You are currently viewing Ανθούλα Δανιήλ: Ελένη Λόππα, Μωβ, εκδ. ΑΩ, 2021

Ανθούλα Δανιήλ: Ελένη Λόππα, Μωβ, εκδ. ΑΩ, 2021

Τα μαλλιά της πουδραρισμένα με μωβ σκόνη και τυλιγμένα πυργωτά, σύμφωνα με τη μόδα των παρθένων της Χαναάν.
                                                           (Γκυστάβ Φλωμππέρ, Σαλαμπώ)

 

Στο εξώφυλλο του βιβλίου, η πανέμορφη Simonetta Vespucci του Σάντρο Μποτιτσέλι, (Αφροδίτη, Άνοιξη), αποτελεί τον πρώτο διαφημιστή του. Και ο μονολεκτικός και απόλυτος Μωβ τίτλος με όλες τις συνδηλώσεις του∙ το πένθος, το απαλό φως, στο όμορφο πρόσωπο της Σιμονέτας, τη γυναικεία χειραφέτηση, την αξιοπρέπεια, τη μεγαλοψυχία, την πνευματικότητα, μα πάνω από όλα την απόλυτη ομορφιά. Όλα αυτά τα διαθέτει η νουβέλα της Ελένης Λόππα, η οποία, όσο και αν κρύβεται, διακριτικά αποκαλύπτεται πίσω από την κεντρική ηρωίδα της, τη Μόνικα.  

Η ομορφιά, και αυτή, πληγώνει συχνά, όπως και ο θάνατος και τότε μπορεί να αποδοθεί με ένα μωβ χρώμα ή μενεξελί ή ιώδες, σαν τις βιολέτες της Άνοιξης και του Επιταφίου.  Και ο Επιτάφιος την απόλυτη ομορφιά καλύπτει.

Ο έρωτας φόρεσε τα πένθιμα / Μωβ παντού/ Θα σφραγίσω τα παράθυρα/ Και τις πόρτες / Να μη με φτάνουν τα αρώματα/ Της Άνοιξης

Μια σολωμική αίσθηση από Ελεύθερους Πολιορκημένους δεν μας διαφεύγει στους παραπάνω στίχους και είναι το πρόσωπο της Σιμονέτας που μας θυμίζει τη Σαλαμπώ, την ηρωίδα του Φλωμπέρ που, σαν την Σαλώμη, χόρευε και γοήτευε τον περίγυρο∙ η Σαλαμπώ  με τα ωραία «Τα μαλλιά της πουδραρισμένα με μωβ σκόνη και τυλιγμένα πυργωτά, σύμφωνα με τη μόδα των παρθένων της Χαναάν». Η Σιμονέτα ως Σαλαμππώ και ως Σαλώμη και ως – γιατί όχι;- Μόνικα…

 

Χωρίς επανάληψη του τίτλου, στην μέσα σελίδα, σαν η απώλεια να την αφήνει ακέφαλη, η αφήγηση ορμάει στην ουσία. Και η ουσία είναι πάλι η ομορφιά του τοπίου, το μείγμα από τη μυρωδιά των πεύκων και της θάλασσας, σαν όλα να λένε «ο παράδεισος είναι εδώ». Και εδώ, μέσα στον παράδεισο με θέα τη θάλασσα, το κλειδωμένο σπίτι από καιρό και ανάστατα παντού μύρια όσα: βιβλία, αρχιτεκτονικά σχέδια, άλλα των καλών τεχνών ενθυμήματα και ένα μωβ ντοσιέ – το θησαυροφυλάκιο των αναμνήσεων. Και ενώ ο νους πάει σε κάτι παλιό, τίποτα δεν είναι παλιό.  Η ιστορία αρχίζει με την καραντίνα του 2020 και  ο κορωνοϊός έχει κάνει την εμφάνισή του.

