Η Μαρία Σχοινά, Καθηγήτρια στο Τμήμα Αγγλικής Γλώσσας και Φιλολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, έχει παρουσία σε συνέδρια στο εξωτερικό, πολλές εκδόσεις και μεγάλη ενασχόληση με τους Ρομαντικούς στην Ιταλία και τον Ρομαντικό Φιλελληνισμό. Επίσης, έχει ασχοληθεί με τον Μπάιρον, τον Σέλλεϊ, τον κύκλο της Πίζας, τον Μπλέικ, έχει μεταφράσει τον Κύκλωπα του Ευριπίδη, έχει σχολιάσει τον Σέλλεϊ, την εκμάθηση Ελληνικών της Μαίρης Σέλλεϊ και πολλά ακόμα που παραλείπουμε λόγω οικονομίας που επιβάλλει η περίσταση.
Η μεταφράστρια Λένα Καλλέργη, με σπουδές στην Ελλάδα και στην Αγγλία, όπου ολοκλήρωσε τη διατριβή της, έχει γράψει ποίηση και μελέτες καθώς και πολλές μεταφράσεις Ιταλών, κυρίως, ποιητών μεταξύ των οποίων και Λεοπάρντι, έχει διδάξει σε σεμινάρια μεταφραστικών σπουδών.
Η μεταφράστρια Ευτυχία Παναγιώτου έχει σπουδάσει Φιλοσοφία και Νεοελληνική Φιλολογία, έχει διδακτορικό στην ποίηση της μεταπολιτευτικής περιόδου, έχει γράψει βιβλία ποίησης, έχει μεταφραστεί σε δεκατρείς γλώσσες, είναι επιμελήτρια εκδόσεων και μεταφράζει ποίηση από τα αγγλικά.
Η Μαρία Σχοινά ανέλαβε την Επιστημονική Επιμέλεια την Εισαγωγή και τα Βιογραφικά των ποιητών, οι δύο μεταφράστριες τα κείμενα. και οι τρεις, καθ’ ύλην αρμόδιες, λόγω σπουδών, ενασχόλησης και αγάπης, πρωτίστως, με το αντικείμενο, ανέλαβαν το βάρος της μετάφραση των έξι ρομαντικών Άγγλων ποιητών, στον επιβλητικότατο τόμο των εκδόσεων Κέδρος.
Η Μαρία Σχοινά, στην Εισαγωγή της, οριοθετεί το Ρομαντικό κίνημα, φωτίζει την εποχή και τα πρόσωπα, αναδεικνύει τις καλλιτεχνικές καινοτομίες, τους κοινωνικούς προβληματισμούς, τις φιλοσοφικές ανησυχίες, τα πάθη και τις προσδοκίες, όπως αυτά εμφανίστηκαν στον ταραχώδη 19ο αιώνα. Κάνει λόγο για την ποικιλομορφία των ποιητών της Ανθολογίας, επισημαίνει τις διαφορές των ρομαντικών ποιητών μεταξύ τους, όπως της πρώτης γενιάς – William Blake, William Worsdorth, Samuel Taylor Coleridge- από τη δεύτερη γενιά – George Gordon Lord Bayron, Persy Bysshe Shelley, John Keats. Οι γενιές απέχουν η μία από την άλλη και χρονικά και καλλιτεχνικά.
Ο Ρομαντισμός δεν ήταν απλώς ένα καλλιτεχνικό ρεύμα, τονίζει η Σχοινά, αλλά «κρίση της ευρωπαϊκής συνείδησης» που αμφισβήτησε τον νεοκλασικισμό και τον ορθολογισμό, έδωσε προτεραιότητα στη φαντασία, στο συναίσθημα, στον ατομικισμό, την ιδιοφυΐα, την ελευθερία της έκφρασης. Μίλησε για τη φύση, το υπερφυσικό και το υψηλό. Την μεγάλη στην εποχή έφερε η Γαλλική Επανάσταση, ο Ναπολέων, οι πόλεμοι, η Ιερά Συμμαχία και συνέπεια αυτής η ανάγκη των λαών για δικαιοσύνη και δικαιώματα, ιδέες που προσελκύουν τους ποιητές της δεύτερης γενιάς, οι οποίοι ανέλαβαν ρόλο, όπως ο Μπάιρον και ο Σέλλεϊ, και έβαλαν σκοπό της ζωής τους να κάνουν τα λόγια πράξεις.
