You are currently viewing  Ανθούλα Δανιήλ:Το Έπος του Σαράντα, το Άξιον Εστί και ο Οδυσσέας Ελύτης

 Ανθούλα Δανιήλ:Το Έπος του Σαράντα, το Άξιον Εστί και ο Οδυσσέας Ελύτης

28η Οκτωβρίου, το μέγα έπος  και Άξιον Εστί, το μέγα ποίημα 

 

Η Ελλάδα εορτάζει τη μεγάλη επέτειο με το μέγα ΟΧΙ που είπε στον εισβολέα της στις 28 Οκτωβρίου 1940. Πέντε μέρες μετά, στις 2 Νοεμβρίου,  είναι η επέτειος της γέννησης του μεγάλου μας ποιητή Οδυσσέα Ελύτη, ο οποίος βρέθηκε στα 29 του χρόνια  να πολεμά στα βουνά της Αλβανίας, όπου ένιωσε το μεγαλύτερο ψυχοσωματικό σοκ. Η Αλβανία ήταν γι’ αυτόν μια εμπειρία που του άλλαξε τη ζωή και έκανε και τη στροφή στην τέχνη του. 

Ωστόσο, αυτή η αλλαγή, αν και είχε προετοιμαστεί από το Άσμα Ηρωικό και Πένθιμο για τον Χαμένο Ανθυπολοχαγό της Αλβανίας και τον Ήλιο τον Πρώτο, χρειάστηκε, για να ωριμάσει και να δημοσιευτεί, είκοσι χρόνια. Στα 1960 έκανε την είσοδό του στην ποιητική οικογένεια και αργότερα με τη μελοποίησή του σημάδεψε το χρόνο σε πριν και μετά, και στην Ποίηση και στη Μουσική. 

Από την αρχή όμως ο ποιητής είχε θέσει τη βάση της ποίησής του: Η πρώτη αλήθεια είναι ο θάνατος. Απομένει να δούμε ποια είναι η τελευταία και η αναζήτηση αυτή δεν θα τον εγκαταλείψει ποτέ.

Ζητούμενα των λογοτεχνών της γενιάς του, της γενιάς του τριάντα, ήταν να αλλάξουν την ποίηση να αναδείξουν την Ελλάδα και τις αξίες του Ελληνισμού, του τόπου και του πνεύματος, να ελευθερώσουν την ποίηση από τις συμβάσεις του παρελθόντος, να πνεύσει νέος αέρας.  Είναι η εποχή του μοντερνισμού. Είναι και το κίνημα του υπερρεαλισμού που πολλούς θα ξενίσει. Ωστόσο, όπως έλεγε ο Χριστός όστις θέλει οπίσω μου ελθείν έτσι και ο Ελύτης έλεγε  ότι  «κανένας δεν είναι υποχρεωμένος να ενδιαφέρεται για την Ποίηση. Άπαξ όμως κι ενδιαφέρεται, είναι υποχρεωμένος ‘‘να  γνωρίζει να μεταβαίνει’’  σ’ αυτή τη δεύτερη κατάσταση, να περπατεί και στον αέρα και στο νερό», εφόσον  «η ποιητική κατάσταση είναι μια τρίτη κατάσταση που δεν υπόκειται στις αντιφάσεις και τις διακρίσεις της ζωής» (Ανοιχτά Χαρτιά, σελ. 18 και  «Τα κορίτσια», σελ. 133».  Και αποφάσισε να ακολουθήσει αυτό που όπως αποδείχτηκε ήταν το θεϊκό του πεπρωμένο. Στους κόλπους της γενιάς του,  έκανε την πρώτη του εμφάνιση με ποιήματα που έδειχναν το ταλέντο του αφενός, και την μελλοντική του εξέλιξη αφετέρου. Το Αιγαίο ήταν στο κέντρο ως ύλη, στην οποία έδειχνε να επενδύει τις ποιητικές του ιδέες ηθικές, πνευματικές και πολιτιστικες, οι οποίες θα συγκεραστούν αργότερα στο Άξιον Εστί.

