Μια και η ημέρα το απαιτεί ας κάνουμε ένα μικρό αφιέρωμα στη θάλασσα, όπως τη βλέπουμε στην Ποίηση. Τη θάλασσα που γοητεύει, προκαλεί και θέλγει τους κοινούς θνητούς, εμπνέει ζωγράφους, μουσικούς, χορευτές και ποιητές.
Καθένας κι ένα δείγμα, στίγμα. Θεϊκή στο νου αστραψιά, στην ακοή μουσική, στα μάτια ζωγραφιά, στο σώμα δροσιά, στο στόμα λόγος …
Στο ρόδινο μακάριο φως, να με, ανεβαίνω της αυγής,
με σηκωμένα χέρια.
Η θεία γαλήνη με καλεί του πέλαου, έτσι για να βγω
προς το γαλάζιο αιθέρα…
Μα οι άξαφνες πνοές της γης, που μες στα στήθια μου χιμάν
κι ακέρια με κλονίζουν!
Ω Δία, το πέλαγο ειν’ βαρύ, και τα λυτά μου τα μαλλιά
σαν πέτρες με βυθίζουν!
Αύρες, τρεχάτε ω Κυμοθόη, ω Γλαύκη ελάτε, πιάστε μου
τα χέρια απ’ τη μασκάλη.
Δεν πρόσμενα, έτσι μονομιάς, παραδομένη να βρεθώ
μες του Ήλιου την αγκάλη…
Είναι ο μέγας Άγγελος Σικελιανός που εγκιβωτίζει την παράδοση στην τέχνη του και δίνει φωνή και πρόσωπο στην ελληνική φύση την κατοικημένη από τους θεούς και τις νεράιδες, όπως στο παραπάνω ποίημα.
Αναδυομένη βεβαίως είναι η Αφροδίτη όπως και το όνομά της αποκαλύπτει. Αυτή που αναδύθηκε από τους αφρούς της θάλασσας και όπως δείχνει το ποίημα αυτή που καλείται να βγει στους ουρανούς. Ο ποιητής κατορθώνει έτσι να συγκεράσει μέσα σε μια κίνηση τη γέννηση και την ανάταση προς τα πάνω. Στην προσπάθειά της να απαλλαγεί από το βαρύ πέλαγο, όπως το αποκαλεί, ζητά βοήθεια από τις αύρες, Κυμοθόη και Γλαύκη για να έχει αίσιο τέλος ο δύσκολος τοκετός και η Ουρανία Αφροδίτη να παραδοθεί στην αγκαλιά του ήλιου.
Η γέννηση της ομορφιάς συμβαδίζει με την ομορφιά του πελάγου, και του ήλιου που αστράφτει πάνω του. Το ρόδινο φως της αυγής, ή της ανατολής του ήλιου, ή της γέννησης της μέρας, συναντιέται με το γαλάζιο αιθέρα. Τελικά η Αναδυομένη Αφροδίτη εύκολα μπορεί να ταυτιστεί με την ομορφιά του ελληνικού θαλασσινού τοπίου.
Αναδυομένη φαίνεται και η Ελλάδα στο Άξιον Εστί του Οδυσσέα Ελύτη, η οποία
Της Ασίας αν αγγίζει από τη μια * της Ευρώπης λίγο αν ακουμπά
Στον αιθέρα στέκει να * και στη θάλασσα μόνη της
Αλλά δεν είναι η Ελλάδα μόνο ως αναδυομένη από τους στίχους του μεγάλου μας ποιητή, αλλά ως καράβι και μάλιστα Τρελοβάπορο στον Ήλιο τον ηλιάτορα, ως Πλοίο διαρκείας η χώρα μου στον Μικρό ναυτίλο, ως μέγας πόντος … πέντ’ έξι χιλιάδες λέξεις στην Ιδιωτική οδό. Αφήνω έξω τα νησιά όλα με τα ονόματά τους, τα βαρκάκια και τα κορίτσια, η μικρή πράσινη θάλασσα, η μικρή ποδηλάτισσα πλάι στη θάλασσα, η Μαρίνα στους βράχους, η Μαρία Νεφέλη στην Πάτμο…
Ένας άλλος, με διαφορετική ιδιοσυγκρασία ποιητής, ο Κώστας Βάρναλης, βλέπει στη θάλασσα το ευχάριστο και ανάλαφρο ταξίδι σαν ευχάριστο και χοροπηδηχτό τραγουδάει:
Πάνω στου πελάου \ το σπιθάτο αφρό
έστησα χορό, \ φεύγω, αναχωρώ !
