Η Ιουδήθ (πρόκειται για γυναικείο όνομα, το αντίστοιχο του Ιούδα) ή Τζούντι ή Τζουντίτα είναι μία ηρωίδα που έρχεται από τη Βίβλο. Συγκεκριμένα από το Δευτερονόμιο. Το όνομά της σημαίνει «τιμημένη» ή απλώς και μόνο «γυναίκα από την Ιουδαία». Είναι αυτή που έσωσε την πατρίδα της από τον Ολοφέρνη. Ο Ολοφέρνης ήταν στρατηγός του Ασσύριου Βασιλιά Ναβουχοδονόσορα, ή Nabuco, όπως μας είναι γνωστός από τον Βέρντι και την ομώνυμη όπερα, ο οποίος έρχεται με σκοπό να υποδουλώσει την Ιουδαία…
Η Ιουδήθ, μία ωραία χήρα, βλέποντας τον κίνδυνο, αναλαμβάνει δράση. Παρουσιάζεται στον Ολοφέρνη, δήθεν για να ζητήσει προστασία ή, άλλοι λένε, για να του υποδείξει τρόπους να πετύχει τον πολεμικό του στόχο. Άγνωστοι αι βουλαί του Κυρίου και της Ιουδήθ και τα φαινόμενα μπορεί να απατούν, όπως απατήθηκε και ο Ολοφέρνης θαμπωμένος από την ομορφιά της. Ο διακαής πόθος του να κατακτήσει την γυναίκα, σαν πρελούδιο της κατάκτησης της χώρας, τον ωθεί να απλώσει το χέρι στον απαγορευμένο τον καρπό και, μη γνωρίζοντας ο δυστυχής τι κρύβει αυτή η θέα, έχοντας επίσης την ιδέα πως όποιος κρατάει σπαθί εύκολα τα πάντα κυριεύει, την καλεί στη σκηνή του για τα περαιτέρω. Της παραθέτει πλουσιότατο γεύμα, όπου θα καταναλώσει άφθονο κρασί και πριν μεθύσει απ’ το κρασί, μεθυσμένος ήδη από επιθυμία, θα πέσει στην αγκαλιά της. Και τότε εκείνη εύκολα του παίρνει το κεφάλι και σώζει την πατρίδα της, αφού του Ολοφέρνη ο στρατός διαλύθηκε και έφυγε απ’ τη χώρα. Η Ιουδήθ θριάμβευσε πάνω στον βάρβαρο Ολοφέρνη.
Η Ιουδήθ βγαίνει από τα σύνορα της Βίβλου
Χρόνια πολλά μετά τον βιβλικό μύθο, τον Ιούλιο του 1716 οι Τούρκοι είχαν αποβιβαστεί στην βενετοκρατούμενη Κέρκυρα, τελευταίο προπύργιο των Οθωμανών για την κατάκτηση του τότε Δυτικού κόσμου. Μπροστά στον μεγάλο κίνδυνο που διέτρεχε η Βενετία, συμμάχησε με την Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και στις 18 Αυγούστου οι ενωμένοι στρατοί, 5.000 ένοπλοι, νίκησαν 30.000 Τούρκους υπό την ηγεσία του Καπουδάν πασά, οι οποίοι εγκατέλειψαν το νησί. Αρχηγός των συμμαχικών δυνάμεων ήταν ο Σάξων κόμης Johann Mathias von der Schulenburg.