Ο τίτλος –Το Άξιον Εστί– έχει μια ιστορία που βασίζεται σε ένα θαύμα. Ένας  Αρχάγγελος, λέει η παράδοση,  μπήκε στο κελί ενός μοναχού, όταν έψελνε το μεγαλυνάρι της Παναγίας,  στάθηκε εμπρός στην εικόνα της και έγραψε με το δάχτυλο στην πέτρα (κάτι που υπαινίσσεται ο ποιητής  στη δική του σύνθεση) τους στίχους:

Άξιον Εστίν ως αληθώς/ μακαρίζειν σε την Θεοτόκον/ την αειμακάριστον και παναμώμητον /και μητέρα του Θεού ημών,

συμπληρώνοντας τον ύμνο που  μέχρι τότε άρχιζε με το:  Την Τιμιωτέραν των Χερουβείμ / Και ενδοξοτέραν ασυγκρίτως των Σεραφίμ/ Την αδιαφθόρως Θεόν Λόγον τεκούσαν/ Την όντως Θεοτόκον Σε μεγαλύνομεν

 

Η εικόνα της Παναγίας έκτοτε πήρε το όνομά της από τις δύο πρώτες λέξεις της Ωδήςˑ Άξιον Εστί.. Αυτό το μεγαλυνάρι προς τιμή της, αξιοποιεί ο Οδυσσέας Ελύτης, μόνο που η δική του Σύνθεση με τον τίτλο Το Άξιον Εστί αναφέρεται  στην Ελλάδα- Παναγία.

Το ιδιαίτερα μεγάλο ενδιαφέρον γι’ αυτή τη σύνθεση οφείλεται στην πολύ καλά μελετημένη αρχιτεκτονική, που είναι μια μεταφορά θείας λειτουργίας στην ποίηση, ένας Ύμνος στην Ελλάδα και τα Πάθη της, ένα έργο μέσα από το οποίο αναδύεται το τοπίο, οι ιστορικές περιπέτειες του ελληνικού λαού, αλλά και όλες οι αξίες του πολιτισμού, η γλώσσα η μακραίωνη, δυναμική και αγέρωχη. Το τοπίο ειδικά προβάλλεται σαν δείγμα παραδείσου, σαν να είχε ο Θεός την Ελλάδα για μοντέλο για να  φτιάξει τον κόσμο.

Το Άξιον Εστί αποτελείται από τρία μεγάλα Μέρη, παραπέμποντας με το τριμερές σχήμα του στην ιερότητα του αριθμού. Η σύνθεση εκκινεί με την ενότητα «Η Γένεσις» με τη Δημιουργία του κόσμου, περνάει από «Τα Πάθη» που είναι η μεγάλη δοκιμασία για να καταλήξει στην  Ανάσταση με «Το Δοξαστικόν». Έχουμε δηλαδή μια  αναλογία της ζωής του Χριστού και των δικών του Παθών, με την ιστορία της Ελλάδας και των δικών της παθών. 

Ο Ελύτης δεν είναι ιερέας και δεν θεολογεί, όμως διαβλέπει την ουσία του κόσμου και τον προορισμό του, καθώς και τη δική του ευθύνη με σ’ αυτόν. 

 Η Ελλάδα είναι μια «νήσος των Μακάρων», χωρίς φυσικό  πλούτο, αλλά  με τη χαρακτηριστική λιτότητα του ελληνικού τοπίου, που το στολίζει ένας Παρθενώνας ή «το ασβεστοχρισμένο τοιχάκι μιας  εκκλησιάς», που το  φυσούν οι άνεμοι και το περιβάλλει η «πιο θαμπωτική θάλασσα». Είναι ένας  «όμορφος κόσμος ηθικός αγγελικά πλασμένος», με τα λόγια του Σολωμού.

Στο έργο υπάρχει σε μεγάλη ποσότητα το Φως-Ήλιος, η Θάλασσα, οι Άνεμοι, τα Βουνά, οι Στεριές, το μπλε και όλα τα χρώματα, όλα αυτά, όμως ως το υλικό σώμα μιας ιδέας, που στην Ελλάδα βρίσκει τρόπο να ενωθεί με την ύλη της. Όσο για τα κορίτσια, αυτά είναι οι προσωποποιημένες ιδέες – η Αρετή, η Ελευθερία, η Δικαιοσύνη και άλλες, κληρονομιά  από τους αρχαίους Έλληνες.

 Αυτές τις μέρες που η Ελλάδα γιορτάζει, το Έπος του σαράντα,  79 χρόνια μετά, ΤΟ ΆΞΙΟΝ ΕΣΤΙ είναι ο μεγαλύτερος και ο σπουδαιότερος ύμνος της.

