Το 2021, έτος αφιερωμένο στην Επανάσταση του 1821 οδεύει προς την ολοκλήρωσή του. Οι εκδηλώσεις, συγγραφές, δράσεις και παραστάσεις πάρα πολλές. Ανάμεσα τους, μεταξύ άλλων, και η όπερα Μάρκος Μπότσαρης του Παύλου Καρρέρ και η κωμωδία του Σαμάρα Η Κρητικοπούλα, η οποία έκανε πρεμιέρα στις 18 Δεκεμβρίου και ολοκληρώνει τις παραστάσεις της στις 19,21, 23,25 και 27 τρέχοντος μηνός και έτους.
Τα ιστορικά στοιχεία μας δείχνουν και την ανάγκη που δημιούργησε το έργο, το οποίο σήμερα, αφυδατωμένο από το ιστορικό του περιβάλλον, βλέπεται απλώς ευχάριστα, ενώ η αλήθεια είναι πως η κωμωδία κρύβει μεγάλους εθνικούς πόθους.
Ας δούμε πρώτα την ιστορία του έργου, όπως μας παραδίδεται από τον Μανώλη Σειραγάκη, ο οποίος το αξιολογεί ως το σημαντικότερο σε όλο τον Μεσοπόλεμο και το οποίο παίχτηκε σε μορφή κορτσεντάντε από την ΚΟΑ, Κρατική Ορχήστρα Αθηνών το 2011, ενώ η έρευνα αποκατάστασης μουσικής και λιμπρέτου παρουσιάστηκε σε συνέδριο από τον βασικότερο ερευνητή του έργου Γιάννη Τσελίκα που θεωρεί την Κρητικοπούλα Πρότυπο Ελληνικής Οπερέτας. Το ίδιο έργο παίχτηκε και από την ΕΛΣ.
Η Κρητικοπούλα έκανε πρεμιέρα το 1916 και έκτοτε παίχτηκε λίγες μονάχα φορές. Το 1922 στην Αλεξάνδρεια και το 1924 και 1929 στο κτήριο του Εθνικού Θεάτρου στην Αθήνα και το 1944 από την ΕΛΣ. Το 1916, έτος Εθνικού Διχασμού, το έργο ανεβαίνει με τον διεθνούς εμβέλειας Ελληνικό Μουσικό Θίασο του Απόστολου Κονταράτου, την πρώτου μεγέθους Έλσα Ένκελ σύζυγό του στον ρόλο της Αρετούσας και τον ίδιο τον Σαμάρα στο πόντιουμ. Ο θίασος είχε επιχορήγηση από το παλάτι και η προπαγάνδα είχε επενδύσει πολλά στην παράσταση. Έτσι το έργο μόνο υπαινικτικά μπορούσε να λειτουργήσει όπως και έγινε. Την παράσταση παρακολούθησε όλη η βασιλική οικογένεια, αλλά και ο Ελευθέριος Βενιζέλος, επίσης.
Τα πράγματα αγριεύουν με το ξέσπασμα του Εθνικού Διχασμού. Ο θίασος επιχορηγημένος από το παλάτι πληρώνει το αντίτιμο της επιτυχίας του. Το 1918 αποσύρεται από την Ελληνική Σκηνή, ξαναπαίζεται το 1929 και το 1930, επί διακυβερνήσεως Βενιζέλου, έργο που ευνοούσε την ανάμειξη του Βενιζέλου και το 1944 για να εορταστεί η απελευθέρωση, αλλά και πάλι ακολούθησαν τα Δεκεμβριανά. Η οπερέτα με τον Σακελλαρίδη και τον Χατζηαποστόλου στη συνέχεια αλλάζει τον προσανατολισμό της οπερέτας. Η τζαζ μουσική μπαίνει στο θέατρο και η Κρητικοπούλα στο περιθώριο.