Η Γαληνοτάτη Δημοκρατία της Βενετίας, για να εορτάσει αυτή τη νίκη εναντίον των Τούρκων στα νερά της Κέρκυρας, το ίδιο εκείνο έτος, ανέθεσε στον Αντόνιο Βιβάλντι να συνθέσει έργο νικητήριο. Ο Βιβάλντι (1678-1741) είναι βέβαια γνωστός στους περισσοτέρους φιλόμουσους για τις περίφημες «Τέσσερις εποχές» του, υπήρξε δεξιοτέχνης βιολονίστας, δάσκαλος μουσικής, ιερέας της καθολικής εκκλησίας, αλλά και ένας από τους σημαντικότερους συνθέτες της μπαρόκ εποχής. Το έργο που συνέθεσε για την περίσταση ήταν το ορατόριο η Juditha triumphans devicta Holofernis barbarie, το μόνο που σώθηκε από τα τέσσερα με το ίδιο θέμα. Το λιμπρέτο, μετάπλαση του παραπάνω βιβλικού μύθου, υπέγραψε Iacopo Cassetti. Το έργο έκανε πρεμιέρα τον Νοέμβριο του 1716 με την ορχήστρα και τη χορωδία Ospedale della Pietà, παρουσία του στρατηγού Mathias von der Schulenburg και σημείωσε μεγάλη επιτυχία. Η Βενετία νίκησε του Τούρκους, όπως η Ιουδήθ τον Ολοφέρνη.
Ο ανδριάντας που έχει στηθεί προς τιμήν του Κόμητος Schulenburg, στην Σπιανάδα της Κέρκυρας, και μάλιστα ενώ ήταν ακόμα εν ζωή, κάτι που αποτελεί εξαιρετική τιμή, θυμίζει την νίκη αυτή.
Το θαυμάσιο έργο Juditha triumphans» RV 644 [Accademia Bizantina – O.Dantone] του Αντόνιο Βιβάλντι, ακούμε εδώ: https://www.youtube.com/watch?v=KNKXik-jJO8.
Προσφάτως, είχαμε την ευκαιρία να παρακολουθήσουμε μία ακόμα εκτέλεση, στην Αθήνα αυτή τη φορά και, συγκεκριμένα, στο Μεσογειακό Φεστιβάλ του Δήμου Καλλιθέας, στον χώρο του Πολιτισμού στις 18-9-21 ζωντανά και σε στιλ «κονσερντάντε», πράγμα που, όπως γράφει η μουσικοκριτικός Σοφία Θεοφάνους στην κριτική της, στην εφ. Εστία, στις 8-10-21, «μας διευκόλυνε περισσότερο να ακροασθούμε τον ήχο των πέντε τραγουδιστών, την ορχήστρα εγχόρδων με μαέστρο τον Μαουρίτσιο Κολασάντι και την χορωδία «Φίλιι Νόλας» υπό την διεύθυνση της Μαρίας Μπαζού. Στο τσέμπαλο ήταν ο Φρίξος Μόρτζος, και στην Αναγεννησιακή θεόρβη, η Εφη Μηνακούλη.
Η κοντράλτο Μαρίτα Παπαρίζου υπηρέτησε επακριβώς την λυρική ομορφιά του έργου του Βιβάλντι. Ρυθμική ζωτικότητα με άμεμπτες κολορατούρες στα γρήγορα μέρη, τόσο στις άριες όσο και στα ρετσιτατίβι, αλλά και με βοηθό τις ωραίες χαμηλές της νότες επέτυχε να καταστεί συγκινητική η ερμηνεία στην τελική άρια του αποκεφαλισμού.
Αρίστη επίσης η εκτέλεση της σοπράνο-κολορατούρας Μαριάννας Μανσόλα στον ρόλο του Βαγώα που μας εξέπληξε με τις κολορατούρες, τις πλήρεις καθαρότητος, διαφάνειας, και ακρίβειας ακόμη και στα περισσότερο πιανίσσιμι μέρη.
Η μέτζο σοπράνο Μαργαρίτα Συγγενιώτου ως Ολοφέρνης, η Ρόζα Καπόν-Πουλημένου ως Αβρα, και η Μαρία Κατσούρα ως Οζίας εκάλυψαν άριστα τους ρόλους τους, με σωστή τεχνική, ευρύτητα στην φωνητική τους γκάμα και ευκρίνεια στους διαλόγους.