Η φύση για τους Ρομαντικούς γίνεται σταθερό σημείο, ηθικό και γεμάτο ζωτική και ενορατική δύναμη. Οι ποιητές ανακηρύσσονται ιεροφάντες και ανεπίσημοι νομοθέτες. Ο Σέλλεϊ στο πολύ σημαντικό του κείμενο Υπεράσπιση της Ποίησης αποθεώνει τον ποιητή, τον οποίο θεωρεί προφήτη και πάσης φύσεως ηγέτη. Ανυψώνει τη φαντασία σε υπέρτατο μέσο αντίληψης. Και, ενώ η Ποίηση τίθεται πάνω από την Ιστορία, βρίσκεται μέσα στα η Ιστορία. Το κείμενο του Άγγλου Ρομαντικού το εξιδανικευμένο όραμα της ποίησης συνδυάζεται με τον κοινωνικό της χαρακτήρα. Έτσι η ποίηση είναι κάτι θεϊκό αλλά και η μόνη δύναμη ανατροπής του παράλογου κόσμου. Για τον Σέλλεϊ η Ποίηση είναι μία επαναστατική πράξη, κάτι που υιοθέτησαν αργότερα και οι υπερρεαλιστές. Η Υπεράσπιση της Ποίησης του Σέλλεϊ, 200 χρόνια μετά, είναι ένα κείμενο προκλητικό για τις ιδέες του και για τη σημασία του στις επερχόμενες γενιές. Και στόχος αυτής της Ανθολογίας, γράφει η Σχοινά, είναι να δώσει απαντήσεις στους αναγνώστες.
*
Ο William Blake, 1757-1827, (επιλέγει, μεταφράζει η Ευτυχία Παναγιώτου) γεννήθηκε στο Σόχο και από μικρό παιδί έλεγε πως έβλεπε οράματα. Ο πατέρας του τον έστειλε να σπουδάσει ζωγραφική και μετά χαρακτική. Γνωρίστηκε με επιφανείς του καιρού του, παντρεύτηκε την αγράμματη Αικατερίνη και της έμαθε να διαβάζει και να χαράζει, δίδαξε ζωγραφική και εικονογράφησε βιβλία. Στα 1783 και στην πρώτη του ποιητική συλλογή εκφράζει τη δυσαρέσκειά του για την επικρατούσα κατάσταση στην ποίηση. Η εκτύπωση των έργων του συνοδευόταν με χαρακτικά, τα οποία αποτελούσαν την οπτικοποίηση των ιδεών του. Το όραμά του για τον κόσμο, η καταγγελία του κράτους, της θρησκεία και της ιδιοτέλειας είναι το θέμα του, καθώς και η απελευθέρωση του ανθρώπου από τα δεσμά της λογικής, της θρησκείας και των συμβατικών κανόνων. Για τα έργα του χλευάστηκε και χαρακτηρίστηκε «δυστυχής παράφρων» και χρειάστηκε να περάσει ένας αιώνας για να αναγνωριστεί και ως ποιητής και ως ζωγράφος και να προκαλέσει τον θαυμασμό των καλλιτεχνών του 20ου αιώνα.
Διακηρύσσει: Όλες οι θρησκείες είναι μία… Ο αληθινός άνθρωπος είναι η πηγή, εφόσον είναι Ποιητική Ιδιοφυΐα (Επιχείρημα).
Τι έχεις μες στην τρύπα το ξέρει ο Αετός;
Ή τον τυφλοπόντικα θα βρεις και θα ρωτήσεις:
Μπορεί το ασημένιο νήμα τη Σοφία να κρατήσει;
Ή την Αγάπη να χωρέσει ένα κύπελο χρυσό; (ΘΕΛ)
Ο Δαίμονας σηκώθηκε από τον ύπνο ανατριχιασμένος, περικυκλωμένος
από κόκκινα φλόγινα αστέρια,
Περιστρεφόμενος σε έξαλλους κύκλους γύρω απ’ τον αθάνατο διάβολο
( Μια προφητεία)
*
Ο William Wordsworth, 1770-1850, (επιλέγει, μεταφράζει η Λένα Καλλέργη), ήταν ποιητής της φύσης και της ανάμνησης, γεννήθηκε στο Κάμπερλαντ, έζησε κοντά στη φύση, ταξίδεψε στη Γαλλία, τάχτηκε με την Επανάσταση, ερωτεύτηκε απέκτησε μία κόρη, επέστρεψε στην Αγγλία, χωρίς να διευθετήσει τις οικογενειακές του εκκρεμότητες, πράγμα που τον κατέβαλε ψυχικά. Η ζωή του σιγά σιγά, με τη φιλία του Κόλεριτζ και με τη βοήθεια της αδελφής του άλλαξε, αλλά πάλι ανατράπηκε, για να φτάσει στο τέλος της ζωής του σε κάποια ισορροπία. Μετά τον θάνατό του εκδόθηκε το βιογραφικό του ποίημα The Prelude που είχε ξεκινήσει το 1799.