Το έργο είναι γεμάτο από στοιχεία αντλημένα από τον Ερωτόκριτο, με πρώτο και κύριο το όνομα της ηρωίδας –Αρετούσα- τον αυλικό γελωτοποιό, το στεφάνωμα του ήρωα και άλλα. Είναι ένα έργο το οποίο μετέθεσε το πολιτικό κλίμα της εποχής της δημιουργίας του στα χρόνια της Βενετοκρατίας. Έτσι ο Βασιλιάς εμφανίζεται ως Βενετσιάνος Δούκας, η Αρετούσα με τα ρούχα του σκοτωμένου αδελφού της συμμετέχει στην εξέγερση εναντίον της εξουσίας ισότιμα με τον αγαπημένο της Μιχάλη και τον κοινό φίλο τους Παύλο, ο οποίος προσέρχεται άοπλος γιατί είναι ερωτευμένος με την Κοντέσα και δεν θέλει να παλέψει εναντίον της ούτε να την χρησιμοποιήσει για να πετύχει πολιτικούς στόχους. Η Αρετούσα συμφωνεί και βάζει σε εφαρμογή το σχέδιο που συνέλαβε το θηλυκό μυαλό της. Έτσι θα πετύχει αναίμακτα το ποθούμενο που είναι Προνόμια για την Κρήτη.
Στη συνέχεια η σύζυγος του Δούκα, μέσα και κωμικές συνθήκες, ερωτεύεται τον νεαρό άντρα –την Αρετούσα δηλαδή- στον οποίο υπόσχεται να παραχωρήσει Προνόμια για την Κρήτη αλλά με ερωτικά ανταλλάγματα. Η Κοντέσα ερωτεύεται τον Παύλο που είχε κάποτε στεφανώσει σε αγώνες γιόστρας. Πάνω στην ώρα φτάνει ο Δούκας. Όμως στην μεταξύ τους αψιμαχία αποκαλύπτονται τα μαλλιά της Αρετούσας, ντροπιάζεται η Δούκισσα, αλλά τώρα ερωτεύεται την Αρετούσα ο Δούκας. Η Αρετούσα ποτέ από το χρέος μη κινούσα, όπως θα έλεγε και ο Καβάφης, ζητά ανταλλάγματα- Προνόμια για την Κρήτη. Η ομορφιά της κερδίζει τους πάντες, αλλά εκείνη δηλώνει πως αγαπά τον Μιχάλη.
Στο παλάτι, στο περιστύλιο, ο Δούκας ανακρίνει την Αρετούσα, παρεμβαίνει η Κοντέσα , ανιψιά του Δούκα, η οποία, λόγω συγγένειας και αγάπης, εξασφαλίζει από τον Δούκα τα Προνόμια για την Κρήτη και τον γάμο της με τον Παύλο. Ο επικεφαλής του διπλωματικού του επιτελείου τον συμβουλεύει να φανεί συμφιλιωτικός για να μην κατηγορηθεί για γεροντικό ερωτισμό, οπότε ελευθερώνει τον Μιχάλη και όλα τελειώνουν μέσα σε ερωτική και ειρηνική ατμόσφαιρα.
Η παράσταση που παρακολουθήσαμε στην Πρεμιέρα του έργου ήταν απόλυτα επιτυχημένη. Το σκηνικό λειτουργικό, αρχικά τα δέντρα και πίσω τα ψηλά βουνά, στην πιο ψηλή κορφή το εκκλησάκι ολόφωτο, η καμπάνα που σημαίνει το «Χριστός Ανέστη» με όλους τους συμβολισμούς με τους οποίους εμπλουτίζεται τη συγκεκριμένη ιστορική στιγμή που γράφεται το έργο, ενώ παράλληλα υποδηλώνονται και οι μαρτυρικές στιγμές που βρίσκονται πιο πίσω στα αιματοβαμμένα χρόνια της ιστορίας του νησιού. Πάνω από το εκκλησάκι ο απέραντος γαλάζιος ουρανός. Οι φωτισμοί αλλάζουν, η φύση ντύνεται με όλα τα χρώματα της ίριδας, και προς το τέλος το φεγγάρι ψηλά και ο κάθε ήρωας με μια μικρή πανσέληνο στο χέρι- φως στο χέρι φως στο πόδι κι όλα γύρω σου είναι φως, όπως λέει και ο Διονύσιος Σολωμός, λειτουργούν σαν σύμβολο ελπίδας, ειρήνης και αγάπης.
Τα μπαρούτια, τα λάβαρα, το παλάτι, όλα συμβάλλουν στην δημιουργία της απαραίτητης ατμόσφαιρας.
