Η ΔΕΞΙΩΣΗ
Τα είχε όλα φροντίσει.
Πρόσεξε και την παραμικρή λεπτομέρεια.
΄Ηθελε φεύγοντας να πούνε:
“Ήταν μια τέλεια βραδιά.”
Το σπίτι μονοκατοικία σε προάστιο.
Τα έπιπλα κομψά. Τίποτα περιττό.
Όλα με γνώση, στην εντέλεια φροντισμένα.
Κι αυτός,
να στροβιλίζεται ανάμεσά τους,,
άθυρμα ανάλαφρο μιας ψεύτικης χαράς,
ρωτώντας χωρίς αγωνία,
χωρίς καν διάθεση να τους ειρωνευτεί,
αν τάχα αισθάνονταν άνετα,
αν είχαν από τίποτα ανάγκη
και κάθε λίγο ν’ αποσύρεται διακριτικά,
όχι να στρώσει τα ατίθασα μαλλιά του,
ούτε τον κόμπο να ισιώσει της γραβάτας του,
μόνο σκουπίζοντας με το μαντήλι του το μέτωπο ,
να κάνει ολοένα και πιο έντονα συστάσεις
στον ενοχλητικό επισκέπτη
που κρυβόταν μέσα του.