Ήταν κάποτε ένα αγόρι …/…με δάχτυλα πλεγμένα τα δυο χέρια /
Σφιχτά παλάμη με παλάμη, ως το στόμα/ Τα σήκωνε και, σαν με όργανο μουσικό, /Κραύγαζε όπως οι σιωπηλές κουκουβάγιες /
Μέχρι να του απαντήσουν…./Ωραία τα δάση κι /όμορφο το σημείο,/
Η κοιλάδα που γεννήθηκε… /Κι εκεί, στην όχθη αυτή όταν βρέθηκα /
Το βράδυ, πλάι στον τάφο του νομίζω / Πως στάθηκα για ώρα πολλή
Βουβός -γιατί πέθανε δέκα χρονών.
(Λυρικές Μπαλάντες)
«Τι είναι ο ποιητής; …
είναι ένας άνθρωπος που μιλάει σε ανθρώπους, προικισμένος με πιο ζωντανή ευαισθησία… χαίρεται με το πνεύμα της ζωής… επηρεάζεται από πράγματα απόντα… Έχω ακούσει ότι ο Αριστοτέλης είπε ότι η ποίηση είναι το πιο φιλοσοφικό είδος γραφής. Έτσι είναι… Η ποίηση είναι η εικόνα του ανθρώπου και της φύσης….»
(Πρόλογος στις Λυρικές Μπαλάντες).
*
Ο Samuel Taylor Coleridge, 1772-1834, (επιλέγει, μεταφράζει η Λένα Καλλέργη), είναι ένας από τους σημαντικότερους της γενιάς του ποιητής και κριτικός. Γεννήθηκε στο Ντεβονσάιρ, σπούδασε στο Καίμπριτζ, αλλά αν και ευφυής δεν πήρε ποτέ πτυχίο. Ωστόσο, έκανε ομιλίες με επαναστατικό, θρησκευτικό και φιλοσοφικό περιεχόμενα. Μεγαλεπήβολα σχέδια δεν πραγματοποιήθηκαν. Ο γάμος του δεν πήγε καλά, εθίστηκε στο όπιο (χορηγούνταν ως φάρμακο για τη δυσεντερία) και έδινε διαλέξεις στο Λονδίνο για να επιβιώσει. Οι φίλοι τον περιγράφουν ως ιδιοφυές πνεύμα. Περιέγραψε και ανέλυσε με πειστικότητα τον ζωτικό ρόλο της φαντασίας που ενστερνίστηκαν πολλοί νεότεροι ποιητές τον 20ο αιώνα.
«Κλείνω τα μάτια, φτιάχνω εικόνα ονειρεμένη: / Βλέπω ένα όμορφο, μεγάλο σιντριβάνι,/ Μια ιτιά, μια αγροικία ρημαγμένη,/ Εσένα, εμένα και τη Μαίρη εκεί μαζί./ Ω Μαίρη, μαξιλάρι κάνε την τρυφερή σου αγκαλιά! / Πάνω μας γείρε, φυλλωσιά, όμορφη πράσινη ιτιά!… Χορεύουν στον τοίχο οι σκιές/ που έφτιαξαν οι χορεύτριες φλόγες∙ Πότε κοιμούνται όλες ακίνητες, όλες ακίνητες/ Πότε σε μια βαθιά σκιά λιώνουν όλες».
