Οι δύο αυτές λέξεις σημαίνουν «πάρε πέντε» και είναι τίτλος ενός πολύ ωραίου μουσικού τζαζ κομματιού που το παίζαν και το παίζουν ακόμα όλες οι μεγάλες ορχήστρες. Πρόκειται για ένα από τα διασημότερα έργα που συνέθεσε o Paul Desmond και παρουσίασε το κουαρτέτο του Dave Brubeck το 1959 και ενώ κυριαρχούσε το Rock ’en Roll. Το Take Five έφτασε να πουλήσει ένα εκατομμύριο σιγκλς, εκείνα τα μικρά δισκάκια, της γενιάς μου. Αυτή η ωραία μουσική, το Take Five, δεν χορεύεταιˑ ακούγεται όμως και μάλιστα με πολύ ενθουσιασμό …
Τι είναι αυτά τα «πέντε»; Πέντε μέτρα μουσικά. Τα 5/4, μια απόπειρα φυγής από τα τετριμμένα 4/4. Αργότερα ήρθε κι εκείνη η χειρονομία σαν το «κόλλα το» που κάνουν οι φίλοι μεταξύ τους και την κάνουν και οι νέοι σήμερα που επίσης take five είναι.
Τώρα, πώς μου ήρθε να «πάρω πέντε»; Σίγουρα δεν ήταν η παροιμία κάλλιο πέντε και στο χέρι, παρά δέκα και καρτέρει. Είναι μυστήριοι οι δρόμοι του μυαλού και των συνειρμών και το νήμα ξεκινάει από τον Νίκο Τσολάκη, μουσικό από μεγάλη καλλιτεχνική οικογένεια, με σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Καναδά και πάρα πολλά ταξίδια στα υπερωκεάνεια Βασίλισσα Φρειδερίκη, Άννα Μαρία, Ολυμπία, με τα οποία έκανε το γραμμή Πειραιάς, Μεσίνα ή Νάπολη, Καναδάς – Χάλιφαξ, Νέα Υόρκη και πάλι πίσω, και με το Πατρίς, Ινδικό και Ειρηνικό Ωκεανό. Ο Τσολάκης ήταν ο μαέστρος στην ορχήστρα του πλοίου. Το ταξίδι διαρκούσε έντεκα μέρεςˑ τέσσερις στη Μεσόγειο και εφτά στον Ατλαντικό. Στους άλλους δύο ωκεανούς δεκαοχτώ.
Η ορχήστρα έπαιζε σε κάθε αναχώρηση, υποδεχόμενη τους επιβάτες, είτε από την Ελλάδα αναχωρούσε ή από τη Νέα Υόρκη για Ελλάδα.
Το Άννα Μαρία, μάλιστα, όταν για πρώτη φορά μπήκε στο λιμάνι της Φιλαδέλφειας, η ορχήστρα ήταν ήδη εκεί και το υποδεχόταν παίζοντας. Η αναχώρηση αλλά και άφιξη του υπερωκεάνειου ήταν τότε γεγονός.
Σ’ αυτά τα μακρινά ταξίδια, που σήμερα μόνο στις μεγάλες χολιγουντιανές ταινίες τα βλέπουμε, ο Τσολάκης έπαιζε με την ορχήστρα του πάντα στο tea time, το απόγευμα και κάθε βράδυ, μετά το δείπνο, για το εκλεκτό κοινό της πρώτης θέσηςˑ φράκα, τουαλέτες, κοσμήματα και αριστοκρατικό ύφος. Μετά μπήκε το αεροπλάνο στη γραμμή, συντόμευσε το ταξίδι και κατάργησε το πλοίο. Οι άλλες θέσεις είχαν και αυτές τη δική τους ορχήστρα. Όχι βέβαια και το κατάστρωμα. Στο κατάστρωμα ανεβαίνει η ορχήστρα στον Τιτανικό την ώρα που βουλιάζει και οι μουσικοί παίζουν, ενώ ο κόσμος επιβιβάζεται εν μέσω πανικού στις βάρκες. Στο κατάστρωμα παίζει επίσης η ορχήστρα και στο άλλο πλοίο που βουλιάζει E la nave va του Φελίνι.