Η συνοδεύουσα ορχήστρα παρουσίασε με τους σολίστες και την χορωδία ένα συμπαγές μουσικό σύνολο, ενώ οι αφηγητές Γιώργος Αχλαδιώτης και Φρέζη Μαχαίρα, μας παρουσίασαν παραστατικά την όλη ροή της υποθέσεως».
*
Η Ιουδήθ βγαίνει από τα σύνορα της Ιστορίας. Η Ιουδήθ γίνεται πλέον σύμβολο φεμινιστικό που διατρέχει του αιώνες και μεταπλάθεται από τέχνη σε τέχνη.
Η Αρτεμισία Τζεντιλέσκι (1593-1653), μαθήτρια του Καραβάτζιο (Μικελάντζελο Μερίτζι ντα Καραβάτζιο, 1571-1610) ζωγράφισε την Ιουδήθ με μεγάλο ρεαλισμό για να αποτινάξει από πάνω της, αλλά και πάνω από κάθε γυναίκα, την καταπίεση, τον υποβιβασμό, την αδικία και τον βιασμό που υπέστη η ίδια, όπως και πολλές άλλες γυναίκες ανά τους αιώνες. Κατ’ αρχάς η Τζεντιλέσκι μαθήτευσε στη Ρώμη, κοντά στον ζωγράφο πατέρα της, τον Οράτσιο Τζεντιλένσκι. Επειδή οι γυναίκες δεν επιτρεπόταν τότε να σπουδάζουν σε Σχολή, ο πατέρας της έφερε τον ζωγράφο Αγκοστίνο Τάσσι για να την διδάξει. Εκείνος την βίασε εν ώρα μαθήματος. Για να συνεχίσει τη σχέση του μαζί της, της υποσχέθηκε γάμο, κρύβοντάς της ότι ήταν ήδη έγγαμος κι ένας απατεώνας που είχε πολλές δοσοληψίες με τη δικαιοσύνη. Όταν ο πατέρας της Αρτεμισίας κατάλαβε πως γάμος δεν θα γινόταν τον κατήγγειλε. Στη δίκη, που διήρκεσε εφτά μήνες, η Αρτεμισία καταεξευτελίστηκε μέσα την αίθουσα του δικαστηρίου, βασανίστηκε, υπέστη δημοσία γυναικολογική εξέταση, χωρίς τελικά να βρει το δίκιο της. Όμως, το βιασμένο σώμα της και το επαναστατημένο μυαλό της απένειμε, μέσα από την τέχνη της, δικαιοσύνη, όπως δείχνει ο πίνακας με τον ανατριχιαστικό ρεαλισμό που φιλοτέχνησε και εικονίζει τον αποκεφαλισμό του Ολοφέρνη/ Τάσσι.
Παρόμοιο έργο με τον αποκεφαλισμό του Γολιάθ από τον Δαυίδ είχε φιλοτεχνήσει και ο Καραβάτζιο, το οποίο καταφανώς είχε ως πρότυπο η Αρτεμισία.
Αρτεμίζια Τζεντιλέσκι, Η Ιουδήθ αποκεφαλίζει τον Ολοφέρνη
Στη συνέχεια, το 1614, η Αρτεμισία παντρεύτηκε και έφυγε στη Φλωρεντία, όπου είχε την προστασία των Μεδίκων και λίγους μήνες αργότερα έγινε η πρώτη γυναίκα μέλος της Accademia delle Arti del Disegno. Στην Φλωρεντία συνάντησε και ερωτεύτηκε τον Φραντσέσκο Μαρία ντι Νικολό Μαρίνγκιμ και απέκτησε δικό της εργαστήριο, πράγμα πολύ σημαντικό στα χρόνια εκείνα. Ακολούθησαν οικογενειακές περιπέτειες και η Αρτεμισία επέστρεψε στη Ρώμη το 1621. Μετά πήγε στη Νάπολη. Το 1638 στην Αγγλία, κοντά στον πατέρα της που είχε γίνει αυλικός ζωγράφος στην αυλή του Καρόλου Α΄. Όταν ο πατέρας της πέθανε το 1639 επέστρεψε στη Νάπολη, όπου έζησε το υπόλοιπο της ζωής της, μέχρι τον θάνατό της το 1652.
