Αυτή η μοιραία πόλις, η Αντιόχεια
όλα τα χρήματά μου τάφαγε:
αυτή η μοιραία με τον δαπανηρό της βίο…
(Κ.Π. Καβάφης, «Ας φρόντιζαν»)
Το κείμενο αφιερώνεται στην Τασούλα και στη Δήμητρα που ανακίνησαν το θέμα και στον Γιάννη Ρηγόπουλο που, ως εκ θαύματος, κατέφθασε ήρος Άγγελος, με ένα πλούσιο οπλοστάσιο να με ενημερώσει σε πολλά ενδιαφέροντα, την ώρα που τα ήθελα. Από το άγιο Ίντερνετ, που πάντα είναι πρόθυμο να μας θυμίσει ό,τι έχουμε ξεχάσει, συνέλεξα πολλά και άλλα πιο πολλά από αλλού !
Ο Καβάφης ασχολήθηκε με την Αντιόχεια, κατ’ ευθείαν ή πλαγίως στα ποιήματα: «Προς τον Αντίοχον Επιφανή», «Επιτύμβιον Αντιόχου, Βασιλέως Κομμαγηνής», «Τέμεθος Αντιοχεύς, 400 μ.Χ.», «Ο Ιουλιανός και οι Αντιοχείς», «Μεγάλη Συνοδεία εξ Ιερέων και Λαϊκών», «Σοφιστής απερχόμενος εκ Συρίας», «Ας φρόντιζαν», «Εις τα περίχωρα της Αντιοχείας» και άλλα. Το ποίημα όμως στο οποίο καταθέτει μαγεμένος τον θαυμασμό του στην αρχαία ελληνική πόλη είναι το «Παλαιόθεν Ελληνίς», όπου ο Χρόνος, η Ιστορία και ο καταστροφικός σεισμός χόρεψαν τον χορό του θανάτου. Έναν χορό που είχε ήδη επαναληφθεί, και με πολλά πρόσωπα, στα χρόνια που ακολούθησαν την ακμή της.
Η Αντιόχεια, στα τουρκικά «Αντάκια», που με τραγικό τρόπο είδε το φως της δημοσιότητας αυτές τις μέρες, είναι γνωστή και ως «Αντιόχεια η επί Δάφνη» (η Δάφνη αναφέρεται τρις στο ποίημα του Καβάφη «Εις τα περίχωρα της Αντοχείας». Ίσως, επειδή εκεί υπήρχε ιερό του Απόλλωνα. Ο Τίμος Μαλάνος γράφει πως η «Δάφνη» είναι «περίφημο προάστιο» της Αντιόχειας). Άλλες ονομασίες είναι «Αντιόχεια επί Ορόντου» ή «Αντιόχεια η Μεγάλη».
Η Αντιόχεια ήταν αρχαία πόλη που σήμερα βρίσκεται στην επαρχία Χατάι στη νότια Τουρκία∙ τότε ήταν στην Άνω Συρία, στην ανατολική πλευρά του ποταμού Ορόντη, πρώτη έδρα του Αποστόλου Πέτρου και μεγάλη μητρόπολη της ρωμαϊκής Συρίας. Την ίδρυσε ο Σέλευκος Α΄ ο Νικάτωρ, στρατηγός του Μεγάλου Αλεξάνδρου, το 300 π. Χ., για να τιμήσει τον πατέρα του Αντίοχο (και όχι τον γιο του, όπως γράφει ο Τ. Μαλάνος). Λόγω της πνευματικής της λάμψης ονομαζόταν και Συριάδες Αθήναι. Ήταν στον δρόμο που οδηγούσε προς τον παράδεισο, γι’ αυτό και την διεκδικούσαν με μεγάλο ζήλο οι Ευρωπαίοι, βασιζόμενοι στο εθιμικό δίκαιο, για την είσπραξη φόρων και τις εξουσίες των βασιλιάδων, τότε που η Μέση Ανατολή γινόταν προέκταση της Ευρώπης.
Η Αντιόχεια ήταν το λίκνο του ελληνικού πολιτισμού στη Μέση Ανατολή, το σταυροδρόμι των μεγάλων φιλοσοφικών ρευμάτων, ο τόπος της ανάπτυξης των γραμμάτων και των επιστημών. Κι ακόμα η πόλη που παρήγαγε το «ύφασμα Αντιοχείας» -μετάξι, βαμβάκι, λινό, υφαντό- που άρεσε στον βασιλιά Ερρίκο Γ΄ της Αγγλίας, διάδοχο του Ιωάννη του Ακτήμονα, ώστε να έχει στις κύριες κατοικίες του στον Πύργο του Λονδίνου, στα Ανάκτορα του Κλάρεντον, στο Γουίντσεστερ και στο Γουενστμίνστερ, «Αντιόχεια Διαμερίσματα».