Στο ρεπερτόριο του Τσολάκη, το οποίο, κατά το 99,5%, ήταν αμερικανικό -χωρίς αυτό δεν μπορούσες να δουλέψεις και για να δουλέψεις μ’ αυτό έπρεπε να έχεις γερή μουσική αρματωσιά- συμπεριλαμβάνονταν όλες οι διεθνείς επιτυχίες από τον κινηματογράφο, όπως το Take Five που δίνει και το όνομα στο τίτλο αυτού του κειμένου, αλλά και επιτυχίες του Col Porter. Θυμηθείτε εκείνο το Lets do it, lets fall in love, το οποίο γράφτηκε το 1928, έκανε καριέρα στο Παρίσι και ακούστηκε σε κινηματογραφικές ταινίες με πιο πρόσφατη την αριστουργηματική Μεσάνυχτα το Παρίσι του Γούντυ Άλλεν.
Από τις άλλες επιτυχίες του Col Porter, ο Τσολάκης έπαιζε επίσης εκείνο το Begin the begin, που παίζει ο Artie Shaw με το κλαρινέτο του και που για πρώτη φορά έχει τραγουδηθεί και από πολλούς κλασικούς τενόρους. Το Night and day, που αργότερα έγινε και τίτλος ταινίας με θέμα τη ζωή του Porter και άλλα πολλά. Οπωσδήποτε έπαιζε και George Gershwin (1898-1937): An American in Paris (και ο Λαυρέντης Μαχαιρίτσας, από αντίδραση (!) , «΄Ενας Τούρκος στο Παρίσι»).
Επίσης έπαιζε The man I love, το πασίγνωστο Summer time, καθώς και αποσπάσματα από την folk όπερα Porgy and Bess που έγραψε μαζί με τον αδελφό του, τον Ira, με θέμα τη ζωή των έγχρωμων με έγχρωμους καλλιτέχνες πράγμα που δεν είδε με καλό μάτι η αμερικανική κριτική. Αυτή ήταν η μοναδική όπερα με την οποία ασχολήθηκε ο Gershwin, ο οποίος ασχολήθηκε πολύ με την τζαζ μουσική. Ήταν ταλαντούχος πιανίστας και συνθέτης. Πέθανε στα 38 του χρόνια από όγκο στον εγκέφαλο.
Ο Τσολάκης τιμώντας όλους τους μεγάλους του περασμένου αιώνα, οργώνοντας τον ωκεανό κάθε μήνα, προσέφερε ποιότητα με μπρίο στους ταξιδιώτες του υπερωκεάνειου
Ω Υπερωκεάνειο, που περνάς και πλέχεις
λέει ο Ανδρέας Εμπειρίκος, της εφοπλιστικής οικογένειας, που θαυμάζει τις θάλασσες και τα μεγάλα ταξίδια. Όταν όλα αυτά τα ταξίδια τελείωσαν, ο Τσολάκης τα έπαιζε, μέχρι πρόσφατα, στις συναυλίες του.
*
Από την ανάποδη τώρα, αμέσως μετά τoν πόλεμο, ένας Αμερικανός, διαπλέοντας αντίστροφα τον ωκεανό, φτάνει στο Παρίσι για να ζήσει το όνειρο στην πόλη του φωτός. An American in Paris ήταν η γνωστή ταινία του Βιτσέντζε Μινέλι με την Λέσλι Καρόν και τον Τζιν Κέλι. Ο Τζιν Κέλι χορογραφεί το έργο και φαντάζεται τον εαυτόν του ζωγράφο που φτάνει στο Παρίσι για να εμπνευστεί και να δημιουργήσει. Επί της ουσίας ο Κέλι εμπνεύστηκε την, σαν ζωντανή ζωγραφιά, χορογραφία του, από το τραγούδι του Ira Gershwin, και ήταν αυτή η χορογραφία σαν εικαστική προέκταση των σκηνικών των στηριγμένων στα έργα των Τουλούζ Λωτρέκ, Βαν Γκογκ, Ραούλ Ντιφί, Ογκύστ Ρενουάρ, Μορίς Ουτριλό. Ο Τζιν Κέλυ, που παραπονιόταν, επειδή κάποιοι θεωρούσαν το μιούζικαλ κατώτερο είδος, άλλαξε γνώμη, όταν πήρε το πολλαπλό βραβείο ως ηθοποιός και σκηνοθέτης, τραγουδιστής και χορευτής, επιβεβαιώνοντας με το ταλέντο του για άλλη μια φορά πως τέχνη και πραγματικότητα είναι συγκοινωνούντα δοχεία, καθώς και το ότι ο άνθρωπος που είναι καλός σε ένα είναι καλός σε πολλά.