Τα κοστούμια, κρητικά και βενετσιάνικα, –γυναικεία και αντρικά- η ορχήστρα οπωσδήποτε και οι καλλιτέχνες όλοι στον ρόλο τους τέλειοι.
Τη σκηνοθεσία είχε ο Πέτρος Ζούλιας ο οποίος μεταξύ άλλων μας λέει ότι στο έργο έχουμε «ο πάντρεμα δύο κόσμων» στους οποίους πρωταγωνιστεί «ένας απαγορευμένος έρωτας μεταξύ μιας κοντέσας και ενός νεαρού Κρητικού, κι από την άλλη η μεταμφιεσμένη Κρητικοπούλα που πυροδοτεί διάφορες παρεξηγήσεις». Η Ελένη Βουδουράκη που είχε ερμηνεύσει την ηρωίδα και παλιότερα και έμπαινε στον ρόλο πιο φοβισμένη, τώρα, με την καθοδήγηση του σκηνοθέτη, «έχει λεβεντιά, πατριωτισμό και ελεύθερο πνεύμα». Το χειροκρότημα θερμό και συχνό και για την κα Σουγλάκου θερμότερο.
Θερμά συγχαρητήρια αξίζουν σε όλους επίσης τους Συντελεστές:
Για τη Μουσική διεύθυνση στον Ανδρέα Τσελίκα, για τη Σκηνοθεσία στον Πέτρο Ζούλια. Για τα Σκηνικά και τα Κοστούμια στην Αναστασία Αρσένη. Για την Κινησιολογία στον : Φώτη Διαμαντόπουλο. Για τον Σχεδιασμό φωτισμών στην Κατερίνα Μαραγκουδάκη, για τη Διεύθυνση Χορωδίας στον Σταύρο Μπερή.
Για τη Μουσική προετοιμασία στον Δημήτρη Γιάκα. Για την
Επιμέλεια μουσικού υλικού στον Βύρωνα Φιδετζή. Για τον
Βοηθό σκηνοθέτη στην Κωνσταντίνα Στράνη.
Ερμήνευσαν οι: Ελένη Βουδουράκη / Μιράντα Μακρυνιώτη, Μαριλένα Στριφτόμπολα / Άννυ Φασσέα, Διονύσης Τσαντίνης / Γιώργος Παπαδημητρίου, Τζουλια Σουγλάκου / Μαρία Βλαχοπούλου, Δημήτρης Πακσόγλου / Κωνσταντίνος Κληρονόμος, Γιάννης Φίλιας / Χρήστος Κεχρής, Μάριος Σαραντίδης / Γιώργος Ιατρού, Παύλος Πανταζόπουλος / Μαρίνος Ταρνανάς
Συγχαρητήρια στους χορωδούς και χορευτές και στην Συμφωνική Ορχήστρα και τη Χορωδία του Δήμου Αθηναίων.
*
Τέλος, ας το πούμε ακόμη μία φορά: Το Ολύμπια, Δημοτικό Μουσικό Θέατρο «Μαρία Κάλλας» όχι μόνο ομόρφυνε την οδό Ακαδημίας, όχι μόνο φώτισε την περιοχή, όχι μόνο επαναδημιούργησε μία Εστία πολιτισμού που είχε σιγήσει, αλλά ντυμένο με τον εορταστικό στολισμό, τα χριστουγεννιάτικα δέντρα και τις γιρλάντες του, τα πορτρέτα της μεγάλης ντίβας στους τοίχους, μας θύμισε τις παλιές του δόξες, τέτοιες μέρες στο φουαγέ, με σαμπάνιες και μπεζέδες, μπαλόνια και χαρά. Σήμερα στο ανακαινισμένο φουαγέ του πρώτου ορόφου λειτουργεί μόνιμη έκθεση για την Μαρία Κάλλας, με προσωπικά της αντικείμενα και τεκμήρια από τη ζωή της και το έργο της.
Η μουντή ατμόσφαιρα της εποχής, λόγω των προβλημάτων που μας έχει φορτώσει βρίσκει ισχυρό αντίδοτο στην illusion που μας προσφέρει το θέατρο για να αισθανθούμε και πάλι άνθρωποι. Συγχαρητήρια λοιπόν και στον καλλιτεχνικό Διευθυντή του θεάτρου Ολιβιέ ντε Κορτ και στον Δήμαρχο της Αθήνας.