Ένας άντρας, ο Έκτορας, επιστρέφει σαν τον Οδυσσέα, όχι από μακρόχρονη περιπέτεια στην Τροία και στη θάλασσα, αλλά από ένα συνέδριο στο Μιλάνο. Ένας μικρός πυρετός δεν θα τον ανησυχήσει μέχρι που θα αποδειχτεί ότι είναι ο φοβερός ιός. Η ιστορία φαίνεται σαν ερωτική, και σε ένα βαθμό είναι,   όμως, στο περιβάλλον της πανδημίας, παίρνει και άλλες διαστάσεις. Πρωταγωνιστικά πρόσωπα, ο Έκτορας, ωραίος, ερωτικός, μορφωμένος με περιπετειώδη ζωή, και η Μόνικα που τον περιμένει και αγωνιά σαν Πηνελόπη.  στην καρδιά έχει φυτρώσει η αμφιβολία και στο σώμα εκείνου ο ιός.

Εκείνη ήταν μόνη και βίωνε τη χηρεία της, αλλά, αφού τον συνάντησε, δεν ήταν δυνατόν  να  αντισταθεί στην ακατάσχετη εσωτερική της ορμή. Εκείνος κι Εκείνη θα αποτελέσουν το ιδανικό ζευγάρι, αν και εδώ θα αναφανούν ρωγμές. Ωστόσο, και μια νόμιμη σύζυγος παραφυλάει στις κουίντες, για βγει στη σκηνή, μόλις η ώρα του ρόλου της θα το απαιτήσει.

 Η Ελένη Λόππα,  ώριμη συγγραφέας με πλούσιο καλλιτεχνικό διακείμενο, με αγάπες σε όλες τις τέχνες που με κάθε αφορμή την κατακλύζουν, βρίσκει την ευκαιρία να κάνει πλατιά αναφορά στο θέμα του κορονοϊού, στις ενδείξεις, στα συμπτώματα, στην Κίνα, από όπου ξεκίνησε το κακό, στο Μιλάνο και στο Μπέργκαμο, όπου έγινε εφιάλτης, στις χιλιάδες νεκρούς, πέλαγος ανθούν νεκροίς που λέει και ο Γιώργος Σεφέρης.

Ο άρρωστος στην εντατική ξαναζεί τη ζωή  του από την αρχή. Τα μαθητικά του χρόνια, τις φιλοδοξίες του, τις ερωτικές, χωρίς σημασία, σχέσεις του, την επαγγελματική επιτυχία του, τη γυναίκα του που δεν τον συγκινεί πια, τη Μόνικα, της οποίας το πορτρέτο με πολλή αγάπη θα επιμεληθεί και θα φιλοτεχνήσει η συγγραφέας σαν alter ego της και κρυφό ιδανικό της.

Η εξέλιξη του μύθου, όσον αφορά την ερωτική σχέση, ακολουθεί την πεπατημένη, όμως, πίσω από τα γνωστά και αναμενόμενα,  η  συγγραφέας βρίσκει πολλές αφορμές για να προβάλει και να δειγματίσει την ευγενή συμπεριφορά, αλλά και να υποδείξει διακριτικά την πολιτισμένη και να καταγγείλει διακριτικά την ανάρμοστη. Παράλληλα, θα βρει  πάλι και πάλι την ευκαιρία να αξιοποιήσει ποιήματα ως μότο στα κεφάλαια του βιβλίου της και να επιλέξει εύστοχα συνοδευτικά της πρόζας της. Όπως είναι φυσικό, θα παρελάσουν από τις σελίδες της όλοι οι ποιητές και στοχαστές που αγαπά, γνωστοί και άγνωστοι,  οι  πόλεις που επισκέπτεται και τα μνημεία της κάθε μιας.

