You are currently viewing Ανθούλα Δανιήλ: Στέφανος Κωνσταντινίδης, ΝΟΜΑΔΑΣ Γ΄ – Μετά τα Εκβάτανα, Εκδόσεις Βακχικόν 2019

Ανθούλα Δανιήλ: Στέφανος Κωνσταντινίδης, ΝΟΜΑΔΑΣ Γ΄ – Μετά τα Εκβάτανα, Εκδόσεις Βακχικόν 2019

Ο Στέφανος Κωνσταντινίδης στο ΝΟΜΑΔΑΣ Γ΄ Μετά τα Εκβάτανα,  βιβλίο με πολύ ωραίο, μοντέρνο εξώφυλλο και σε επιμελημένη  έκδοση από τις εκδόσεις Βακχικόν,  αρχίζει την αφήγησή του από την ιστορία τη δική του και φτάνει στην ιστορία του κόσμου μας. Σπουδές, ταξίδια,  πολιτικές περιπέτειες,  επιστήμες, τέχνες, βιβλία και άλλα. 

Τα Εκβάτανα είναι αρχαία πόλη της Περσίας, με χρυσά παλάτια και χρυσούς ναούς. Από εκεί πέρασε ο Μ. Αλέξανδρος και οι Επίγονοι, κάποτε. Σήμερα είναι μια πόλη με εμπορικά καταστήματα και τράπεζες. Με τον μαγικό δάχτυλο του εκσυγχρονισμού και η Πενταλιά, η ιδιαίτερη πατρίδα του αφηγητή, ήταν ένα χωριό, προπολιτισμικός παράδεισος. Σήμερα είναι μια πόλη με εμπορικά καταστήματα και τράπεζες.

Αρχίζει, λοιπόν, την ιστορία του σαν παραμύθι: «Τα καλοκαίρια μετακομίζαμε από τη Βαβυλώνα στα Θερινά Ανάκτορα. Στη Ρωξάνη άρεσαν τα Εκβάτανα… Αυτή τη φορά, επιστρέφοντας στην Πενταλιά από τη Βαβυλώνα, θα δυσκολευτείς πολύ, Αλέξανδρε, να την γνωρίσεις…», λέει, σε δεύτερο πρόσωπο, απευθυνόμενος στον αρχαίο μεγάλο βασιλιά και καμάρι του Ελληνισμού που τον καθιστά αποδέκτη της αφήγησής του, συνομιλητή του και alter ego του.  Οπότε ο συγγραφέας, με το προσωπείο του ήρωα του βιβλίου -Απόλλωνα Θρασυβουλίδη- αλλά και του Αλέξανδρου, σαν πιραντελικός ήρωας, παρουσιάζεται και ως ένας και ως άλλος.  Και θα δυσκολευτεί να αναγνωρίσει ο Αλέξανδρος την Πενταλιά, δηλαδή, ο συγγραφέας το χωριό του, γιατί η Πενταλιά, είναι σήμερα σαν τα Εκβάταναˑ πόλη εμπορική, με «διαπλεκόμενους επιστήμονες, τραπεζίτες, πολιτικούς, τα κέρατά μου, Αλέξανδρε, καλύτερα να έμενες στη Βαβυλώνα, η Πενταλιά που ήξερες δεν υπάρχει πια».

 Ο ήρωας του βιβλίου είναι ένας  Έλληνας της διασποράς, ένας νομάδας που ταξιδεύει από το τόπο σε τόπο, για να βρει τη μοίρα του, όπως και πολλοί Έλληνες που, μετά τον Εμφύλιο και τη μετεμφυλιακή τραγωδία, άλλη διέξοδο δεν έχαν. Ο Θρασυβουλίδης ξεκινάει από την Πενταλιά της Κύπρου, για να πάει στο γυμνάσιο και έπειτα στην Αθήνα για να σπουδάσει φιλολογία και μετά στο  Παρίσι για μεταπτυχιακές σπουδές και έπειτα στον Καναδά για πανεπιστημιακή καριέρα.

Άνθρωπος ακέραιος και ειλικρινής, θα κυνηγήσει την αλήθεια και την ελευθερία, θα ερμηνεύσει τους χρησμούς, τα σημεία και τα τέρατα της πολιτικής, τα μυστικά της ποίησης, τα πορίσματα της επιστήμης, τις σκέψεις της φιλοσοφίας. Όλα αυτά θα αποτελέσουν το υλικό του βιβλίου του. Από τις σελίδες του θα αναδυθούν ονόματα ιστορικά και λογοτεχνικά, όλα με το πάθος για ελευθερία και αλήθειαˑ 

Ονήσιμος,  Αντώνης Οικονόμου, Μαντώ Μαυρογένους,  Υπατία,  Τσε,  Ροβεσπιέρος,  Μπολιβάρ, Αυξεντίου, ηγούμενος Γερμανός παπα-Ανυπόμονος, Διονύσιος Σολωμός, Βασίλης Μιχαηλίδης, Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι.