Με τις επιδρομές των Αράβων από τον 10 αι. και έπειτα και με τις Σταυροφορίες άρχισε η παρακμή.
Οι ηγέτες των Σταυροφόρων είχαν έρθει σε συμφωνία με τον αυτοκράτορα του Βυζαντίου Αλέξιο Α΄ να του παραδώσουν κάθε πόλη βυζαντινή που κατακτούν και είχε πέσει σε ξένη επικράτεια. Ο Βοημούνδος του Τάραντα όμως (1096) δεν κράτησε την υπόσχεσή του και όταν ο Ρεϋμόνδος της Τουλούζης τον ρώτησε γιατί, ο Βοημούνδος είπε απλώς ότι οι όρκοι ήταν άκυροι… Η πόλη, μετά από τρομερή αντίσταση στη Βασιλική του Αποστόλου Πέτρου, έπεσε και έμεινε στα χέρια του Βοημούνδου. Όταν αργότερα ο βυζαντινός αυτοκράτορας Ιωάννης Β΄ ήγειρε αξιώσεις επί της Αντιοχείας, ο Πάπας διακήρυξε πως όποιος βοηθούσε τους Βυζαντινούς θα ήταν αιώνια καταραμένος. Όταν οι δρόμοι του μεταξιού έπαψαν να είναι πρόσφοροι λόγω των ταραχών και όταν αργότερα άνοιξαν οι θαλάσσιοι δρόμοι προς τη Δύση, ολοκληρώθηκε η παρακμή της.
Ωστόσο, είχε προηγηθεί η μισαλλοδοξία στο ζενίθ, η μεγάλη αιματοχυσία, οι βιαιοπραγίες και αγριότητες των Χριστιανών εναντίον των Εβραίων, επειδή αυτοί σταυρώσαν τον Χριστό, αλλά και εναντίον των πιστών της παλιάς θρησκείας. Δεν έμεινε ιερό και Ναός που να μην καταστρέψουν οι φανατικοί. Ο ρήτορας Λιβάνιος κατέγραψε την αηδία που ένιωσε από την παραφορά των βρόμικων, αγράμματων, φανατικών, μνησίκακων, εκδικητικών μοναχών και των ακολούθων τους, αλλά και τη θλίψη του για την καταστροφή: «όταν γκρεμίζουν έναν ναό», γράφει, «τρέχουν σε άλλον και σε τρίτο, συσσωρεύοντας τα τρόπαιά τους». Έκαιγαν βιβλία και βασάνιζαν φριχτά τους ιδιοκτήτες τους, γιατί έτσι νόμιζαν ότι γκρέμιζαν τη δεισιδαιμονία. Γι’ αυτό ο Λιβάνιος και ο ποιητής Παλλαδάς έκαψαν τα βιβλία τους πριν ενοχοποιηθούν. Την γυναίκα έπρεπε να την κουρέψει πρώτα και αφού την απογυμνώσει από ό,τι ήταν «ειδωλολατρικό» τότε να την πάρει ο χριστιανός σύζυγος. Αν ήταν σκλάβα τότε την ακρωτηρίαζε πριν την βιάσει. Κάθε συζήτηση πάνω σε θρησκευτικά θέματα ήταν «καταδικαστέα θρασύτητα».
Αυτά και μύρια ακόμα διαδραματίστηκαν στα χρόνια εκείνα που πάλευαν οι φανατικοί για τις θρησκείες τους και οι «έχοντες» εξουσία και χρήμα, για την εξουσία και το χρήμα τους.