(Μια ονειροπόληση)
Και ένα όνειρο που έγινε ποίημα :
«Στο Ζαναντού ο Κουμπλάι Χαν / Έχτισε ένα σπουδαίο παλάτι για ηδονές/ Εκεί που ο Αλφ, το ιερό ποτάμι, κυλά/ Μέχρι την ανήλιαγη θάλασσα. … Έτσι δέκα μίλια γόνιμης γης / Με τοίχους και πύργους είχαν στολιστεί∙»
(Κουμπλάι Χαν)
Αργά, αργά, χθες βράδυ είδα τη νέα σελήνη/ με την παλιά σελήνη μες στην αγκαλιά της … (Η μπαλάντα του Sit Patrick Spence)
[Θυμίζω τους αντίστοιχους στίχους του Γιώργου Σεφέρη: «Βγήκε το νέο φεγγάρι στην Αλεξάνδρεια/ κρατώντας το παλιό την αγκαλιά του» («Μέρες του Ιουνίου 41»].
*
Ο George Gordon, Lord Byron, 1788-1924, (επιλέγει, μεταφράζει η Ευτυχία Παναγιώτου) είναι ο ποιητής που ενσάρκωσε πιο καλά από όλους το πρότυπο του ρομαντικού ποιητή. Με αναπηρία στο δεξί πόδι, αλλά ικανότητα μεγάλη στην ιππασία και στην κολύμβηση, επιρρεπής στους έρωτες και στην ασωτία, ξεκίνησε με τον φίλο του John Cam Hobhouse το 1809 τη «Μεγάλη περιήγηση», όπως ήταν συνήθεια των νεαρών αριστοκρατών, στις χώρες της λεκάνης της Μεσογείου και, φυσικά, Ελλάδα και Μ. Ασία. To ταξίδι αυτό υπήρξε καθοριστικό για την προσωπικότητά και την ποιητική του Μπάιρον. Στο ταξίδι κυοφορήθηκε και με την επιστροφή στην Αγγλία γεννήθηκε το περίφημο Childe Harold’s Pilgrimage, το 1812. «Ξύπνησα ένα πρωί και ανακάλυψα ότι ήμουν διάσημος» είπε, με την επιτυχία που έχει καταφέρει. Ήταν στο κέντρο του ενδιαφέροντος όλου του αριστοκρατικού Λονδίνου. Παρά τις όποιες κριτικές, εκείνος πίστευε πως είχε βρει τον δρόμο του στην ποίηση, με το ύφος του ειρωνικό, αποκαθηλωτικό, οξύ, χιουμοριστικό, δηκτικό, αλλά ειλικρινές.
Στα 1823 και ενώ ήταν στη Γένοβα αποφάσισε να εμπλακεί τον Αγώνα των Ελλήνων και αποδέχτηκε την πρόσκληση του Ελληνικού Κομιτάτου του Λονδίνου. Έφτασε στο Μεσολόγγι στις 24 Ιανουαρίου 1824. Έφερε χρήματα για τον αγώνα, εξόπλισε ιδιωτικό στρατό Σουλιωτών, ασχολήθηκε με την οχύρωση του Μεσολογγίου, ήθελε να καταλάβει την Ναύπακτο, αλλά δεν πρόλαβε. Πέθανε στις 19 Απριλίου από βαρύ κρυολόγημα.
Ωραία Ελλάς! Θλιβερό κειμήλιο αξίας περασμένης
Αθάνατη, αν κι αθάνατη όχι πια! Εκπεσούσα μα με αίγλη!
Ποιος θα οδηγήσει τώρα εμπρός τα σκορπισμένα σου παιδιά,
Και θα ξηλώσει της μακράς συνήθειας τα δεσμά;
……………………………………………………….
Την άγια τούτη γη ας προσεγγίσετε,
και εν ειρήνη τα μαγικά ερείπια ας διασχίσετε:
Προφυλάξτε όμως τα κειμήλια μην αφήσετε κανένα αδιάκριτο χέρι
Τον τόπο, αν και τόσο αχρηστευμένος ήδη, να αχρηστέψει!
Δεν είχαν άλλωστε στηθεί τέτοιοι βωμοί:
Σεβαστείτε τ’ απομεινάρια που κάποτε έθνη είχαν σεβαστεί:…
(Απόσπασμα από το Childe Harold, Άσμα ΙΙ)
«Αν έπρεπε να ξαναζήσω –δεν ξέρω από τη ζωή μου τι θα άλλαζα –εκτός κι αν ήταν -να μη ζήσω καθόλου [.] Η ιστορία και η εμπειρία -και όλα τα υπόλοιπα- μας διδάσκουν πως το καλό και το κακό είναι αρκετά ζυγιασμένα σε τούτη την ύπαρξη – κι ό,τι επιθυμεί κάποιος περισσότερο είναι να βρει ένα εύκολο πέρασμα έξω από αυτήν».