Ο  ήρωάς της θα έχει την ευκαιρία να ξεφύγει από τα τρέχοντα και να αναπτυχθεί στις μεγάλες διαχρονικές αξίες, όπως η δημιουργός –θεός του επιλέγει. Και η Μόνικα συχνά επιδίδεται στη Fuga, γνωστή από τον αγαπημένο της Μπαχ και όχι μόνο. Fuga, λοιπόν, φυγή από ό,τι τη βασανίζει στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα, και τέχνη πολλή και λογοτεχνία, εκεί είναι ο παράδεισος του πνεύματος και της ψυχής. Στη Βιέννη θα δει φυσικά Μότσαρτ, τους Γάμους του Φίγκαρο (The marriage of Figaro) και τον Μαγικό αυλό (The magic flute), θα επισκεφτεί μουσεία, ναούς, παλάτια και γενικά θα απολαύσει ό,τι αγγίζει το πνεύμα και την ψυχή κάθε φιλομαθούς και φιλότεχνου. Ο Έκτορας θα κάνει ταξίδια και σε άλλες ηπείρους και θα επιδείξει φιλανθρωπική δράση και, καθώς είναι ένας άντρας με τα όλα του, θα ικανοποιεί την ερωτική αδηφαγία του, χρησιμοποιώντας το σύνηθες άλλοθι των παντρεμένων που ξενοκοιτάζουν. Εκείνη γεμίζει το κενό της απουσίας  με τα φάρμακα της τέχνης «που κάνει για λίγο να μη νοιώθεται η πληγή», όπως λέει και ο Κ. Π. Καβάφης. Μεταφράζει γαλλική και γερμανική ποίηση και μας δίνει την ευκαιρία να κρυφακούσουμε τον εμβληματικό στίχο του Πολ Βερλαίν «De la musique avant toute choseEt tout le reste est la literature»  ή για να το πούμε και αλλιώς, η μουσική πριν από όλα και τον έρωτα που ανανεώνει∙ τη μουσική, τη ζωή. 

Με άλλα λόγια, η συγγραφέας αξιοποιεί πολύ καλά ό,τι υπάρχει, αλλά και ό,τι έχει διαβάσει και έχει δει. Άλλωστε, σχεδόν πάντα, τα μυθιστορήματά της έχουν μία λάμψη πολυπολιτισμικότητας και πνευματικότητας..

 Όμως δεν είναι μόνο οι αναμνήσεις του Έκτορα  και της Μόνικας που μας ταξιδεύουν και μας ενημερώνουν για τις εκλεπτυσμένες τους επιλογές..

Νέες αναδρομές θα δώσουν στη Μόνικα την ευκαιρία να μας ξεναγήσει στο Άμστερνταμ, στα μουσεία, στις γέφυρες, στα κανάλια, στον Βαν Γκογκ, στον Ρέμπραντ και γενικώς να μας μιλήσει για ό,τι ωραίο έχει μέσα στην καρδιά της. Κάθε σελίδα στο Μωβ συνιστά και μια περιήγηση στην τέχνη και στην ψυχή, στον έξω ωραίο κόσμο και στον μέσα που πάσχει είτε από θλίψη είτε από ιό. Μόνο που …

 

 Μόνο για λίγο χαιρόμαστε την ευτυχία και μετά  μας παίρνουν απανωτά    

                                        τα βάσανα…

«Ο Άθως άλλαζε χρώματα, καθώς ο ήλιος αντανακλούσε πάνω του».  Και αυτή η εικόνα γεμίζει με τις τρεις γυναίκες, σε πρώτο πλάνο∙ η Έλλη  η νόμιμη, η Μόνικα η αγαπημένη, η Λετίτσια η περιστασιακή (η Πηνελόπη, η Κίρκη, η Καλυψώ;) και πολλές ανώνυμες στα παρασκήνια. Κάθε μία με τα δικά της διαπιστευτήρια «νομιμότητας» πλάι στο Έκτορα. Η μία με τον γάμο, η άλλη με τον έρωτα, η τρίτη με το παιδί που άρχισε να κυοφορεί στο Μιλάνο. Τελικά υπάρχει θεία δίκη, υπάρχει  δικαιοσύνη, που τιμωρεί ή ανταμείβει καθέναν κατά τα έργα του, πέρα από τον θάνατο και από τον τάφο που σκεπάζει τον Έκτορα;;;

