Ο Δημήτρης Δασκαλόπουλος, ο νεότερος και για την ώρα τελευταίος στο είδος του, λογοτέχνης και ερευνητής, καταθέτει στο βιβλίο του, με τον τίτλο Χωρικά ύδατα, ψηφίδες από το «λογοτεχνικό εικονοστάσι» του. Τα μελετήματα αφορούν αφιερώματα και επετείους για λογοτέχνες που τον έχουν απασχολήσει πολύ και επανειλημμένως. Παρά τη διαφορά των εποχών οι συστεγαζόμενοι λογοτέχνες έχουν εσωτερικούς δεσμούς που οφείλονται στη γραφή, το ύφος και την ηθική στάση, την οποία κράτησαν σε όλη τη λογοτεχνική τους πορεία.
Και στις δώδεκα ενότητες του βιβλίου, ο Δασκαλόπουλος θα καταθέσει πολύ ενδιαφέρουσες απόψεις και πληροφορίες.
Στα ερωτικά ποιήματα του Καβάφη π.χ.- πρώτος τη τάξει ο Αλεξανδρινός- θα διευκρινίσει τι εννοούμε «ερωτικό ποίημα», ποια και πόσα είναι αυτά, σε ποια κριτήρια στηρίζεται ο χαρακτηρισμός. Και ως παράδειγμα φέρνει τον Λεύκιο που «μεγάλως θ’ αγαπήθη» ή τα «ηδονικά μυρωδικά» στο ποίημα «Ιθάκη» ή το «εφηβικόν ωραία καμωμένο σώμα» ενός αγοριού. Αυτά όμως δεν είναι κριτήρια επαρκή για τον χαρακτηρισμό τους, μας λέει. όπως και η απροσδιοριστία του φύλου του εραστή, διότι όταν ο Καβάφης ήθελε, μίλησε απροκάλυπτα. Γενικώς η ποίηση του Καβάφη «κρυσταλλώνεται γύρω από το στέλεχος ενός νέους σώματος», είπε ο Σεφέρης και άλλοι άλλα. Ο Δασκαλόπουλος θα κατηγοριοποιήσει τα ποιήματα σε αυτά που παρέχουν ενδείξεις και στα άλλα που έχουν σαφή αναφορά. Τελικώς από τα 305 ποιήματα (154 του κανόνα και όλα τα άλλα), μόνο τα 89 έχουν ερωτικό περιεχόμενο.
Το μελέτημα είναι πολύ διεξοδικό και καταλήγει στη συμβουλή του μελετητή να μην στεκόμαστε κριτικά απέναντι στον άνθρωπο με αφορμή τα ποιήματα και να μην μπερδεύουμε τα πράγματα με τα ποιήματα ούτε να κρίνουμε π.χ. τον Έζρα Παόυντ ή τον Κνουτ Χάμσουν για τις πολιτικές επιλογές τους.
Το δεύτερο κείμενο, πάλι για τον Καβάφη, έχει θέμα τη μορφή του όπως αυτή αποτυπώθηκε στις φωτογραφίες, και τα πορτρέτα. Πέραν των πολλών οικογενειακών φωτογραφιών, έχουμε την προσωπογραφία του Κεφαλληνού το 1921 και την αντίδραση που είχε ο Καβάφης, κατά την πληροφορία του Βάρναλη, ότι πρόκειται για κάτι σαν καρικατούρα, ο Μαλάνος μιλάει για την «αποκαλυπτικότερη εικόνα της ψυχής», ο Σαββίδης το αποκάλεσε «κλασικό», ο Κάσδαγλης «περίφημο», και ο ίδιος ο Καβάφης «με έκανε σαν πουλί»!
Το επόμενο μελέτημα έχει σχέση με τον πατέρα Σεφεριάδη, τον ποιητή Στέλιο Σεφεριάδη, την καταγωγή του, τις σπουδές του, την εξαιρετική κοινωνική του θέση, τους «ριμαρισμένους» δεκαπεντασύλλαβους της μετάφρασης της τραγωδίας Οιδίπους Τύραννος και άλλα έργα που έγραψε. Τα ποιήματα του Στέλιου Σεφεριάδη με τίτλο Απ’ το συρτάρι μου είχαν ευμενή σχόλια από τον Παλαμά. Βεβαίως πρόκειται για μια πνευματική προσωπικότητα, γενικώς, αφού ως ποιητής χάθηκε «ανάμεσα σε τόσα άλλα ωραία και παραμυθένια που χάθηκαν όλα αγύριστα» και ο γιος ξεπέρασε κατά πολύ τον πατέρα κατά το άμμες δε γ’ εσόμεθα πολλώ κάρρονες.