Η περιοχή σήμερα είναι μια τουρκική επαρχία. Όπως γράφει ο Γιώργος Σεφέρης στον «Τελευταίο σταθμό»: «Το κρατίδιο της Κομμαγηνής… τόπος βοσκής για τις γκαμούζες». Το κρατίδιο της Κομμαγηνής ανήκει στην Αντιόχεια. Ο τόπος βοσκής για τις γκαμούζες, με τα χρόνια γέμισε πολυκατοικίες και ό,τι είχε απομείνει από τον αρχαίο πολιτισμό, καταπλακώθηκε από τις σύγχρονες οικοδομές που γκρεμίστηκαν πάλι, αφού:
Στην άμμο τα έργα στήνονται μεγάλα των ανθρώπων,
και σαν παιδάκι τα γκρεμίζει ο Χρόνος με το πόδι,
καθώς γράφει ο Κ Γ. Καρυωτάκης στο δίστιχο «Φθορά» και επιβεβαιώνει ο καταστροφικός σεισμός στην παρούσα περίσταση. Πόσες στοιβάδες ιστορίας η μια πάνω στην άλλη; Πόσοι νεκροί στα ερείπια από θρησκευτική «ορθοδοξία» ή κερδοφόρα και εγκληματική υστεροβουλία;
Το έναυσμα γι’ αυτήν την ιστορική αναδρομή, έστω και συνοπτικά, μας έδωσε το ποίημα του Κ.Π. Καβάφη, το οποίο μπορεί να ενταχθεί στα εγκώμια πόλεων, κάτι που συνηθιζόταν τότε στους ρητορικούς λόγους∙ τότε, τον 4ο μ. Χ. αιώνα. Συνηθιζόταν, λέει, ως ένα είδος «έκφρασης», δηλαδή η περιγραφή έργου τέχνης μέσα σε άλλο έργο τέχνης, όπως η περιγραφή της ασπίδας π.χ. του Αχιλλέα στη ραψωδία Σ της Ιλιάδας του Ομήρου- που ο Ρηγόπουλος θεωρεί την «πρώτη επινοημένη “έκφραση”» η οποία «στάθηκε παραγωγική μήτρα, υπερκείμενο και exemplum για μεγάλο αριθμό μεταγενέστερων κειμενικών “εκφράσεων”» και παραθέτει πλήθος παραδειγμάτων. Παράλληλα αναζητεί τη διαδρομή της στα χρόνια του Λιβάνιου του σοφιστή και, συγκεκριμένα, στον Αντιοχικό του Λιβανίου, ύμνο στην πατρίδα του.
Ας δούμε το ποίημα
Καυχιέται η Αντιόχεια για τα λαμπρά της κτίρια,και τους ωραίους της δρόμους· για την περί αυτήνθαυμάσιαν εξοχήν, και για το μέγα πλήθοςτων εν αυτή κατοίκων. Καυχιέται που είν’ η έδραενδόξων βασιλέων· και για τους καλλιτέχναςκαι τους σοφούς που έχει, και για τους βαθυπλούτουςκαι γνωστικούς εμπόρους. Μα πιο πολύ ασυγκρίτωςαπ’ όλα, η Αντιόχεια …καυχιέται που είναι πόλιςπαλαιόθεν ελληνίς· του Άργους συγγενής:απ’ την Ιώνη που ιδρύθη υπό Αργείωναποίκων προς τιμήν κόρης του Ινάχου.[1927] |
Ο Καβάφης σχολιάζει με τον Σαιν Τζον Περς το μοτίβο της απώλειας και της φθοράς κι εκείνος απαντά: il ne reste plus rien maintenant, … και τώρα δεν μένει πλέον τίποτα (Ρηγόπουλος). Ο Καβάφης, λάτρης της Ιστορίας, παρακολούθησε όλη την πορεία της πόλης, όπου «η ζωή του πνεύματος …βρίσκει την ευγενέστερη ενσάρκωση της» (Έντμουντ Κίλι), όλη τη λάμψη και το μεγαλείο της, τη σπουδαιότητά της σε όλους τους τομείς. Εκείνο όμως που απομένει ως απόσταγμα είναι ο τίτλος της, η σπουδαία καταγωγή της∙ «Παλαιόθεν Ελληνίς», από το Άργος, τον Ίναχο και την κόρη του Ιώ που κυνηγημένη από την Ήρα έφτασε εδώ και ίδρυσε την Ιώνη αποικία. Ωστόσο τίποτα δεν ήταν ικανό να αντισταθεί στον επερχόμενο πάσης φύσεως εγκέλαδο που την κατέστρεψε το 526 μ.Χ. επί Ιουστινιανού και πάλι την μετέτρεψε τώρα σε σωρό ερειπίων του σύγχρονου ready made πολιτισμού.
Τον 4ο μ.Χ. αιώνα η ρητορική βρισκόταν ακόμη σε άνθηση, αλλά οι λόγοι δεν απευθύνονταν στον Δήμο ούτε είχαν θέμα τους τα κοινά. Ήταν λόγοι τιμητικοί ή παραινετικοί και αφορούσαν κυρίως δημόσια πρόσωπα -αυτοκράτορες, κρατικούς αξιωματούχους κ.ά. Ο Λιβάνιος όμως, κάνοντας την εξαίρεση, συνέθεσε τον Αντιοχικό του για να τιμήσει την πατρίδα του, την Αντιόχεια, και τον εκφώνησε το 360 μ.Χ. Κι ενώ στο εγκώμιό του αξιοποιεί όλες τις κλασικές αξίες, όπως είναι η φιλοπατρία, η συμμετοχή στα κοινά, η μέριμνα για μια δίκαιη κατανομή του πλούτου, συγχρόνως γίνεται πρόδρομος μιας νέας μορφής λογοτεχνικού είδους που φέρει τον όρο «έκφραση», είδος που θα έβρισκε στην καλύτερη ώρα του στο Βυζάντιο.
