στη Μαρία Κοτοπούλη
«Αυτή τη μακάρια μέρα, που είναι η τελευταία της ζωής μου, σου γράφω αυτό… βάζω πάνω από όλα την πνευματική χαρά που μου δίνει η ανάμνηση των αλλοτινών μας συζητήσεων»
(Επιστολή Επίκουρου προς τον φίλο του Ιδομενέα).
Τα αντιθετικά δίδυμα στη ζωή, επομένως και στο θέατρο, είναι ιδιαιτέρως σημαντικά, για την αντίθεση πρωτίστως, την ανατροπή στη συνέχεια και τη σύγκλιση εν τέλει. Για την αντίθεση που τρέχει πρώτη να φανεί και στέκεται στα εμφανή. Για την ανατροπή που δεν θέλει πολύ για να φέρει τα πάνω κάτω και για τη σύγκλιση που περιμένει υπομονετικά τη σειρά της, για το αποτέλεσμα που σοφά θα αποκαλύψει πως η αντινομία, η αντίφαση, η παραδοξότητα είναι μέσα στη ζωή, συστατικό της. Η σοφία δεν βιάζεται να φτάσει. Τρέφεται από τα λάθη που προηγούνται.
Το αντιθετικό δίδυμο, λοιπόν, έρχεται άλλοτε με χιούμορ, άλλοτε με δραματική ένταση και άλλοτε απλά και φυσικά, όπως είναι όλα στη ζωή.
Στην τραγωδία του Σοφοκλή Φιλοκτήτης το αντιθετικό δίδυμο το αποτελούν ο ώριμος και ορθολογιστής Οδυσσέας, ενώ το αντίπαλο δέος ο νεαρός και αγνός Νεοπτόλεμος. Ο πολυμήχανος και ο ανώριμος ακόμα από τεχνικές πολέμου. Θα χρειαστούν τον από μηχανής θεό για να συμπλεύσουν, γιατί ο αρχαίος τραγικός ποιητής γνωρίζει καλά την ανθρώπινη ψυχή καθώς και το δίκιο του πολεμάρχου, που αξιολογεί το δέον συνολικά και το δίκιο νεαρού που δεν βλέπει πιο πέρα από τη λεπτομέρεια.
Λίγα χρόνια πριν ο Γιώργος Μιχαλακόπουλος με τον Γεράσιμο Σκιαδαρέση, στην αρχή, το 2000, και με τον Τάσο Ιορδανίδη δεκατρία χρόνια μετά, έφεραν στη σκηνή το Κάθε Πέμπτη, Κύριε Γκρην , αποδεικνύοντας και πάλι τον βόρειο και νότιο πόλο μιας λογικής και τα αφανή αίτια μιας συμπεριφοράς. Και σταματώ εδώ τα παραδείγματα, ένα αρχαίο και ένα σύγχρονο, για να μπω στο Κάθε Τρίτη με τον Μόρι, όπου ένα νέο αντιθετικό δίδυμο και παρεμφερή τίτλο, φέρνει στην επιφάνεια εκείνο το σοφό δεν τα ’χουν όλα οι νέοι, πλην της αίγλης του σώματος και της «αίγλης του σφάλματος», όπως λέει ο Οδυσσέας Ελύτης. Οι γέροι έχουν τα πιο πολλά, μόνο που και οι δυο, κατά κανόνα, λογαριάζουν λάθος.
Στο έργο που ανέβασε ο χαρισματικός Γρηγόρης Βαλτινός με συμπρωταγωνιστή του και αντίπαλο δέος τον ταλαντούχο Γιάννη Σαρακατσάνη και σκηνοθέτη τον επίσης ταλαντούχο Νικορέτση Χανιωτάκη, δύο άντρες μοιράζονται στη σκηνή, σκέψεις και ιδέες μιας εικοσαετίας που συμπτύσσονται σε ένα λυτρωτικό θεατρικό δίωρο. Ο Κώστας Γεωργουσόπουλος έπλεξε εγκώμιο στην παράσταση και αποκάλεσε τον Βαλτινό ερμηνευτικό αδάμαντα.
Η τέχνη που μιμείται τη ζωή μιλάει για την ιστορία του διάσημου καθηγητή Κοινωνιολογίας Morrie Schwartz (το όνομα στον τίτλο του έργου), που στην πιο κρίσιμη στιγμή της ζωής του, κατάφερε να στρέψει την κλείδα και να ανοίξει το μυαλό του φοιτητή του από το προφανές και τρέχον στο αφανές και σταθερό. Η ιστορία έγινε βιβλίο από τον Jeffrey Hatcher και best seller που συγκίνησε τους αναγνώστες τόσο, ώστε να διασκευαστεί για το θέατρο από το δίδυμο Jeffrey Hatcher και Mitch Albom.
