«ΕΠΗΛΘΕ το τέλος. Αλλά ούτε αυτό θα με απαλλάξει. Γιατί τέλος δεν υπάρχει. Αμήν». « Rien ne va plus» υπογράφει η Μαργαρίτα Καραπάνου στην προμετωπίδα του βιβλίου της Μαρίας Ψωμά- Πετρίδου «ΟΤΑΝ ΜΕ ΒΡΗΚΕ Ο ΛΥΚΟΣ». Με αυτό το απόσπασμα σαν πρώτο ερέθισμα και πρόκληση η συγγραφέας μας καλεί να παρακολουθήσουμε την μυθοπλαστική αφήγηση των ηρώων του βιβλίου της. Διαβάζοντας το με μία ανάσα , στο τέλος αναδύεται η πεποίθηση ό, τι δεν υπάρχει απαλλαγή, γιατί τέλος δεν υπάρχει.
Αυτό που μπορεί να φέρει το τέλος μιας ιστορίας είναι η αλλαγή θέσης και αντίληψης, που προϋποθέτει βέβαια την τόλμη ενός τέλους και μίας αρχής. Ενός θανάτου έναντι της ζωής. « Οι λύκοι είναι πάντα παρόντες και περιμένουν σε στάση προσοχής στην άκρη του δρόμου» , κραυγάζει η ηρωίδα της ιστορίας. Η κατοικία τους είναι στον ενστικτώδη εγκέφαλο της επιβίωσης και τους τρέφει ο ριζωμένος φόβος στα προσωπικά τραύματα του πληγωμένου Εγώ.
Η Μαρία Ψωμά-Πετρίδου ρισκάρει μία ενδοσκόπηση στο θέμα της ενδοοικογενειακής κακοποίησης και βίας. Τολμάει με τρόπο άμεσο ή έμμεσο να θέσει ερωτήματα, να σπάσει και να αποκαλύψει τα ταμπού της απρόσβλητης ιερής εικόνας της οικογένειας και της κοινωνίας γενικότερα.
Κεντρικό θέμα στο έργο της είναι ο σωματοποιημένος φόβος της βίας και του θανάτου, βιολογικού και συναισθηματικού. Αυτός ο φόβος που σε κάνει να νιώθεις ότι έχεις χάσει ή συνεχίζεις καθημερινά να χάνεις την ανθρώπινη υπόσταση σου, τα συναισθήματα σου, το Εγώ και το Είναι σου. Προσομοιάζει την ζωή των ηρώων της με την ενστικτώδη ζωή των λύκων. Δεν αναγνωρίζουν ότι σχετίζονται μεταξύ τους με ορμέμφυτα, ό, τι κινούνται συνειδητά και ασυνείδητα στα όρια του παράλογου και πολλές φορές πέρα από το «Καλό και το Κακό».
Η συγγραφέας επιλέγει σύμβολα του Λόγου από την μυθολογία και τα παραμύθια. Ονόματα, σχέσεις, τραυματικά γεγονότα, φόβος και πάθος μας οδηγούν σε ακούσιες, αλλά αναπόφευκτες πολλές φορές ταυτίσεις. Γιατί οι πρωταγωνιστές είναι οικεία πρόσωπα της καθημερινότητας, αλλά ταυτόχρονα και σύμβολα διαχρονικά. Η Ψωμά μας συνεπαίρνει καθώς κινείται στα επίπεδα του υπαρξιακού φόβου, του άγριου ενστίκτου, του λύκου που κατοικεί μέσα μας, την διπλή φύση του με την οποία καταβροχθίζει και συγχρόνως σώζει με την παλαιά αρχέγονη δύναμη της Μητέρας φύσης.
…«Είμαστε λύκοι εμείς, μη το ξεχνάς» λέει η κόρη στην μητέρα προσπαθώντας να κινητοποιήσει την δύναμη τους για φυγή και ελευθερία.( σελ . 101).
Η Μαρία Ψωμά- Πετρίδου κινείται μέσω των ηρώων της ευέλικτα, με γλαφυρές αναπαραστάσεις στον χρόνο, ανάμεσα στο παρελθόν, το παρόν και το μέλλον. Με αφήγηση που είναι άλλοτε πρωτοπρόσωπη, σαν εξομολόγηση, που πετυχαίνει την αμεσότητα και άλλοτε τριτοπρόσωπη με ουδετερότητα και αμεροληψία, αφήνει χώρο στον αναγνώστη για να διαμορφώσει τη δική του θέση. Από την αρχή της ιστορίας σκηνοθετεί τον χώρο και συστήνει σταδιακά τους χαρακτήρες της, τα μέλη μίας οικογένειας και παρουσιάζει τις σχέσεις μεταξύ τους και το ευρύτερο περιβάλλον.
