Η Νάντια Στυλιανού είναι μία πολυσχιδής προσωπικότητα. Κατ’ αρχάς έχει γεννηθεί στην Αθήνα. Είναι Μορφωτική Σύμβουλος και Διευθύντρια στο Σπίτι της Κύπρου στην Αθήνα και επισκέπτρια ερευνήτρια στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Σπούδασε Νεοελληνική, Γαλλική και Συγκριτική Λογοτεχνία στα Πανεπιστήμια Γενεύης, Μονπελιέ, Λυών, είναι αριστούχος Δρ. του Πανεπιστημίου Paul Valéry. Το διδακτορικό της επεξεργασμένο σε μονογραφία κυκλοφόρησε το 2015, στη Γαλλία με τον τίτλο La grécité dans l’ oevre d’ Odysseas Elytis (Η ελληνικότητα στο έργο του Οδυσσέα Ελύτη), έχει διδάξει στα πανεπιστήμια Κύπρου και Μονπελιέ, από το 2007-2017 διηύθυνε τον Τομέα Γραμμάτων στο Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού ως Ανώτερη Μορφωτική Λειτουργός. Έχει διευθύνει συνέδρια και έχει λάβει μέρος ως εισηγήτρια, κείμενά της δημοσιεύονται στις πανεπιστημιακές εκδόσεις Κύπρου, Ιωαννίνων, Μονπελιέ, Στρασβούργου, Ρώμης, του Ιδρύματος Κρητικών σπουδών και σε πολλά περιοδικά, όπως Νέα Εστία, Δέλτος, Ακτή, Διόραμα, έχει εκδώσει το βιβλίο Ζητήματα ερμηνευτικής (2017), τρεις ποιητικές συλλογές και το βραβευμένο πεζογράφημα Νεανικής Λογοτεχνίας Το κόκκινο Δωμάτιο. Ποιήματά της έχει μεταφράσει στα Αγγλικά ο Ντέιβιντ Κόνολυ.
Το παρόν βιβλίο με τον τίτλο Οδυσσέας Ελύτης- René Char, στην επιμελημένη έκδοση από το Μελάνι φέρει στο εξώφυλλο τη φωτογραφία των δύο επιφανών λογοτεχνών των οποίων «Σημείο Τομής Αδαμάντινο» είναι το Αιγαίο. Και όπως γράφει και στο μότο του ο René Char, «Η ζωτικότητα του ποιητή δεν είναι μια ζωτικότητα για το επέκεινα, αλλά ένα σημείο αδαμάντινο του τώρα για παρουσίες υπερβατικές και καταιγίδες πλανόδιες». Στον Πρόλογο του Jacques Bouchard έχουμε και μότο από τον Ηράκλειτο, «Κεραυνός οιακίζει», από τον Ελύτη «Μιλημένη από τον ήλιο η Μοίρα» και από τον Char “Oraguese liberté dans les langes de la foudre sur la souveraineté du vide” .
Η αλφαβήτα μας ξεκίνησε καλά, θα έλεγε ο Ελύτης, για τον οποίο ο Bouchard γράφει ότι «φωτεινός λάμπει στο στερέωμα της ποίησης», ενώ ο Char σκίζει «το έρεβος με κεραυνοβόλους στίχους που μοιάζουν με χρησμούς», έτσι ώστε οι δύο τους να μοιάζουν, αλλά και αντιθετικά να συμπληρώνουν ο ένας τον άλλο, υπό «την υψηλή επήρεια του αινιγματικού Ηράκλειτου».
Η Στυλιανού, στο «Εισαγωγικό Σημείωμά» της θα θέσει τις βάσεις της μελέτης της, θα αναζητήσει τις «δεσπόζουσες ισοτοπίες», θα εστιάσει στη μεσογειακή καταγωγή και των δύο ποιητώνπου στο φως που θα «εδραιώνουν την ποιητική τους σε μια προσωπική ασκητεία της γραφής η οποία τήκεται στην υψικάμινο του υπερρεαλισμού». Θα αναφερθεί εκτενώς στον υπερρεαλισμό, τον οποίο ασπάστηκαν και οι δύο ποιητές στην νιότη τους, αν και το πέρασμά τους από αυτόν ήταν εφήμερο γιατί μετα «ο καθένας σφυρηλάτησε το προσωπικό του ύφος». Θα μιλήσει διεξοδικά για την «αναδημιουργία του μεσογειακού περιβάλλοντος και μιας φαντασιακής πατρίδας», θα αναδείξει τη θέση του καθενός στην ποίηση του 20ου αιώνα και θα φανερώσει την πρωτοτυπία τους. Θα ερευνήσει πώ ο Char από την Προβηγκία και ο Ελύτης από την Κρήτη γοητεύονταν από το φως.
Διεξοδική θα είναι η έρευνα και πάν στη διαλεκτική των αντιθέσεων, που προβάλλεται μεν από τον υπερρεαλισμό αλλά κατάγεται από τον Ηράκλειτο, εφόσον η αρμονία επέρχεται από την διχόνοια και αναλογεί στο βίαιο τέντωμα του τόξου, και το μελωδικό τέντωμα της μουσικής λύρας, μια αλήθεια της ενότητας των αντιθέτων.Για κάθε άποψη θα παραθέσει απόψεις επιφανών, αποσπάσματα από το έργο και των δύο ποιητών καθώς και άλλων ομοτέχνων. Θα μπει στο βάθος των στίχων, θα διερευνήσει τη σκοτεινότητα, θα αναλύσει το ρήμα του Ελύτη «κατακυρθμεύω», σαν κλειδί που ανοίγει την πόρτα της τρίτης πραγματικότητας, διότι «Το θαυμαστό αγαπά να κρύβεται, προφανώς για να κρυφακούει ο ποιητής στις πόρτες».