Ο Λιβάνιος είχε σπουδάσει στην Αθήνα με δάσκαλο τον Διόφαντο. Δίδαξε στην Αθήνα, στην Κωνσταντινούπολη, σε άλλες πόλεις και στην Αντιόχεια. Ανάμεσα στους μαθητές του ήταν ο αυτοκράτορας Ιουλιανός ο Παραβάτης, ο Μέγας Βασίλειος και ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Το έργο του είναι πλουσιότατο. Ο Επικήδειος στον Ιουλιανό, Λόγοι και 1607 Επιστολές σε αυτοκράτορες, επισκόπους, ρήτορες, φιλοσόφους κ.ά. Η ιστορική αξία τους έγκειται στις πληροφορίες που δίνει για τα επίκαιρο θέματα. Έτσι, από τον Αντιοχικό του, μαθαίνουμε την τοπογραφία, την αρχιτεκτονική μορφή και την κοινωνική σύνθεση μιας πόλης της ύστερης αρχαιότητας, από την οποία δε σώζονται επαρκείς αρχαιολογικές μαρτυρίες. Είναι, με άλλα λόγια, ο Αντιοχικός του το μοναδικό παράθυρο από το οποίο ο σημερινός αναγνώστης θα δει τον ιδεώδη τρόπο διαβίωσης και θα μάθει τις αντιλήψεις των ανθρώπων εκείνης της εποχής, από την οποία δεν απέμεινε τίποτα.
Τίποτα από τη δική μας «παλαιόθεν Ελληνίδα» Αντιόχεια και σήμερα από την τουρκική Αντάκια. Μόνο πλίνθοι και κέραμοι ατάκτως ερριμμένοι … Μόνο πλίνθοι και κέραμοι ατάκτως ερριμμένοι…
Βιβλιογραφία (επιλογή)
1.Τίμος Μαλάνος, Ο Καβάφης, εκδ Δίφρος χ.χ.
2.Edmund Keeley, Η Καβαφική Αλεξάνδρεια, Εξέλιξη ενός μύθου, μετάραση Τζένη Μαστοράκη, Ίκαρος 1979.
- Γιάννης Δάλλας, Ο Καβάφης και η Δεύτερη Σοφιστική, εκδ. στιγμή, 1984.
- Αφροδίτη Καμάρα Αντιοχικός Λιβανίου, Εισαγωγή και μετάφραση, εκδ. Κατάρτι 1989.
- Γιάννης Ρηγόπουλος, Κείμενο και Εικόνα, όρια και δυνατότητες της σύγκρισης, τ. 2ος, ΣΩΒ 2009.
- Δημήτρης Δασκαλόπουλος, Μαρία Στασινοπούλου, Ο Βίος και το έργο του Κ.Π. Καβάφη, εκδ. Μεταίχμιο 2001 και 2013.
- Κ. Π. Καβάφης Τα ποιήματα Δημοσιευμένα και Αδημοσίευτα, Επιμέλεια Δημήτρης Δημηρούλης, εκδ. Gutenberg, 2015.
- Γιάννης Ρηγόπουλος, Σεφερικά Μελετήματα, «Συνομιλία Σεφέρη -Σαιν Τζον Περς», σελ. 16, 60, 61, 62), εκδ. Βαρβάκη, 2016
- Μάρθα Βασιλειάδη, Ο Κ. Π. Καβάφης και η λογοτεχνία της παρακμής, μορφές, θέματα, μοτίβα, μετάφραση από τα Γαλλικά Τιτίκα Καραβία, εκδ. Gutenberg 2017.
- Peter Frankopan, Οι δρόμοι του μεταξιού, εκδ. Αλεξάνδρεια 2022.
- Catherine Nixey, Η εποχή του λυκόφωτος, η Καταστροφή του κλασικού κόσμου από τον χριστιανισμό. Μετάφραση, Μιχάλης Λαλιώτης, εκδ. Αλεξάνδρεια, 2022.
Υπέροχο τεύχος!!!πλήρες πνευματικής αναζήτησης!! συγχαρητήρια!