«Κι η νύχτα επίσης είναι θρησκευτική υπόθεση -και ακόμη περισσότερο τότε – όταν κοίταξα τη Σελήνη και τα αστέρια με το τηλεσκόπιο του Χέρσελ – και είδα πως υπήρχαν κόσμοι.»
(Αποκομμένες σκέψεις)
*
Ο Percy Bysshe Shelley, 1792-1822, (επιλέγει, μεταφράζει η Ευτυχία Παναγιώτου) καταγόταν από αριστοκρατική οικογένεια και φοίτησε σύμφωνα με την απαίτηση της κοινωνικής τους τάξης στο Ίτον και στην Οξφόρδη. Μαζί με τον φίλο του Thomas Jefferson Hogg συνέγραψαν, τύπωσαν και μοίρασαν στους επισκόπους και στους διευθυντές της Οξφόρδης ένα κείμενο που αρνιέται τον Θεό, εκτός εάν μπορεί να πιστοποιηθεί από τη λογική, τις αισθήσεις και τις μαρτυρίες των άλλων. Το πανεπιστήμιο τον απέβαλε, με τον πατέρα του ήρθε σε ρήξη, παντρεύτηκε τη δεκαεξάχρονη Hlarriet Westbrook και μαζί της ταξίδεψε για να βοηθήσει τους καταπιεσμένους φτωχούς Ιρλανδούς και να υποστηρίξει τα δικαιώματα των Καθολικών. Η περιπετειώδης ζωή του, ο δεύτερος γάμος του με την τη Mary Wollstonecraft Godwin (Mary Shelley), οι θάνατοι των παιδιών του, τα ταξίδια, η σχέση με τον Μπάιρον, ο κύκλος της Πίζας και η ελληνική υπόθεση, συνθέτουν το μωσαϊκό της ζωής του. Στην Ελλάδα δεν πρόλαβε να φτάσει, πνίγηκε με ένα πλοιάριο στα ανοιχτά του κόλπου Σπέτσια, στις 8 Ιουλίου 1822. Ο Μπάιρον είχε πει γι’ αυτόν : «Ήταν χωρίς εξαίρεση ο καλύτερος και ο λιγότερο εγωιστής άνθρωπος που έχω γνωρίσει». Ήταν ο πιο πολυμαθής από όλους, γνώριζε αρχαία τραγωδία, Πλάτωνα, Φιλοσοφία, παρακολουθούσε τις επιστημονικές εξελίξεις και πίστευε στην αγάπη. Μετά τον θάνατό του, η σύζυγός του Μαίρη ανέλαβε να συγκεντρώσει το ανέκδοτο έργο του, το οποίο διακρίνεται για τη θεματική του, την τεχνική του και τη συμπύκνωση της εμπειρίας σε πρωτότυπα σύμβολα. Να μην παραλείψουμε πως ήταν το alter ego του Μπάιρον, ο νους και η σκέψη και ότι χωρίς αυτόν ο Μπάιρον ίσως δεν θα είχε κατεβεί στην Ελλάδα.
Παιδί ακόμα αναζητούσα τα στοιχειά, κι έτρεχα
Σε δωμάτια πολλά, όπου αφουγκραζόμουν ήχους, και σε σπηλιές κι ερείπια,
Σε δάση υπό το φως των αστεριών, με βήματα τρομαγμένα κυνηγούσα
Ελπίδες για σπουδαίες κουβέντες με εκλιπόντες.
Τα βλαβερά ονόματα που έθρεψαν τη νιότη μου καλούσα,
δεν εισακούστηκα –Κανένα τους δεν είδα-
…………………………………………………………………
(Ύμνος στην πνευματική ομορφιά, αποσπ. 5)
«Τ’ όνομά μου Οζυμανδύας , των Βασιλέων Βασιλεύς:
Τα Έργα μου κοιτάξτε κι απελπιστείτε, Ισχυροί!»