ΣΤΗΝ ΑΡΧΗ το φως και η ώρα η πρώτη. Ο νεογέννητος άνθρωπος μόνος βλέπει τη δημιουργία   του ίδιου του εαυτού του και του κόσμου του.

 Η ψυχή του ζητούσε Σηματωρό και Κήρυκα… και τότε είδε  τον  ήλιο και ένιωσε τον άξονά του μέσα του και έλαβε το μήνυμα:

Εντολή σου, είπε, αυτός ο κόσμος / και γραμμένος μες  στα σπλάχνα σου είναι / Διάβασε και προσπάθησε / και πολέμησε, είπε. / Ο καθείς και τα όπλα του είπε. 

Η ώρα τρεις λάλησε ο πρώτος πετεινός/ (συνειδητοποίηση)

Και τότε πήρε όψη ο Ήλιος Ο Αρχάγγελος ο αεί δεξιά μου . Αυτός λποιπόν εγώ / και ο κόσμος ο μικρός ο μέγας…

Μετά γεννήθηκε η  Ανάγκη (μια λέξη από την αρχαία τραγωδία. Αυτό που δεν μπορείς να αποφύγεις) και η Ανάγκη είναι «Τα Πάθη». Δεκαοχτώ Ψαλμοί, δώδεκα Άσματα, έξι Αναγνώσματαˑ  τριάντα έξι συνολικά συνθέσεις, κάθε μία με την ιδιαιτερότητά της και τη σημασία της στην όλη δημιουργία που πήρε τη μορφή μιας λειτουργίας, ενός Ακαθίστου Ύμνου.

Όταν λοιπόν Λύνει αέρας τα στοιχεία / Και βροντή προσβάλλει τα βουνά

Ο ποιητής αναλαμβάνει τη Μοίρα των αθώων –Μοίρα των αθώων είσαι η δική μου Μοίρα, οπότε θα μιλήσει για τους αγώνες του ελληνικού λαού, θα πολεμήσει με τα δικά του όπλα τον εχθρό,  ένας αυτός, αλλά σαν όλος ο ελληνικός λαός, και θα σηκώσει το βάρος των βουνών στους ώμους του. Ο Σεφέρης αισθάνεται ότι βουλιάζει όποιος σηκώνει τις μεγάλες πέτρες. Ο Ελύτης σηκώνει στους ώμους του τα βουνά, ανυψούμενος ανεβαίνοντας σ’ αυτό που η Ανάγκη επιβάλλει.  

Έτσι, το συγκλονιστικό Άσμα δ΄  «Ένα το χελιδόνι * κι η άνοιξη ακριβή» δείχνει τη μοναξιά του ελληνικού λαού, ενώ ο Ψαλμός Ε΄ μιλάει για τις ρίζες του ανθρώπου στον τόπο του:

Τα θεμέλιά μου στα βουνά

και τα βουνά σηκώνουν οι λαοί στον ώμο τους

και πάνω τους η μνήμη καίει

άκαυτη βάτος

και αυτή μνήμη που ποτέ δεν εξαντλείται είναι η ευθύνη του Έλληνα απέναντί τους. Όμως ο ποιητής γνωρίζει καλά πως αυτό που γυρεύει είναι ανεύρετο, ανύπαρκτο, -Άσμα ε΄:

 Με το λύχνο του άστρου * στους ουρανούς εβγήκα

 Στο αγιάζι των λειμώνων *  στη μόνη ακτή του κόσμου

Πού να βρω την ψυχή μου * το τετράφυλλο δάκρυ

 Τότε λοιπόν, στη μοναξιά των ουρανών, όπως ο Σεφέρης στις δύσκολες ώρες ζητά να μιλήσει με τους πεθαμένους για να τον αρμηνέψουν, έτσι και  ο Ελύτης θα απευθυνθεί στους προγόνους:

Βοηθός και σκέπη μας Αη Κανάρη / Βοηθός και σκέπη μας Αη Μιαούλη/ Βοηθός και σκέπη μας Αγια Μαντώ

Και Συ: 

Της Δικαιοσύνης Ήλιε νοητέ * και μυρσίνη συ Δοξαστική

 μη παρακαλώ σας μη* λησμονάτε τη χώρα μου

 Της Δικαιοσύνης Ήλιε νοητέ, Ακτίς Αελίου (στον Ακάθιστο ο βυζαντινός ποιητής, αλλά και στην Αντιγόνη «ακτίς αελίου φάος φανέν», ο Σοφοκλής).  Η Γλώσσα που του έδωσαν Ελληνική αυτή που παρέλαβε   από τον Όμηρο,  φτάνει σ’ αυτόν μέσα από τους ποιητικούς προγονικούς διαύλους της.