Ο Λευτέρης Αλεξίου είναι μία άλλη προσωπικότητα που έγραφε το περιοδικό Το Κάστρο, όλο μόνος του∙ μία περιοδική έκδοση στίχου και κριτικής, με μεταφράσεις και ποιήματα δικά του, μελετήματα και αναφορές στον υπερρεαλισμό. Ο Αλεξίου παραμένει παραδοσιακός, απορρίπτοντας ό,τι δεν του ταιριάζει. Την ιδέα να γράφει κανείς μόνος του ένα περιοδικό ακολούθησαν και άλλοι –Χριστιανόπουλος, Ιωάννου, ο Λογοθέτης. Ο Δασκαλόπουλος θα μας θυμίσει τις σχέσεις της οικογένειας Αλεξίου με τον Καζαντζάκη. Τελικά, η παρουσία του Αλεξίου – ένα δείγμα homo universalis -στις ανθολογίες, παρά το πάθος του και την αγωνία του για την έκφραση, έχει φθίνουσα πορεία.
Μαλακάσης –Σεφέρης, «επί τα ίχνη μιας σχέσης». Όσο παράξενο και αν φαίνεται το θέμα, ναι, έχει ξανά συζητηθεί και είναι πολύ σημαντικό. Τους δύο ποιητές συνδέει η παράδοση, η λαογραφία ο Ζαν Μορεάς, με τον οποίο ο Μαλακάσης είχε και μια συγγενική σχέση, ενώ ο Σεφέρης μίλησε για τον Μορεάς στο Παρίσι το 1921 στον σύλλογο Ελλήνων φοιτητών. Ο Μπορεάς, παρατηρεί ο Βαγενάς και μας θυμίζει ο Δασκαλόπουλος, «στάθηκε ένα από τα πρώτα ινδάλματα του Σεφέρη», ίσως, επειδή νιώθει και ο ίδιος τη δίγλωσση ποιητική έκφραση. Όταν το 1931 ο Σεφέρης εξέδωσε τη Στροφή, ο κατά 31 χρόνια μεγαλύτερός του Μαλακάσης εξέδωσε τα Αντίφωνα, τα οποία δεν ενθουσίασαν ούτε τον Σεφέρη ούτε το Κατσίμπαλη. Ωστόσο, ο Σεφέρης είχε βιβλία του Μαλακάση στη βιβλιοθήκη του και παρακολουθούσε την εγχώρια ποιητική παραγωγή, γενικώς. Οπωσδήποτε εκτιμά τον Παλαμά, τον Σικελιανό και τον Μαλακάση, τον οποίο αναφέρει στις Έξι νύχτες στην Ακρόπολη και επίσης, σε μια επιστολή του προς τον Λορεντζάτο 1951. Ένα ακόμα θέμα προκύπτει με την «Μπίλιω», στα ποιήματα του Μαλακάση αλλά στις σεφερικές Έξι νύχτες στην Ακρόπολη, καθώς και στο ποίημα «Αργά μιλούσες». Η «Μπίλιω» φαίνεται να σχετίζεται και στους δύο ποιητές με μια ανολοκλήρωτη ερωτική σχέση. Επίδραση; Κρυπτομνησία; Κανείς δεν ξέρει. Το σίγουρο είναι πως ο Σεφέρης παρακολουθούσε τον Μαλακάση, για τον οποίο ο Τέλος Άγρας επαινεί το «γυμνασμένο, το στερεό, το γενναίο, το πολυμήχανο χέρι ενός μικρού κλασικού του έμμετρού μας λόγου».