Κατά την διάρκεια τη ζωής της, η Αρτεμίζια Τζεντιλέσκι κατάφερε να πετύχει το αδύνατο. Να γίνει σημαντική στο έργο της σε έναν κόσμο ανδροκρατούμενο τον 17ο αιώνα. Έγινε το σύμβολο της γυναίκας που ξεπερνά τα όρια, τα εμπόδια και τις προκαταλήψεις της εποχής της. Ο πίνακάς της Η Ιουδήθ αποκεφαλίζει τον Ολοφέρνη έργο του 1614-1620, βρίσκεται στην γκαλερί Ουφίτσι, στην Φλωρεντία.
Άλλη εκδοχή από της Ιουδήθ από τη Lavinia Fontana
Στη νεότερη Ζωγραφική, ο Gustav Klimt (1862 – !918) ζωγραφίζει την Ιουδήθ, αλλά ελάχιστα δείχνει το κεφάλι του Ολοφέρνη για να μην τραβήξει αυτός το μάτι του θεατή.
Στα 1931 ο Γάλλος λογοτέχνης και διπλωμάτης Ζαν Ζιρωντού γράφει το θεατρικό του έργο Ιουδήθ.
Λόγω του αποκεφαλισμού του Ολοφέρνη, η Ιουδήθ έχει συσχετιστεί με τη Σαλώμη, η οποία βεβαίως, αποκεφάλισε τον Ιωάννη, για τελείως άλλους λόγους.
Ο Χάουαρντ Μπάρκερ εμπνεύστηκε από την Τζεντιλέσκι το δικό του θεατρικό έργο το οποίο παρουσιάστηκε στο θέατρο με τον τίτλο Σκηνές από μία εκτέλεση, (στην Ελλάδα, σε σκηνοθεσία Κων/νου Αρβανιτάκη). Ο δημιουργός εστίασε σε δύο στοιχεία. Αφενός στην ομορφιά της Ιουδήθ που προκάλεσε τον πόθο του Ολοφέρνη και από την άλλη στην αγριότητα της σκηνής. Αυτή ακριβώς η αντίφαση υπήρξε η πρόκληση για το έργο του Μπάρκερ.
Αν τελικά δούμε την Ιουδήθ ως αλληγορία, τότε η Ιουδήθ είναι η Ιουδαία και ο Ολοφέρνης είναι αυτός που άπλωσε το χέρι του σε ό,τι του αρέσει και ας μην του ανήκει. Αυτή η πράξη, λέει η «Ιουδήθ», δεν μπορεί να μείνει ατιμώρητη. Ο Μπάρκερ όμως οδηγεί το έργο του μακριά από το αρχικό θέμα. Η Ιουδήθ μετά τον αποκεφαλισμό θέλει να συνευρεθεί με το αποκεφαλισμένο σώμα (όπως η Σαλώμη φιλάει το κομμένο κεφάλι του Ιωάννη), αλλά αυτό είναι αδύνατο. Στο τέλος μετανοεί για ό,τι έκανε. Βεβαίως, ο κάθε δημιουργός επεξεργάζεται αλλιώς τον αρχικό μύθο και δίνει τις δικές του προεκτάσεις. Το αποτέλεσμα όμως είναι πως η γυναίκα η αδικημένη, η βιασμένη, η εκδικήτρια, βγαίνει από τα περιορισμένα όρια του παραδοσιακού της ρόλου και αναλαμβάνει δράση, όταν το δίκιο της πνίγεται από τον ισχυρό…. Αν μετανιώνει, ή όχι, μετά, αυτό δείχνει πως δεν είναι εκδικητικό θηρίο, αλλά πάσχουσα ανθρώπινη φύση που ύψωσε τη φωνή της ενάντια στον βιαστή της.