Ο Αχιλλέας, η Ερατώ, η Ζωή είναι τα μέλη της πυρηνικής οικογένειας του γνωστού καρδιοχειρουργού Αχιλλέα Παναγιωτόπουλου, ευυπόληπτου πολίτη στην κοινωνία τους. Δραστήριος και δημιουργικός με σπουδές και έρευνες πάνω στην ιατρική είναι καταξιωμένος στους χώρους της επιστήμης και του κοινωνικού γίγνεσθαι. Η προσωπική και οικογενειακή περσόνα-μάσκα λειτουργεί άψογα, εδραιώνοντας μία επώνυμη θέση στην πόλη τους, έως την στιγμή που χάνεται το όριο λόγω ¨των εσωτερικών λύκων¨ του Αχιλλέα, αλλά και των λύκων που αφυπνίζονται από ένστικτο στη γυναίκα και την κόρη του. Το οικογενειακό τους σύστημα κτίστηκε πάνω στα θεμέλια του δια-γενεαλογικού τραύματος και της εύθραυστης δομής του Εγώ τους. Η συγκολλητική ουσία του έρωτα και της αγάπης που τους φέρνει κοντά στην πρώτη τους γνωριμία μετατρέπεται σε τοξικά αρνητικά συναισθήματα μίσους και βίαιης επιθετικότητας.
Η συγγραφέας για να εξηγήσει την απρόσμενη μετατροπή της σχέσης του ζευγαριού από δεσμό αγάπης και έρωτα σε ζοφερή καταστροφική δίνη, ευφάνταστα προσομοιάζει την συμπεριφορά τους μέσα στην οικογένεια με την άγρια φύση των λύκων και της αγέλης τους. Ο Αχιλλέας είναι ένας λύκος δυνατός, μεθοδικός, επίμονος στο κυνήγι, χειριστικός και μονήρης. Με ζωτική, πρωτόγονη δύναμη αντιμετωπίζει τις αντίξοες συνθήκες και επιβιώνει μέσα στην άγρια φύση. Ένας πεινασμένος λύκος είναι ίσως το πλέον επικίνδυνο ζώο για το θύμα του, που με εξυπνάδα το παρασύρει στην θανάσιμη παγίδα του. Κάπως έτσι η Ερατώ περιγράφει την παγίδευση της από τον βίαιο λύκο Αχιλλέα και την χειριστική συμπεριφορά του.
Ο τίτλος του βιβλίου «ΟΤΑΝ ΜΕ ΒΡΗΚΕ Ο ΛΥΚΟΣ» αφορά το μήνυμα που μας στέλνει η συγγραφέας με την προσομοίωση. Ο λύκος από την γέννηση του ανθρώπου ενυπάρχει μέσα του ως πρωτογενές ένστικτο επιβίωσης. Επενδυμένος με τη σεξουαλικότητα και τον φόβο οδηγεί τον άνθρωπο σε μονοπάτια που εξελίσσουν την σοφία της επιβίωσης ή οδηγούν στην καθήλωση και στην αυτοκαταστροφή. Η συνάντηση με τον λύκο δεν είναι τυχαία και ούτε συμβαίνει μόνο στον εξωτερικό περιβάλλοντα χώρο. Συμβαίνει μέσα του καθώς εξελίσσεται και αναζητάει τη θέση του στον κόσμο.
Η Ερατώ, σαν κοκκινοσκουφίτσα, ρωτάει τον λύκο παιχνιδιάρικα αγνοώντας τον κίνδυνο στο δάσος «Λύκε, Λύκε, είσαι εδώ;» Η συνάντηση με τον λύκο είναι μοιραία, όταν κάποιος δεν είναι έτοιμος να προστατευθεί με την ζωτική δύναμη του δικού του ενστικτώδους λύκου, να παλέψει για την επιβίωση και να μην εκχωρήσει στον θύτη την ύπαρξη του.
Εύλογα τίθεται το ερώτημα: ποιοι ήταν οι λόγοι που επέφεραν αυτή την ανατροπή στη σχέση του ζευγαριού; Γιατί έμεινε το θύμα στην σχέση και επέτρεψε την σωματική και ψυχική κακοποίηση; Αφορμές δίνονται πολλές στην καθημερινή ζωή, αλλά ποια είναι τα βαθύτερα αίτια που θολώνουν την λογική και το συναίσθημα και οδηγείται κανείς σε μανιακή κατάσταση, όπου η απώλεια των ορίων οδηγεί στο χάος και τον υπαρξιακό θάνατο;.