Patrick Leigh Fermor –Γιώργος Σεφέρης, «περιγραφή μιας φιλίας». Τη φιλία των δύο ανδρών μαρτυρεί η αλληλογραφία τους. Συναντήθηκαν το 1945, στην Αθήνα, με τον Εμφύλιο εν όψει, και πάρα πολλούς ακόμα επιφανείς Άγγλους στην Ελλάδα, λόγω Βρετανικού Συμβουλίου και Πρεσβείας. Του πολυταξιδεμένου Φέρμορ, που έχει το φωτοστέφανο της απαγωγής του Κράιπε, του ταιριάζουν, όπως σχολιάζει ο Δασκαλόπουλος, οι στίχοι «Ευτυχισμένος που έκανε το ταξίδι του Οδυσσέα» από το ποίημα «Πάνω σ’ έναν ξένο στίχο» του Σεφέρη. Βέβαια και ο Σεφέρης πολυταξιδεμένος είναι, αλλά ξενιτεμένος νιώθει μακριά από την πατρίδα του. Οι δύο άνδρες στήνουν τη φιλία τους στο Κυπριακό, αλλά η υποψία ότι ήταν κατάσκοπος υποβόσκει.
Το βιβλίο του Φέρμορ για την Μάνη, μένει ασχολίαστο από τον Σεφέρη, ενώ σχολιασμένο είναι το άλλο για τη Ρούμελη. Με αφορμή το Νόμπελ ο Φέρμορ και η γυναίκα του στέλνουν συγχαρητήρια τηλεγραφήματα. Ένα χρόνο μετά, με αφορμή την ανακήρυξη του Σεφέρη σε Επίτιμο Διδάκτορα της Οξφόρδης, γίνεται συγκέντρωση φίλων στο σπίτι του Χατζηκυριάκου Γκίκα. Αργότερα το ζεύγος Φέρμορ θα αγοράσει χώρο και θα χτίσει σπίτι για μόνιμη κατοικία στην Καρδαμύλη. Με αυτόν τον «τρελό Ιρλανδό» και «γοητευτικό μανιακό», όπως τον έλεγε ο Ντάρελ κάθε νύχτα απάγγελλαν στίχους και έψαχναν σε ποιον ανήκουν.
Η αλληλογραφία με τον Σεφέρη συνεχίζεται μέχρι τον θάνατό του, ενώ ο ο Φέρμορ γράφει κριτικές για τα βιβλία του Σεφέρη. Ο Σεφέρης θα πεθάνει το 1971, η Μαρώ το 2000, λίγο μετά η Τζόαν Φέρμορ και ο ίδιος θα μείνει μόνος χωρίς φίλους. Η επιστροφή του στην πατρίδα ήταν πολύωρη και κουραστική. Στις 9-6-2011, ευτυχισμένος που έφτασε, κοιμήθηκε και δεν ξαναξύπνησε. Το 2004, προσκεκλημένος στην Γεννάδειο Βιβλιοθήκη είχε τραγουδήσει το αγαπημένο του «Φιλεντέμ».
«Ο Γκάτσος πριν από τον Γκάτσο». Όλοι ξέρουμε την Αμοργό, σήμα κατατεθέν του Γκάτσου. Είναι η περίπτωση του ενός έργου που επισκιάζει όλα τα άλλα. Η εκδοτική της ιστορία έχει ως εξής: κυκλοφορεί το 1943, επανακυκλοφορεί συμπληρωμένη με δύο ποιήματα 1963, νέα έκδοση το 1987, μετά το 1922 (από τον Ίκαρο) και έκτοτε από τον Πατάκη. Ο Γκάτσος όμως έχει γραπτά κατά το διάστημα 1930-1943, ποιήματα σε περιοδικά και ένα διήγημα στο περιοδικό Ορίζοντες, τα οποία δεν ενδιαφέρθηκε να συμμαζέψει. Τα ποιήματά του αναπτύσσονται μέσα σε ένα κλίμα ερωτισμού, χωρισμού και πένθους. Τα στιχουργήματα της περιόδου δείχνουν τη στροφή προς την Αμοργό. Παράλληλα, κατά πληροφορία του Κατσίμπαλη οι μεταφράσεις στην Αγγλοελληνική Επιθεώρηση ήταν δικές του και του Γκάτσου και ανάμεσά τους και οι κριτικές που γράφτηκαν στην Αγγλία για το βιβλίο The King of Asine and Other Poems του Σεφέρη, ένα μελέτημα για τον Καβάφη από τον Bowra και μια μελέτη για την ποίηση του Έλιοτ και του Σεφέρη. Στο περιοδικό Τετράδιο μεταφράζει συνεχώς και Λόρκα. Από το 1950 κι έπειτα ο Γκάτσος είναι πλέον καθιερωμένος.
