον κόσμο στην όχθη του χρόνου,
Κι ύστερα
Αφήνεις να ανεβεί μέσα σου το τραγούδι της γης
Αισθάνεσαι τη συμφωνία και τη δύναμη, τον πόθο να ξαναγεννηθείς στις ώρες της κυριαρχίας του φωτός για να μπορείς ν’ αποκαλύψεις το υπέρτατο σώμα του ήλιου
Έτσι μπορείς να διαβάσεις εύκολα το θαύμα της ζωής
Τότε τ’ όμορφο μελάνι του σούρουπου έρχεται να κυλήσει στη βρύση
Ω γυναίκα, δος μου από τούτο το νερό για να γράψω ενάντια στην αφυδάτωση του ανθρώπου, ή καλύτερα στη σκοτεινή συνομωσία της ύλης που θα με οδηγήσει στο θάνατο
Να γράψω για τη μέρα και τη μεταμόρφωσή της, τη νύχτα φορέα φανών, την πολλαπλή αιωνιότητα των χόρτων, των δασών και των ποταμών
Το τραγούδι ας είναι η απόδειξη και το μυστήριο της γης για ν’ ανθίσει και πάλι η αναίσθητη ύλη των ανθρώπων δίχως βλέμμα.