Τα όνειρα και οι περί ψυχής σελίδες έχουν μεγάλο μεταφυσικό ενδιαφέρον και είναι  βέβαια γνωστό ότι η ζωή συνεχίζεται στα όνειρα ή τα όνειρα προεκτείνουν την πραγματικότητα ή λειτουργούν ως προφήτες και αγγελιοφόροι από το «αλλού». Αλλά όλα έχουν μεγάλο ενδιαφέρον και τα μικρά και τα μεγάλα: τα κοινωνικά και οικογενειακά  στερεότυπα, η κακή και εκδικητική σύζυγος, η καλλιεργημένη ερωμένη, η άλλη της μιας αστραπής, αλλά και γόνιμη∙ καμία δε βρέθηκε τυχαία στη θέση της. Κάθε περίπτωση και το δίκιο της.

Ο μύθος κρύβει πολλές αλήθειες και όττω τις έραται, και το Μωβ πέραν της θλίψης και του πένθους, μας υπενθυμίζει πως η ζωή τραμπαλίζεται, έχοντας στην άλλη άκρη της τραμπάλας τον θάνατο, με το μωβ να συγκινεί λίγο πριν τον θάνατο ή να τον μισοθεραπεύει  μετά, με τον ερχομό ενός παιδιού.  Η ελληνική φιλοξενία βρίσκει τη θέση της, η μεγαλοψυχία επίσης, όλα με το περιτύλιγμα μιας μεγάλης τέχνης όση και η περιβάλλουσα τη Μόνικα που στρώνει λιτό, σεμνό και αρχοντικό τραπέζι στην Λετίτσια, νεκρόδειπνο, θα λέγαμε, ίσως, συμφιλίωσης και αποδοχής του τετελεσμένου.

Ας πιούμε, λοιπόν,  κι εμείς ένα vino sancto –μετάληψη και ας εμβαπτίσουμε μέσα  ένα καντουτσίνι-όστια  (σε ανάμνηση εκείνου του φλυτζανιού με το τσάι και τη μαντλέν του Μαρσέλ Προυστ) στη μνήμη των όσων χάθηκαν και στην ελπίδα για μια ειρηνική συνέχεια, την οποία ευαγγελίζεται η Λετίτσια σε χρώμα μωβ.

Η νουβέλα έχει τα πάντα: Τα κοινωνικά και οικογενειακά  στερεότυπα, την κακή και εκδικητική σύζυγο, την καλλιεργημένη ερωμένη, την  άλλη της μιας αστραπής, αλλά και γόνιμη. Καμία τυχαία στη θέση που βρέθηκε. Κάθε περίπτωση και το δίκιο της. Η συνέχεια εξασφαλίζεται, ο Έκτορας  συνεχίζεται, μέσω του γιου του. Η λύση του δράματος μωβ….

 Η Ελένη Λόππα έπαιξε καλά και με τον τίτλο και με το θέμα και με το εξώφυλλο. Με τη φιλολογική της επάρκεια, την ωραία ρευστή αφήγηση, τις συχνές εναλλαγές στο θέμα και στο χρόνο, τα ευγενή της γούστα, τις ευαισθησίες της, την πείρα από τις πίκρες και τις ανορθοδοξίες της ζωής, την ελεήμονα ματιά της, την απονομή της δικαιοσύνης, την αποδοχή του αναπάντεχου. Η Ελένη Λόππα πρόσθεσε άλλη μία επιτυχία στο συγγραφικό της έργο και ένα ωραίο βιβλίο στη βιβλιοθήκη της . 

 

                                 

 

 

 

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.