Σειρά έχει ο Νάσος Δετζώρτζης που ασχολείται με βιβλία που γοητεύουν τον Δασκαλόπουλο∙ βιβλία φθαρμένα, λεξικά, με σπασμένες τις ράχες τους, φθαρμένες τις σελίδες τους, έτσι όπως φαντάζεται ότι είναι τα λεξικά του Δετζώρτζη που έτρεχε αμέσως σ’ αυτά για να βρει μια σπάνια λέξη που έπεφτε στο τραπέζι. Ο Κερκυραίος Κύριος Δετζώτρζης, μαθητής του Συκουτρή, είχε αφιερώσει τη ζωή του στα ωραία βιβλία. Σ’ αυτόν χρωστάμε τη φωτοστατική ανατύπωση του έργου του Συκουτρή Μελέται και έργα (1982) και άλλα ενδιαφέροντα. Ήταν συστηματικός όπως δείχνει και η απόπειρα μετάφρασης ενός γαλλικού κειμένου του Σεφέρη που φαινόταν απλό αλλά δεν ήταν και στο οποίο αναγκάστηκε να κάνει 22 σημειώσεις. Μετά το 1984 αποφάσισε να εκδώσει τα λίγα έργα του.
Σημαντικές είναι οι απόψεις του για τη γλώσσα και «για τα αιτήματα της δημοτικιστικής “ορθοδοξίας”». Ο Δασκαλόπουλος λέει πως ο Δετζώρτζης «είχε αλάνθαστο γλωσσικό αίσθημα και κριτήριο» και ότι έμεινε «πεισματικά στο περιθώριο της καθημερινής πνευματικής ζωής». Ωστόσο είχε έργο, η δε λογιοσύνη και η πνευματικότητά του ήταν «αίρεσις βίου».
Ρόδης Ρούφος –Lawrence Darrell, «δύο άσπονδοι φίλοι». Η οικογένεια Ντάρελ είχε έρθει στην Ελλάδα στις αρχές της δεκαετίας του τριάντα (είδαμε και σχετικό σίριαλ στην τηλεόραση, οπότε γνωρίσαμε τα μέλη της και τις δεξιότητες του καθενός). Ο Λόρενς, γνωρίστηκε με τον Μίλερ του οποίου είχε διαβάσει το πολύ ενδιαφέρον βιβλίο Τροπικός του Καρκίνου, ένα βιβλίο χάος, που είχε τα πάντα μέσα και ήταν «πρόκληση για όλους τους κανόνες του καλού γούστου και της μυθιστορηματικής σύνθεσης». Ο Ντάρελ κάλεσε τον Μίλερ στην Ελλάδα και εκείνος ήρθε και γνωρίστηκε με τους λογοτέχνες της γενιάς του τριάντα και με τον Κατσίμπαλη τον οποίον αποθέωσε στον Κολοσσό του Μαρουσιού. Κι έτσι άρχισε μια γνωριμία που κράτησε μισόν αιώνα.
Όταν άρχισε ο πόλεμος, ο Ρούφος ήταν 16 ετών. Σπούδασε νομικά, έγραψε βιβλία στα οποία προσπάθησε να δείξει τον παραλογισμό του πολέμου και για να μη μονοπωλεί η Αριστερά την Αντίσταση. Έγινε διπλωμάτης, ασχολήθηκε με το Κυπριακό και εδώ είναι που συναντιέται με τον Ντάρελ, ο οποίος βρίσκεται στην Κύπρο με φανερούς ρόλους, αλλά και άλλους αδιευκρίνιστους. Ο Δασκαλόπουλος καταλήγει στο ότι ο Ρούφος και στη ζωή του και στη συγγραφική του δραστηριότητα προσπάθησε να είναι, όσο γίνεται, αντικειμενικός και αμερόληπτος, αλλά αυτό δεν γίνεται πάντα. Ο Ντάρελ στα Πικρολέμονα εξυμνεί τον τόπο, αλλά υποβιβάζει τον κυπριακό αγώνα. Ο Ρούφος απαντά με την Χάλκινη εποχή (όχι του Μπάιρον, αλλά τη δική του), όπου αναφέρει τις διώξεις, τους απαγχονισμούς και το αίμα. Ο Ντάρελ κατά τη κρίση του Αλέξανδρου Ξύδη, πρέπει να ήταν ανθέλληνας και τυχοδιώκτης.
