Με τράβηξε το όνομα απ’ τη μύτη. Σιλένα, Σελήνη, Σελάνα, σιλέντσιο, Σσς! Σιωπή να μην ακουστεί η διαμαρτυρία και η κραυγή. Σωστά, μέσα στα χιόνια μια πρωτοχρονιά! Όμως ποτέ, δεν είχα απορία καμιά, παιδί φανατικό για γράμματα και για υπακοή. Μαθήτρια, όταν άκουσα, μήνα Σεπτέμβριο, τους καθηγητές μου να ανταλλάσσουν την ευχή «καλή χρονιά» αισθάνθηκα χαρά. Κάτι είχαμε κι εμείς στο σχολείο οι μαθητές (το αρσενικό ισχυρότερο του θηλυκού εμπεριέχει και τα κορίτσια) που δεν είχανε οι άλλοι, οι μεγάλοι, πλην των καθηγητών και των μαθητών/μαθητριών. Λοιπόν, εγώ συμφωνώ, μαντάμ Σιλένα, με τη διαφωνία σας, αλλά καθόλου δεν μου αρέσουν οι πρωτοχρονιές των άλλων, άσε που δεν μας είπατε τίποτα για την κινέζικη πρωτοχρονιά που ξεκινά με ποντίκια, και μετά ακολουθούν βουβάλια, τίγρεις, κουνέλια και πάσης φύσεως ζωντανά. Μια γαλοπούλα, ένα αρνάκι ή ένα γουρουνόπουλο εμείς, κι αυτό στο ταψί όχι …
Δεν ξέρω τι θα πεις γι’ αυτά, αλλά η ζωή μού αρέσει και κυρίως η καλοκαιρινή, η θαλασσινή και η αέρινη. Αν όμως, όπως λες, η πρωτοχρονιά άρχιζε στις 21 Ιουλίου… για μένα χαρά Θεού και των Δώδεκα Ολυμπίων ακόμη, αλλά για σκέψου εκείνους τους καυσωνόπληκτους που δεν αντέχουν… Τι πρωτοχρονιά θα εόρταζαν; Πίτα πάντως θα έκοβαν, όπως οι χειμερινοί κολυμβητές μέσα στην παγωμένη θάλασσα με τα μαγιό… κι οι γέροι μέσα στο αιρ κοντίσον ψάχνοντας από ποια χαραμάδα θα προβάλει το φλουρί…
Όταν λέτε Αντίποδες, εννοείτε μήπως την Αυστραλία; Ναι, έχω δει σε φωτογραφία να εορτάζουν την πρωτοχρονιά πλάι στην πισίνα. Αλλά εμένα άλλο με ενοχλεί. Αυτοί εκεί στους Αντίποδες όταν έχουν χειμώνα ζεσταίνονται κι όταν έχουν καλοκαίρι κρυώνουν; Και πώς, δηλαδή, συνάδουν οι εποχές με τα ονόματά τους; Και πότε κατεβάζουν από τα χειμαδιά τα πρόβατά τους; Χειμάζω ή χειμάζομαι, όταν λέει ο λαός -λέμε τώρα, ποιος λαός- εννοεί περνάω κρύο, ταλαιπωρούμαι από την κακοκαιρία. Ενώ το καλοκαίρι στις 21 Ιουλίου –Ιούλιος στο νησί– λέει ο ποιητής και «ιουλίζει» πράγμα που σημαίνει τα πάντα λάμπουν με το φως του ήλιου και του Απόλλωνα τη λύρα, με το κοντό σορτσάκι, το μακό μπλουζάκι και την ψάθα του ήλιου, το μαγιό και την ομπρέλα, παράδεισος!!! Από τους Αντίποδες προτιμώ την Αντίμπ, όπου μου έκανε μάτι κάποτε εκείνος ο πρωτόγονος, ο λαϊκός ο Πικασό. Ήθελε να με κάνει κεραμικό –κεραμμεούν και φαύλον- για λεπτομέρειες βλέπε Κ. Π. Καβάφη. Από τους άλλους που αναφέρεις, μαντάμ Σιλένα μου, μόνο τον Ομάρ Καγιάμ, που δεν ξέρω κι εγώ γιατί, συμπαθώ:
Για να γνωρίσω το μυστήριο της ζωής/κούπας τα χείλη άγγιξα, πήλινης, φτωχιάς./ Χείλος στο χείλος μου ψιθύρισε : όσο ζεις/ πίνε• τι σαν πεθάνεις δεν ξαναγυρνάς.