Τίποτα παρά σωροί. Γύρω απ’ τη φθορά
Του κολοσσιαίου Ερειπίου, απεριόριστη, γυμνή,
Μόνη και επίπεδη η έρημος απλώνεται μακριά»
(αποσπ. από «Οζυμανδύας»)
«Το λυρικό ποίημα Ελλάς είναι γραμμένο με πρότυπο τους Πέρσες του Αισχύλου. Όπως λέει ο ίδιος ο Σέλλεϊ “ο σύγχρονος Έλληνας είναι απόγονος εκείνων των ένδοξων όντων που η φαντασία σχεδόν αρνείται να θεωρήσει ότι ανήκουν στο είδος μας και έχει κληρονομήσει πολλά από την ευαισθησία τους, τη σβέλτη σκέψη τους, τον ενθουσιασμό κaι το θάρρος τους …»
(από τον Πρόλογο στο ποίημα Ελλάς)
*
O John Keats, 1795-1821 (επιλέγει, μεταφράζει η Λένα Καλλέργη), γεννήθηκε στο Λονδίνο, φοίτησε σε ιδιωτικό σχολείο με Διευθυντή τον Charles Cowden Clarke, ο οποίος τον ενεθάρρυνε να διαβάζει και να μπει στο χώρο της μουσικής και του θεάτρου. Σπούδασε ιατρική και πήρε δίπλωμα φαρμακοποιού, τελικά όμως ασχολήθηκε με την Ποίηση προς την οποία τον ώθησε ο φίλος και εκδότης του, ποιητής και κριτικός leigh Hunt, και τον έφερε σε επαφή με τον κύκλο των ποιητών του Σέλλεϊ.
Οι βιογράφοι και οι κριτικοί του επεσήμαναν την ταχύτητα της εξέλιξής του. Το 1816 φάνηκε η δυναμική του στο σονέτο, ενώ επιχείρησε να πειραματιστεί με μυθολογικά θέματα, με πρότυπο τον Μίλτον τον οποίο θαύμαζε. Προβλήματα υγείας, οικογενειακά και οικονομικά δυσκόλεψαν τη ζωή του, ποιητικά όμως βρέθηκε στην καλύτερη ώρα του. Το 1819 προσβλήθηκε από φυματίωση, το Φθινόπωρο του 1820 πήγε στην Ιταλία προσδοκώντας βελτίωση της υγείας του λόγω κλίματος, αλλά στις 23 Φεβρουαρίου 1821 πέθανε στη Ρώμη. Απόψεις για τη ζωή και την ποίηση του βρίσκονται στην αλληλογραφία του με τον Wordsworth και τον Coleridge.
Όταν φοβάμαι πως θα πάψω να υπάρχω /Πριν του μυαλού μου τον καρπό να έχω συλλέξει, /Πλούσιο, να σφύζει από ζωή και στοίβες να ’χω /
βιβλία με ώριμη σοδειά σε κάθε λέξη … στην όχθη τότε/ Του κόσμου στέκω μόνος και στοχάζομαι ως να δύσουν/ Η αγάπη, η δόξα, και στο τίποτα να σβήσουν.
(«Όταν φοβάμαι»)
Ω, Αττική μορφή! Ωραία πλεγμένη / Με άντρες μαρμάρινους, παρθένες, με κλαδιά/ Δάσους και μ’ άγρια χόρτα κεντημένη∙/ Σωπαίνεις, κι από’ τη σκέψη μάς κρατάς μακριά,/ Όπως η αιωνιότητα. Ψυχρό ειδύλλιο!/Όταν το γήρας τούτη τη γενιά χαλάσει,/ Εσύ θα παραμείνεις, με άλλες θλίψεις/ Απ’ τις δικές μας, φίλη του ανθρώπου, να του λες:/ «Η ομορφιά είναι αλήθεια η αλήθεια ομορφιά»∙ αυτό είναι όλο/ Που γνώρισες στη γη, και όλα όσα πρέπει να γνωρίζεις.
( «Ωδή σε μια ελληνική υδρία» απόσπ. 5).
Η Ανθολογία, πέρα από την εμπεριστατωμένη και διαφωτιστική Εισαγωγή, τις έξι ενότητες, μία για κάθε ποιητή, πορτρέτο του, σύντομο βιογραφικό σημείωμα και επαρκέστατο δείγμα από το έργο του, περιλαμβάνει Σημειώματα των μεταφραστριών, βιογραφικά τους και Βιβλιογραφία.
Πρόκειται για βιβλίο αναφοράς για τον ειδικό, αλλά είναι και ευχάριστο και απολαυστικό για όποιον ενδιαφέρεται για την ποίηση. Στο σκληρό εξώφυλλό που σχεδίασε η Ξένια Τρύφων, έχουμε το πανέμορφο έργο του Wilhelm Bendz –Mountain landscape (1831).