{ . . .}
Πάω για θεός \ σε νησί τρανό
μες στο γαλανό \ τον Ωκεανό…
Βεβαίως δε θα ήταν σωστό να ξεχάσουμε τη θηλυκή φύση της θάλασσας καθώς και την ερωτική διάθεση με την οποία την αγναντεύει ο ποιητής:
Nα σ’ αγναντεύω θάλασσα, να μη χορταίνω,
απ’ το βουνό ψηλά
στρωτή και καταγάλανη και μέσα να πλουταίνω
απ’ τα μαλάματά σου τα πολλά.
. . . . . . . . .
Ως να με πάρεις κάποτε, μαργιόλα σύ,
στους κόρφους σου αψηλά τους ανθισμένους
και να με πας πολύ μακριά απ’ τη μάβρη τούτη Κόλαση,
μακριά πολύ κι από τους μάβρους κολασμένους…
Ο Καβάφης θεωρεί τη θάλασσα χώρο που οφείλει κανείς επί πολλά χρόνια να τον ταξιδέψει και μια επικούρεια αντίληψη της απόλαυσης να κερδίσει στην κλίμακα των ωραίων τις καλές πραμάτειες όλες. Ωραιότατη βεβαίως προβάλλει στην κλειστή ποίησή του, ποίηση δωματίου όπως την είπαν, η “θάλασσα του πρωιού”. Tο ποίημα έχει ως εξής:
Eδώ ας σταθώ. Κι ας δω κ’ εγώ τη φύση λίγο
θάλασσα του πρωιού κι ανέφελου ουρανού
λαμπρά μαβιά και κίτρινη όχθη. Όλα
ωραία και μεγάλα φωτισμένα. ..
Οπωσδήποτε κανείς δεν μπορεί να μιλήσει για θάλασσα και ταξίδι χωρίς να σκεφτεί τον Οδυσσέα. Και φυσικά όλοι το ξέρουμε πως πέρα από τον ομηρικό Οδυσσέα υπάρχουν πολλοί πολλοί Οδυσσείς που δεν καταδέχονται να αποσυρθούν στην φτωχική Ιθάκη περιμένοντας το θάνατο. Τέτοιος είναι ο Οδυσσέας του Τένισον που παρά τις τόσες περιπέτειες που έζησε στη θάλασσα, τους κινδύνους και τους χαμένους συντρόφους, κοιτάει με λαχτάρα το πέλαγο και ακούει τη φωνή του που τον καλεί σε νέες περιπέτειες σε μακρινά μέρη που φτάνουν τον ουρανό, τον κάτω κόσμο αλλά και το άλλο ημισφαίριο. Ας ακούσουμε λίγους στίχους που δείχνουν τη λαχτάρα του:
Στο λιμάνι εκεί κάτω το καράβι
με πανιά φουσκωμένα περιμένει…
κι η θάλασσα η πλατιά πέρα μαυρίζει…
Σπρώχτε συντρόφοι, το πλοίο
στ’ ανοιχτά και καθίστε στην αράδα
σαν άξιοι λαμνοκόποι…
Κι αν δε μας πνίξει η τρικυμία, θα πάμε
στα μακάρια νησιά, τον Αχιλλέα
τον μεγαλόψυχο να ξαναδούμε !