Η επανάληψη του «μη» -δύο φορές στο ίδιο ημιστίχιο- έχει μια δραματική ένταση, την ώρα που μας δείχνει με το δάχτυλο το συντελούμενο μπροστά στα μάτια μας θαύμα :    

 Της Ασίας αν αγγίζει από τη μια * της Ευρώπης λίγο αν ακουμπά

  στον αιθέρα στέκει να  *  και στη θάλασσα μόνη της (ς΄)

 Η  Ελλάδα αναδύεται σαν Αφροδίτη, ηλιοντυμένη όπως η φεγγαροντυμένη  Ελευθερία/Ελλάδα του Σολωμού, ανεξάρτητη από Ανατολή και Δύση, μετεωρισμένη και  μαγνητισμένη από την έλξη του ήλιου, θεϊκή, ελαφροπατητή,  σαν τον Ιησού που στάθηκε πάνω στα νερά. Γι’ αυτήν, λοιπόν, ο ποιητής εκλιπαρεί:

              Μη παρακαλώ σας μη *λησμονάτε τη χώρα μου

Ο Ελύτης δεν θέλει να μας αφήσει μέσα στο κακό και τη συμφορά, γι’ αυτό, για άλλη μια φορά, θα επικαλεστεί τις μεγάλες ηθικές δυνάμεις, στον Ψαλμό ΙΑ΄:

Όπου και να σας βρίσκει το κακό, αδελφοί,

Όπου και να θολώνει ο νους σας

 μνημονεύετε ΔιονύσιοΣολωμό  

και μνημονεύετε Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη.

 Η λαλιά που δεν ξέρει από ψέμμα

θ’ αναπαύσει  το πρόσωπο του μαρτυρίου

με το λίγο βάμμα του γλαυκού στα χείλη

 Ο ποιητής ξέρει πως υπάρχει μαρτύριο, κι ας γέλασαν κατά πρόσωπόν του οι νέοι Αλεξανδρείς, ξέρει πως υπάρχει και ο θάνατος και τα πορφυρά «της αγάπης αίματα» και οι «ανείδωτες σκιές» και η «νοτιά των ανθρώπων». Όμως προσβλέπει πάντα στο «Ρόδο Αμάραντο», ακούει και βλέπει τα μηνύματα του αόρατου :

Χτυπά η καμπάνα του μεσημεριού

 κι αργά στις πέτρες τις πυρρές χαράζονται τα γράμματα

 ΝΥΝ ΚΑΙ ΑΕΙ ΚΑΙ ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ

 και όλα της ζωής και τα  μικρά και τα ασήμαντα, δοξολογούνται με  δεκαοχτώ φορές επαναλαμβανόμενο το Άξιον Εστί  που  θα καταλήξει στο Νυν νυν το μηδέν  και  Αιέν ο κόσμος ο μικρός ο Μέγας!

Το Άξιον Εστί έχει συντεθεί στα μέτρα στα οποία έχουν συνθέσει οι βυζαντινοί  υμνογράφοι. Η Γένεσις έχει υμνογραφικό ύφος, τα Πάθη ευαγγελικό και το Δοξαστικό δοξολογικό. Ο Μίκης Θεοδωράκης «άκουσε» τους ήχους των λέξεων, τις κρυφές μουσικές δυνατότητες, ένιωσε το μήνυμα αυτής της μεγαλουργίας και μας έδωσε ένα λαϊκό ορατόριο.   Έτσι το Άξιον Εστί, με τη γλώσσα του Θουκυδίδη είναι διπλά έργον ες αεί. Δικαίως και το κανάλι της Βουλής έχει για σήμα του απόσπασμα από το Δοξαστικόν

Η Ελλάδα εορτάζει την επέτειο του Όχι και το Άξιον Εστί και ο δημιουργός του Οδυσσέας Ελύτης επιμένουν ότι Άξιον Εστί το τίμημα

Η Μνήμη καίει άκαυτη βάτος για την Ελλάδα, για τον ποιητή και για το έργο του.

                                                          

 

 

 

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.