Η 21η Μαρτίου μου αρέσει και γιατί εορτάζει η Ποίηση και γιατί έρχεται ολοταχώς η Άνοιξη και γιατί τα χελιδόνια μου μηνάν μια νέα Ελλάδα, μ’ έναν Σικελιανό στο βάθος και την Εθνική Εορτή.
Α! θα σας παρακαλούσα να μην πείτε τίποτα στην Κυβέρνηση για τις εποχές, γιατί η όποια αλλαγή θα φέρει τα πάνω κάτω. Σκεφτείτε τι έχει γίνει τα τελευταία χρόνια με την υιοθέτηση της «Καλησπέρας» από το πρωί. Ο ήλιος ντάλα κι άλλος σου λέει «Καλησπέρα», νομίζοντας πως «εσπέρα» είναι το πρωί. Κι ας λέει η Σαπφώ πως με τον Έσπερο, το άστρο που βγαίνει μετά τη Δύση του ήλιου, το βραδάκι δηλαδή, όλα γυρίζουν τη μητέρα τους, στο σπίτι· κι ο παπάς στην εκκλησία κάνει Εσπερινό, και την Δυτική Ευρώπη τη λέμε Εσπερία επειδή βρίσκεται στη Δύση…
Ενώ, εδώ οι «μοντέρνοι», στις 12 και 5΄ τη νύχτα, σου λένε «Καλημέρα» και να την η «Καλημέρα», που χάθηκε ενώ ήταν ακόμα μέρα και τώρα ήρθε νωρίς νωρίς και έφαγε τη νύχτα. Την κατάπιε η μέρα πριν φέξει (Αχ εκείνα τα φτερά της στον Όφενμπαχ πώς άλλαξαν από μαύρα κι έγιναν άσπρα). Γιατί μόλις φέξει θα την καταπιεί κι αυτήν η μετά από 12 ώρες «Καληνύχτα» που έρχεται και πηδάει σαν πάνω από τις καρέκλες όπως η Πίνα Μπάους, σ’ εκείνο το μπαρ, σαν τυφλή, αν θυμάσαι, λέω, αν… . Α! το μεσημεράκι, αφού σου λένε πρώτα «Καλησπέρα», όταν σε λίγο πας να φύγεις σου λένε «Καλό μεσημέρι» ή «Καλό απόγευμα». Κι έτσι ανακαλύπτεις ότι το μεσημέρι και το απόγευμα έτρεξαν και μπήκαν όπου βρήκαν στη σειρά κι ας ήταν πρότερα της «Καλησπέρας». Άστα, σου λέω, μπάχαλο η μόδα του ρολογιού, όπως και των εποχών. Μην κάνεις κουβέντα, λοιπόν, στην Κυβέρνηση, άσε να τελειώσω τη ζωή μου με τις ώρες, όπως εγώ τις ξέρω. Άσε με να λέω «Καλησπέρα» όταν βραδιάζει και «Καληνύχτα», όταν είναι νύχτα. Άσε με στην παγωμένη πρωτοχρονιά μου και άσε τους Αντίποδες εκεί στον κάτω κόσμο. Αυτοί έτσι κι αλλιώς ανακαλυφτήκανε, πεντακόσια και βάλε χρόνια μετά από τη δημιουργία του κόσμου.
Μαντάμ Σιλένα μου, μη με μαρτυρήσετε, σαν παρακαλώ. Με λένε ιδιότροπη. Μα τι είναι παράξενο στο κεφάλι μου; Πείτε μου. Επειδή το έχω τετράγωνο ;
Φ. Α.