Αρκετά κατορθώσαμε, μα πάντα
πολλά μένουν για να γίνουν…
Παραπλήσια θα λέγαμε είναι και η διάθεση του Γιάννη Ρίτσου στο “Εμβατήριο του Ωκεανού” . Η θάλασσα είναι προκλητική, τραγουδά σα σειρήνα και καλεί κοντά της τους ευαίσθητους. Αυτούς που είναι σε θέση να ακούνε το κάλεσμά της και ν’ αψηφούν τον κίνδυνο. Η επιθυμία να την κατακτήσουν φαίνεται στους στίχους που ακολουθούν:
Πηδάμε στις βάρκες
λύνουμε τα σκοινιά και τραγουδάμε τη θάλασσα
κοιτώντας το ασημένιο σύννεφο
πλάι στ’ ανοιξιάτικο φεγγάρι.
Ποια διαμαντένια πολιτεία
κοιμάται πίσω απ’ τα βουνά;
Ποια φώτα τρέμουν πέρα στη νύχτα
και μας φωνάζουν;
Ακούσαμε το τραγούδι της θάλασσας
και δε μπορούμε πια να κοιμηθούμε…
Ο Ανδρέας Εμπειρίκος την παρατηρεί σαν ερωτική γυναίκα:
Ακόμη λίγη θάλασσα, ακόμα λίγο αλάτι.
Έπειτα θάθελα να κυλισθώ στην αμμουδιά μαζί σου.
Άλλοτε
Η θάλασσα κρυφομιλά και πλέχει
Καμιά φορά σηκώνεται κι ουρλιάζει
Μα πάντοτε τα ύδατά της παραμένουν
Θάλασσα της θαλάσσης
Τρία διάσημα καράβια του ποιητή Αλέξανδρου Μπάρα έχουν βαρεθεί τη μονότονη και κουραστική διαδρομή. Τρεις μεγάλες βασίλισσες,
Η “Κλεοπάτρα”, η “Σεμίραμις” κ’ η “Θεοδώρα”
Ένα καθ’ εβδομάδα, \ στην ωρισμένη μέρα,
πάντα στην ίδια ώρα, τρία βαπόρια ωραία,
η “Κλεοπάτρα”, η “Σεμίραμις” κ’ η “Θεοδώρα”,
ανοίγονται απ’ την προκυμαία
στις εννέα \πάντα για τον Περαία
το Πρίντεζι και το Τριέστι \ πάντα.
[…]
Πάνε \ να μουτζουρώσουν τα γαλάζια
του Αιγαίου και της Μεσογείου
με τους καπνούς των. \ Πάνε για να σκορπίσουνε
τοπάζια \ τα φώτα τους μες στα νερά \ τη νύχτα
Πάνε \ μ’ ανθρώπους και μπαγκάζια…
Η “Κλεοπάτρα”, η “Σεμίραμις” κ’ η Θεοδώρα”
χρόνια τώρα \ κάνουν τον ίδιο δρόμο,\ φτάνουν
την ίδια μέρα \ φεύγουν την ίδια ώρα.
Μοιάζουν υπάλληλοι γραφείων \ που γίνανε χρονόμετρα
[…]
Η “Κλεοπάτρα”, η “Σεμίραμις” κ’ η “Θεοδώρα”
είναι καιρός και χρόνια πάνε τώρα
του βαρεμού που ενιώσαν την τυράννια
να περπατούν πάντα στον ίδιο δρόμο
να δένουνε πάντα στα ίδια τα λιμάνια…
Οπωσδήποτε η θάλασσα είναι αγώνας και κόπος και ματαίωση των ονείρων πολλές φορές. Παράδειγμα το διήγημα του Καρκαβίτσα, “Γιούσουρι” και η σκληρή πάλη του ήρωα με το θηρίο ή δέντρο της θάλασσας, που προσπαθεί να το ξεριζώσει και να το φέρει στο χωριό κερδίζοντας την δόξα που ονειρεύεται. Φυσικά το όνειρο μένει απραγματοποίητο.
Ωστόσο, είναι η θάλασσα που μας ξεπλένει από τις αμαρτίες μας, λέει ο μεγάλος μας ποιητής Γιώργος Σεφέρης, και είναι πλατιά και μεγάλη και κανείς δεν μπορεί να την εξαντλήσει…
(θα συνεχίσουμε με τη θάλασσα στην πεζογραφία)