Οι Έλληνες που διέφυγαν στο εξωτερικό λόγω των πολιτικών ανωμαλιών (Χούντα-Εγγλέζοι, Σοβιετικοί) ζήτησαν διαφυγή στην πόλη του φωτός, το Παρίσι και εκεί, στα καφέ γύρω στο Πάνθεον, μιλούσαν πολιτικά για το μέλλον της Ελλάδας.   Μεταξύ αυτών και ο ήρωάς μας. «Εγώ ο χωρικός από την Πενταλιά της Πάφου… στο Παρίσι του Μάη του ’68, θα συναντούσα τον Αστέριο… ο Αστέριος θα έφευγε για τον Καναδά κι εγώ θα ακολουθούσα». Σαν να λέμε ακολούθησε το αστέρι του, αν τα ονόματα έχουν κάποιον συμβολισμό. Ένα φτωχόπαιδο με πατέρα βοσκό που η μόρφωση φάνταζε σαν παραμύθι, φόρτωσε τις βαλίτσες του στο «κάρο», όπως έχουν  εξελληνίσει το αυτοκίνητο οι Έλληνες του Καναδά, και έφυγε. 

Έχοντας γνωρίσει  το Παρίσι και  βλέποντας τον Καναδά, τα βρίσκει όλα μεγάλα, απέραντα, νέαˑ δρόμους, σπίτια, καταστήματα. Το  Downtown, το κέντρο της πόλης δηλαδή –ο Αστέριος επιμένει ότι έχει ευρωπαϊκό χαρακτήρα-  ο Απόλλωνας όμως δεν τον βλέπει. Επισκέπτεται Το Παρκ Άβενιου ή Αβενιού ντυ Παρκ, οι ορολογίες παίζουν και στις στα αγγλικά και  στα γαλλικά,  καθώς και ελληνικά: Παρκαβενέικα. Το Μόντρεαλ είναι νησί στο ποταμό Άγιο Λαυρέντιο. Έχει και το δικό του Καρτιέ Λατίν,  αντίγραφο του Παρισινού. Καφέ δεν βρίσκεις να πιεις. Τα πάντα είναι εστιατόρια. Οι περιγραφές, που με λεπτομέρειες επιχειρεί  ο αφηγητής του νέου τόπου που θα ζήσει,  μας βάζουν στο πνεύμα που θα επηρεάσει την ψυχή του και θα συμβάλει στην προσαρμογή του.

Τελικά θα βρει δουλειά. Δάσκαλος στα ελληνικά σχολεία. Διευθυντής και μετά καθηγητής διεθνών σχέσεων στο πανεπιστήμιο του Λαβάλ.

Με δεδομένο ότι στον Καναδά είχε ζήσει και έχει διδάξει στο Πανεπιστήμιο ο Ανδρέας Παπανδρέου, φυσικό είναι να υπάρχει μια μαγιά ανθρώπων που θα επιχειρήσουν, την αλλαγή, μετά την χούντα, με δημοκρατικότερες διαδικασίες.  Όμως, τα πάντα είναι αγκιλωμένα. Η συνέντευξη για τη θέση του Διευθυντή στο Σχολείο συνιστά δείγμα του μεγαλείου της μουχλιασμένης γραφειοκρατίας και μεροληψίας, καθώς οι εξετάζοντες τον φάκελό του είναι μέλη μιας σύγχρονης ιεράς εξέτασης από παλαιοκομματικούς παράγοντες, φιλοχουντικούς και εκκλησιαστικούς, σκληροπυρηνικούς φορείς που αντιμετωπίζουν με  καχυποψία κάθε νεοφερμένον, σχετικά με το πόσο θα τον έχουν του χεριού τους. Έτσι οι τριβές είναι μεγάλες, οι σχέσεις επικίνδυνες, συνωμοτικές και επίβουλες και ο νέος θα μάθει επιτέλους, πώς λειτουργούν των Ελλήνων οι Κοινότητες!

Η περίοδος της αφήγησης καλύπτει το διάστημα από το τέλος του εμφυλίου μέχρι σήμερα, δίνοντας έμφαση στα όσα έγιναν το 1964 και τον καταλυτικό τους ρόλο στην Μεταπολίτευση. Κάνει αναφορά στην άνοδο του ΠΑΣΟΚ, ως συσπείρωση προοδευτικών ατόμων για την κάλυψη του ιδεολογικού κενού στον πολιτικό χώρο, σε μια εποχή που ο λαός ζητούσε σηματωρό και κήρυκα όπως θα έλεγε ο Ελύτης. Και ως τέτοιος εμφανίστηκε ο Ανδρέας Παπανδρέου, γιατί, όπως υποστηρίζει  ο Χέγκελ και όχι ο Ενγκελς, λέει, ο αφηγητής, «Η ιστορία επιλέγει την προσωπικότητα που θα ενσαρκώσει την πραγματικότητα μιας εποχής». Και μετά θα έρθει «ο κινέζος με τα γερμανικά μάτια» …

 Όπως θα φανεί από την εξιστόρηση, μεταπολίτευση στον Καναδά, μακριά από την εστία των γεγονότων και ασυγχρόνιστη με το κέντρο, με παλιούς ισχυρούς παράγοντες και θεσμούς, με  κοινωνικό κομφορμισμό, χουντικά κατάλοιπα, εκκλησία, έλλειψη πνευματικού έργου, εμπόδια στην επιχειρούμενη αλλαγή, δεν γίνεται.    