Ο Μανόλης Αναγνωστάκης, «Ένας σεφερικός ποιητής». Αυτός είναι ο τίτλος μιας ομιλίας που έκανε ο Δασκαλόπουλος τον Σεπτέμβριο του 2015. Από τα πολλά και ενδιαφέροντα αναφέρουμε την προηγηθείσα εκδήλωση για τα 80 χρόνια του ποιητή στο Μουσείο Μπενάκη. Σεφέρης και Αναγνωστάκης μοιάζουν «παρά τη διαφορετική ποιητική κοσμοαντίληψη» και ενώ ο Σεφέρης φέρνει το παρελθόν στο παρόν, ο Αναγνωστάκης αντιμετωπίζει το παρόν «ως στοιχείο και συμβάν της αυριανής ιστορίας». Ο Αναγνωστάκης συγκινημένος από τη συλλογή Τρία Κρυφά Ποιήματα του Σεφέρη είχε πει: «βαθιά τα Σεφερικά Κρυφά Ποιήματα. Παραμένω, και εμμένω, πάντα σεφερικός (από το 1939)». Τη σχέση του μαρτυρούν φωτογραφίες του ζεύγους Αναγνωστάκη με τον Σεφέρη, στη Θεσσαλονίκη, με αφορμή την ανακήρυξη του ποιητή σε Επίτιμο Διδάκτορα. Και ενώ ο Αναγνωστάκης θεωρείται πολιτικός ποιητής, ο ίδιος έλεγε ότι ήταν και ερωτικός και βέβαια δεν παραδέχεται την ταμπέλα «ποίηση της ήττας|.
Η επόμενη ενότητα με τίτλο Λογοτεχνία και Δημοσιογραφία αφορά τον επιφυλλιδογράφο Γ.Π. Σαββίδη συνεργάτη επί ετών των εφ, Το Βήμα και Τα Νέα. Ο Σαββίδης είναι ο φιλόλογος που μας κληροδότησε αξιόπιστες εκδόσεις αλλά και μεταφράσεις, ανθολόγια, ευρετήρια, χρονολόγια για άλλους ποιητές και ενενήντα βιβλία για επιφανείς όπως Σεφέρης, Καρυωτάκης, Σικελιανός, Αρ. Βαλαωρίτης κ. ά. Νόμιμη σύζυγος η Φιλολογία και ερωμένες η Μουσική, τα εικαστικά, ο κινηματογράφος, το θέατρο, η δημοσιογραφία και άλλες πολλές εγχώριας και διεθνούς παραγωγής. Ιδιαιτέρως βέβαια στράφηκε προς τον Καβάφη, τον Σεφέρη, την Επιφυλλίδα, δείγμα ύφους και γραφής, πάνω στην κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα. Οι επιφυλλίδες του συγκεντρώθηκαν σε πέντε τόμους: Πάνω νερά, Εφήμερον σπέρμα, Καστανόχωμα, Φύλλα Φτερά, και, μετά θάνατον, τα Εδώδιμα. Το ενδιαφέρον και αυτής της ενότητας είναι πολύ μεγάλο. Θα τελειώσουμε με την τελευταία λέξη του μελετητή ότι ο Σαββίδης με την εικοσαετή επιφυλλιδογραφία του «εκόμισε ανάγλυφα μιας τέχνης ταπεινής». ΄
Το βιβλίο ολοκληρώνεται με τη «Στήλη Αλληλογραφίας» των λογοτεχνικών περιοδικών, όπου υπάρχει θησαυρός πληροφοριών, τις Πρώτες δημοσιεύσεις» και το «Ευρετήριο ονομάτων».
Ο Δημήτρης Δασκαλόπουλος είναι άνθρωπος φανατικός για Γράμματα, ένας ευαίσθητος ποιητής, Επίτιμος Διδάκτωρ Φιλολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και βραβευμένος από το Ίδρυμα Πέτρου Χάρη της Ακαδημίας Αθηνών για το σύνολο του έργου του. Είναι και ο συγγραφέας αυτού του σημαντικότατου βιβλίου, με το οποίο μας διδάσκει, μας δίνει πληροφορίες για πράγματα, πρόσωπα και εκδόσεις που εν πολλοίς οι πολλοί αγνοούμε. Και ακόμη, όλα αυτά τα χρήσιμα μας τα προσφέρει, σαν γοητευτικός αφηγητής που είναι, με μεγάλη λογοτεχνική χάρη. …