Ο καθηγητής και ο ταλαντούχος πιανίστας φοιτητής του έχουν μια σχέση ειλικρινούς φιλίας, μέχρι την ώρα που πρέπει να χωρίζουν, δίνουν όμως την υπόσχεση ότι δεν θα χαθούν· αλλά χάνονται. Ο νέος πνιγμένος στις δουλειές του, άφησε το πιάνο και έγινε αθλητικογράφος. Ο χρόνος τρέχει,η ζωή τρέχει και ο Μιτς τρέχει, αλλά θα ξανασυναντήσει τον Μόρι. Για τον Μιτς ο χρόνος είναι χρήμα. Για τον Μόρι είναι καιρός για φιλοσοφία, Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι είναι καθηγητής Κοινωνιολογίας. Όταν ξανασυναντιούνται –κάθε Τρίτη- σιγά σιγά, καθόλου δεσμευτικά, ο Μόρι, με χιούμορ και παίζοντας σαν τη γάτα με το ποντίκι, θα παρασύρει τον Μιτς στο δικό του σύστημα αξιών που ο Μιτς, από κεκτημένη ταχύτητα, έχει παραμελήσει. Στο κενό που δημιουργεί ο Μόρι έρχεται ο Μιτς.
Οι σκηνικές λεπτομέρειες είναι συγκλονιστικές. Ο Μόρι μεγαλώνει και συνεχώς παραχωρεί τα όπλα του στον εχθρό χρόνο. Έτσι, στην αρχή ωραίος και άνετος, μιλάει, χορεύει και καμαρώνει. Μετά το βήμα του βαραίνει, στη συνέχεια, από σκηνή σε σκηνή, θα χρειαστεί μπαστούνι απλό, μετά τετράποδο, μετά πι και τέλος κρεβάτι.
Το ωραίο και σικάτο ντύσιμο στην αρχή θα διαδεχτεί η ρόμπα, οι πιζάμες, οι παντόφλες, η άλλη ρόμπα, οι άλλες πιζάμες. Και ο χρόνος ροκανίζει το σαρκίο του Μόρι, αφήνοντας τον εξουθενωτικό βήχα να υποδηλώνει πως η αναπνοή κονταίνει. Κάποτε μέτραγε μέχρι το … μετά μέχρι το είκοσι, έπειτα μέχρι το δεκαοχτώ και σιγά σιγά κατέβηκε κάτω από το δέκα. Η αγαπημένη του αυγοσαλάτα μένει στο ψυγείο αφάγωτη, γιατί δεν μπορεί να μασήσει. Όλα εκείνα που δείχνουν την εξαθλίωση του σαρκίου είναι παρόντα, ενώ το πνεύμα ανθεί και η ψυχή πλουτίζει.
Ο Μόρι είναι ένας Επίκουρος της εποχής μας. Όποιος έχει διαβάσει τον αρχαίο φιλόσοφο θα τον ανακαλύψει στα λόγια του Μόρι και όχι λίγες φορές. Παράδειγμα: είναι πιο τυχερός ο γέρος γιατί έζησε, ενώ ο νέος δεν ξέρει αν θα γεράσει! (Η ευχή «να ζήσεις σαν τα ψηλά βουνά», τα γηρατειά δεν εύχεται;). Ο άνθρωπος πρέπει να ζήσει χωρίς το άγχος της επιτυχίας. Ο νεαρός το έχει, η φιλοσοφική σκέψη, όμως, μας βοηθάει να ζήσουμε αυθεντικά, χωρίς άγχος που ο μεγάλος δεν έχει. Ακόμα λέει ότι ο νους μας αποκτά μια μοναδική ελευθερία στα γηρατειά λόγω της «απουσίας φόβου για το μέλλον». Και άλλα και άλλα που λέει ή υπαινίσσεται ο ήρωας του έργου.
Η κριτικός Μαρία Κοτοπούλη χαρακτήρισε τις ερμηνείες των ηθοποιών «κεντίδι μοναδικό» που «αποφορτίζουν τις δύσκολες στιγμές», ενώ «οι ευεργετικές παύσεις τους αφήνουν να κυλήσει το λυτρωτικό δάκρυ. Απόλαυση η σκηνή της παντομίμας, με την παρουσία-απουσία της συζύγου του φοιτητή» (Διάστιχο, 5 Ιανουαρίου 2019).
Από τους άλλους συντελεστές της παράστασης: Αρχική μετάφραση: Ζαφείρης Χαϊτίδης, Απόδοση: Νικορέστης Χανιωτάκης-Γρηγόρης Βαλτινός, Σκηνικά: Γιάννης Μουρίκης, Κοστούμια: Γιώργος Σεγρεδάκης, Φωτισμοί: Νίκος Βλασσόπουλος, Φωτογραφίες παράστασης: Αγγελική Κοκκοβέ, Διεύθυνση παραγωγής: Μελίνα Καραβά, Παραγωγή: Θέασις Δράσεις Πολιτισμού Επικοινωνία: Μαρκέλλα Καζαμία.
Τις πληροφορίες για τον Επίκουρο, στο βιβλίο του Ντάνιελ Κλάιν, Ταξίδια με τον Επίκουρο, Αναζητώντας τη φύση της ευτυχίας μέσα στο ελληνικό φως, εκδ. Πατάκη, 2014.