Θα σχολιάσει τους στίχους του Char ως αφορισμούς «αποτέλεσμα της εσωτερικής ρήξης του όντος», με τρομακτική σύμπτυξη, θα επισημάνει την κυματοειδή γραμμή αφήγησης του Ελύτη, όπου συνυπάρχουν τα αντίθετα, ενώ στον Σαρ η αντίθεση είναι ασύμμετρη.
Η ζωή είναι ένας αέναος διάλογος με τον θάνατο, παρατηρεί η Στυλιανού, το μαύρο και το ζωντανό.Το μαύρο της νύχτας που εμπεριέχει όλα τα χρώματα μέσα της και αντιθέσεις δεν υπάρχουν, παρά μια ανατρεπόμενη συμμετρία, στην αρένα της ζωής, της ποίησης και του έρωτα. Μια πάλη εραστών έρωτα και θανάτου, μια πάλη πνευματική.
Στη μάχη με το φως, Char, Ελύτης, αλλά και Camus θα αγωνιστούν μαζί για τη δημιουργία του Εμπεδοκλή, ενός περιοδικού με στόχο την ανάδειξη του μεσογειακού φωτός, το οποίο στην ποίηση του Ελύτη είναι πηγή δημιουργίας κάθαρσης και μυστηρίου.
Μεγάλη έκταση δίνεται στην αποκαλυπτική στιγμή, η οποία συνδέεται με τη διαφάνεια τη μέσα γνώση ή πέρα γνώση, με την επικοινωνία με τον θάνατο ή το θείο. Η Παναγία που στον Ελύτη παρουσιάζεται σαν μητέρα, ή νησιώτισσα είναι μέρος της φύσης, «κληματόφυλλα» και «ελιά» είναι η «αιώνια κόρη», κατά την Ιλιουλίτα Ηλιοπούλου, «η αθωότητα, ο έρωτας και η αγιότητα μαζί». Στον Char, η Παναγία δραπετεύει από την Εκκλησία και τρέχει στους δρόμους «γίνεται εκ νέου η φωτοδότρια θεότητα» (μα θυμίζει εδώ τον Γιάννη Ρίτσο και την Κυρά των Αμεπλιών, τον Ιησού στο Όνειρο Καλοκαιρινού Μεσημεριού και όχι μόνο). Με την ίδια θετική σηματοδότηση εμφανίζεται και ο Άγγελος ή Αρχάγγελος και στον Ελύτη και στον Char. Ειδικά στον Char οι θεοί είναι «λόγια ειπωμένα», είναι «φιλοσοφικές αλήθειες στις οποίες αποδίδουμε λατρεία».
Η ποιητική στιγμή είναι αποκαλυπική, είναι μια λάμψη αυτοσυνειδησίας, είναι δημιουργική -η Στυλιανού θα κάνει πολλές αναφορές στους Γάλλους ποιητές- και ακόμα είναι η ισόβια στιγμή που ο ποιητής ζητά να της δώσει διάρκεια.
Η Στυλιανού θα μελετήσει και τη σχέση της ποίησης με τη ζωγραφική στο έργο και των δύο ποιητών, θα παρέμβει στα ενδότερα στίχων και εικόνων, θα βρει ενσωματωμένη τη λέξη «Άδης» στα εσώψυχα της λέξης «Παράδεισος», θα αναφερθεί στην πλαστή λέξη «άδυσος» (η οποία όμως μας πάει και στην καζαντζακική λέξη «άβυσσος» τόπο ή χρόνο, όπου αρχίζει και τελειώνει η ζωή, σύμφωνα με τον μεγάλο Κρητικό συγγραφέα. Άδυσος (Άβυσσος), Παράδεισος, Άδης.
Το τελευταίο κεφάλαιο, αφιερωμένο στον μεσογειακό ανθρωπισμό, στην αναζήτηση της αρμονίας του ανθρώπου με τη φύση, στην ισορροπία των αντιθέτων, την αποποίηση του καρτεσιανού ορθολογισμού, στην προβολή του λαού που είναι για τον Ελύτη ο «διακάτοχος αδιάφθορης σοφίας, φορέας του θείου και του μαγικού κόσμου», και για τον Char οι άνθρωποι του λαού έιναι «άνθρωποι της αλήθειας».
Η τέχνη έχει ανθρωπιστική αποστολή για τον Ελύτη και είναι το ιδεώδες Δικαιοσύνης. Το Κάλλος, το Αγαθό και το Θείο είναι ισοδύναμα και η Νάντια Στυλιανού, με βαθιά γνώση και ευαισθησία, με πλούσιες αναφορές στα ποιητικά και πεζά έργα και στην βιβλιογραφία, ανέδειξε την παραπάνω αλήθεια αλλά και τη σχέση των δύο μεγάλων