Ο μορφωμένος άνθρωπος, ωστόσο, έχει τις βαλβίδες ασφαλείας για να μην εκραγεί. Κι αυτές για τον ήρωα είναι τα βιβλία, η ιστορία, η κοινωνιολογία, η φιλοσοφία, η τέχνη, η ζωή και οι έρωτες εν γένει,  που καθιστούν το αφήγημα πολυεπίπεδο, πλέγμα πολλαπλών εμπειριών, αναγνωσμένων, βιωμένων και επινοημένων.

Έτσι, μεταξύ πολλής πραγματικότητας και λίγης μυθοπλασίας, παραλλάσσοντας μερικά ονόματα, αποκαθηλώνοντας  κάποια πρόσωπα από το κάδρο τους,  λέγοντας την αλήθεια πάντα, κατέγραψε την ιστορία της Ελλάδας από το ’60 κι έπειτα, όπως την έζησε, έφερε στο φως ντοκουμέντα,  μας έδειξε τι ήξεραν κάποιοι άλλοι που δεν ξέραμε εμείς εδώ, επαλήθευσε σκέψεις και μας έδειξε πως ο άνθρωπος διαμορφώνεται και μεταμορφώνεται μέσα στις περιστάσεις και, το κυριότερο, ποιος  ήταν πραγματικά ο φίλος ο έμπιστος!

Ο Δαρβίνος, ο Φρόιντ και ο Μαρξ  άλλαξαν τον κόσμο, γράφει, και προσπαθεί να βρει πού αυτοί οι τρεις γίγαντες απλώνουν ρίζες στα ελληνικά χώματα. Ο πρώτος δύσκολο να ερευνηθεί. Ο Μαρξ όμως μας πάει κατευθείαν στον Πλάτωνα, Αριστοτέλη και Επίκουρο. Ο Φρόιντ, επίσης έστησε τη θεωρία του «στα απόδειπνα της ελληνικής μυθολογίας» (ή, όπως έλεγε ο Αισχύλος, από τα ψίχουλα του Ομήρου τρεφόμαστε όλοι).  Και από το ένα στο άλλο και με τον κατάλληλο κύκλο φίλων και συνδαιτυμόνων η συζήτηση, θα κινηθεί μεταξύ φιλοσοφίας, Αϊνστάιν και  αστροφυσικής,  ΠΑΣΟΚ και ιδεολογικού κενού, γαλαξία και σφαιριδίων της κινούμενης συμπαντικής ύλης, για να καταλήξει στα επεισόδια του έρωτα, πώς και πότε, ανά δεκαετία, φθάνεις γρήγορα στο κρεβάτι και στην Πριγκιπέσσα Ιζαμπώ για να καταλήξει στο ότι «πολλά είναι αυτά που ψάχνουν καταφύγιο μακριά από το φως του ήλιου». Και ο Φρόιντ καλά κρατεί. Γι’ αυτό καλύτερα ας μιλήσουμε για τον έρωτα.

Η φιλολογία τον ενδιφέρει πάντα. Το βιβλίο μιας φίλης για τις γυναίκες στον Όμηρο -τις σκλάβες, τη Βρισηίδα και τη Χρυσηίδα- θα του δώσει την αφορμή να αποφανθεί ότι «η πολυπλοκότητα της ανθρώπινης φύσης είναι χωρίς όρια. Η επιστήμη δεν θα καταφέρει ποτέ να την εξηγήσει σε κάθε της πτυχή». Από τις σελίδες του θα περάσουν όλοι εκείνοι που διαπρέπουν εκτός Ελλάδος -Νικόλας Κάλλας,  Νάνος Βαλαωρίτης, Καχτίτσης, Πλασκοβίτης. Θα θυμηθεί τον Μπέρια και τον Στάλιν, τους beat ποιητές, τον υπερρεαλισμό, τις γυναίκες,  το ταγκό, το ρεμπέτικο… 

Τελικώς, το βιβλίο είναι μια ιστορικοπολιτική τοιχογραφία, μία  αυτοβιογραφία, που γίνεται μυθιστόρημα, ντοκουμέντο, απομνημόνευμα ενός σύγχρονου Αλέξανδρου ή Οδυσσέα ή Θρασυβουλίδη, δηλαδή του Στέφανου Κωνσταντνίδη, γραμμένο με νεύρο, με γνώση, με χιούμορ, με θλίψη. Όταν τελειώσει ο γύρος του κόσμου θα επιστρέψει στην όμορφη Πενταλιά, στην πατρική του γη, στα δικά του Εκβάτανα, όπως αποσύρθηκε ο Ξενοφών στον Σκυλούντα και ο Θουκυδίδης στη Σκαπτή Ύλη  για να καταγράψει ό,τι δεν πρέπει να ξεχαστεί, έτσι σοφός που έγινε, με τόση πείρα. 

 

                                          

 

 

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.