Ένας Αμερικανός στο Παρίσι, λοιπόν, και δεν ήταν ο μόνος ένας, διότι πέρα από τον κινηματογραφικό Αμερικανό, ένας άλλος αληθινός Αμερικανός, διασχίζει τον Ατλαντικό, πετώντας στον ουρανό, με την ορχήστρα του, την μπάντα του, συγκεκριμένα ο Glenn Miller, για να διασκεδάζει τους συμπατριώτες του που πολεμούσαν στην Ευρώπη. Σε ένα από τα ταξίδια του, το 1942, αφού είχε παίξει στην Αγγλία, πηγαίνοντας για το Παρίσι, το αεροπλάνο εξαφανίστηκε πάνω από την Μάγχη. Ο Μίλερ και η ορχήστρα του χάθηκαν κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες. Ήταν 38 ετών.
Χρόνια μετά, τιμώντας τον (αυτόν υποθέτω εννοεί) ο γάλλος σκηνοθέτης Κλωντ Λελούς στην ταινία Οι μεν και οι δε, Les uns et les autres, τον βάζει με την μπάντα του να παίζει στο Παρίσι, ντυμένοι όλοι στα στρατιωτικά τους, στολές που τότε ενέπνεαν μεγάλο σεβασμό. Οι Αμερικανοί σύμμαχοι καλλιτέχνες έφτασαν για να διασκεδάσουν τους ταλαιπωρημένους από τον πόλεμο Παριζιάνους, φέροντας λίγο αέρα Ελευθερίας από τη χώρα τους. Τον ρόλο απέδωσε ο ωραίος και κομψότατος μέσα στη στολή του James Caan. «Μια μπάντα πρέπει να έχει έναν ήχο από μόνη της. Πρέπει να έχει προσωπικότητα», έλεγε ο Miller και το είχε πετύχει.
Πολλές είναι οι μεγάλες επιτυχίες τουˑ αναφέρω μόνο την πασίγνωστη Moonlight Serenade που την έχουμε δει και ακούσει με τον Άρτι Σόου και την επίσης πασίγνωστη In the Mood, η οποία στα χρόνια μετά τον πόλεμο μεταφράστηκε στα Ελληνικά και πήρε τον τίτλο Το πουλί του Σκόμπι, σατιρίζοντας τον Άγγλο στρατηγό για την άδικη πολιτική και τις παρεμβάσεις του στα ελληνικά πολιτικά πράγματα. Στην ταινία του Θόδωρου Αγγελόπουλου Ο θίασος, υπάρχει μία πολύ ενδιαφέρουσα σκηνή, όπου μια ομάδα νεαρών με τις ντάμες τους χορεύουν στον έξαλλο ρυθμό που τους έδινε Το πουλί του Σκόμπι, μπαίνοντας στο μάτι των άλλων που χορεύουν νοσταλγικά ταγκό για την επιστροφή του βασιλιά. Α! να μην ξεχάσω και το Smoke gets in your eyes, που το χόρευαν κομψά, γοητευτικά, λες και είχαν φτερά, ο αέρινος Fred Astaire και η νεραϊδένια Ginger Rogers.
Take Five
Εμείς, ας πάρουμε πέντε λεπτών ανάσα από τα όσα μας τραβάνε προς τα κάτω και ας ονειρευτούμε ταξίδια με πλοία πολυτελείας, τον Τσολάκη στο ένα πιάνο, τον Όσκαρ Λέβαντ στο άλλο, πιάνα με ουρά και τα δύο, τον Miller στο τρομπόνι του, τον Άρτι Σόου στο κλαρινέτο και τον Gershwin να διευθύνει τη Rhapsody in blue (το μπλε είναι μελαγχολικό). Στην πίστα, μακριές τουαλέτες και κομψοί καβαλιέροι … στροβιλιζόμαστε, σαμπάνιες εκπωματίζονται, αφροί τρέχουν από τα κρυστάλλινα ποτήρια, φασιανοί και χαβιάρια στους ασημένιους δίσκους κι ένας ειδικός στην γλυπτική να σκαλίζει δελφίνια στον πάγο….
……………………………………………………………………………
Κι όταν το ταξίδι με το υπερωκεάνειο τελειώσει και ο κορονοϊός πάρει δρόμο, τότε θα μπορούσα να πω στη δική μας Rhapsody in blue
Θα μου ’φτανε μπροστά στο παράθυρό μου
ένα σεντόνι βουτημένο στο λουλάκι
όπως λέει ο Σεφέρης στο Α΄. Hampstead, ή Θα μου ’φτανε ένα σουβλάκι με πίτα στο Μοναστηράκι, λουκουμάδες στον Κρίνο, ένα καφεδάκι με τον Νίκο και τη Μαίρη στην γνωστή μας πλατεία, στη λιακάδα …