Η Ερατώ με τους εσωτερικούς βιωματικούς μονολόγους, τις αναδρομικές μνήμες στο παρελθόν, την αναφορά στο οικογενειακό σύστημα του Αχιλλέα και του δικού της, την αναβίωση της τραυματικής εμπειρίας της βίας και της επιθετικότητας που φθάνει μέχρι τον θάνατο, προσπαθεί να πιάσει τον μίτο για να βγει από τον Λαβύρινθο που έχει εγκλωβιστεί. Με την κραυγή της απόγνωσης μας οδηγεί στην ρίζα του κακού που είναι το τραύμα. Σχέσεις κακοποιητικές με δαίμονες εμποδίζουν την εδραίωση ενός υγιούς Εγώ και αδρανούν την ενστικτώδη αντίδραση της αυτοσυντήρησης.
Γράφει: «Με βήματα αργά κατευθύνεται πρώτα σ΄ εκείνες τις εικόνες της αρχής, όχι με νοσταλγία, αλλά από ανάγκη να σκάψει να βρει, ίσως, τις ρίζες που προκαλούν τη μεταμόρφωση του σήμερα» ( σελ, 53). Στη συνέχεια περιγράφει το τραύμα του Αχιλλέα και τις ανεπάρκειες του λόγω της πείνας (υλικής και συναισθηματικής) και της ναρκισσιστικής διαταραχής που τον καθιστά ανίκανο να σχετισθεί με τον ¨σημαντικό Άλλο¨ της σχέσης.
Ο Αχιλλέας από την αρχή της σχέσης τους, παρόλη τη μάσκα του, δεν μπορεί να καλύψει το κενό των ανικανοποίητων επιθυμιών που έχει μέσα του από την παιδική ηλικία και στη συνέχεια σε όλη την ενηλικίωση του.
Μονολογεί η Ερατώ για τον Αχιλλέα: «Η επαφή που είχε με τον πατέρα του, την μάνα του και τον αδελφό του ήταν ελάχιστη και ούτε ήθελε να μιλάει για αυτούς. Ντρεπότανε ή τους μισούσε για κάποιο λόγο». (σελ.56).
Τα συναισθήματα μίσους και ζήλειας προς τους άλλους λόγω της μειονεξίας που ένιωθε, άλλοτε μετατρέπονταν σε μία πεισματική ορμή προόδου και άλλοτε άνοιγαν ένα βάραθρο που τον καταπόντιζαν στο χάος. Τέτοιες στιγμές η μόνη πηγή δύναμης, έστω ψεύτικη, ήταν το αλκοόλ και το σεξ, η εξάρτηση από την καλή εικόνα του και από την Ερατώ, επειδή φοβόταν την εγκατάλειψη. Όσο καλός ήταν με τους αρρώστους και στις άλλες κοινωνικές του σχέσεις εκτός οικογένειας (φόβος για την persona του), τόσο κακοποιητικός ήταν στις σχέσεις οικειότητας με την γυναίκα και την κόρη του. Ο Αχιλλέας δεν ανήκε πουθενά και μπορούσε να διατηρήσει με τους άλλους μόνο σχέσεις δύναμης με την άσκηση βίας και πάθους. Ο λύκος που είχε μέσα του τον φόβιζε τόσο πολύ που μόνο με την δική του επιθετικότητα εξόρκιζε την υπαρξιακή απειλή.
Η Ερατώ περιγράφοντας την σχέση μέσα στο δικό της οικογενειακό σύστημα, με τον πατέρα και την μητέρα της, μας δίνει την εικόνα μιας μοναχοκόρης υπερ- προστατευμένης μέσα στο μικρόκοσμο της. Διατηρεί την αθωότητα της ακόμη και μέσα στο γάμο της. Είναι ερωτευμένη με τον Αχιλλέα, τον στηρίζει στις σπουδές του και εκχωρεί για χάρη του αβασάνιστα τα δικά της όνειρα. Μία λαθεμένη ταύτιση με τον Αχιλλέα σταματάει κάθε προσωπική εξέλιξη της που την οδηγεί στην αφάνεια και την απώλεια του εαυτού της. Είναι μόνο η σκιά του.
Γράφει: « Εκείνος ήταν ο σημαντικός δικός της. Του έδωσε τον χώρο και την δύναμη της για να γίνει αυτός ό, τι ονειρευόταν πριν η ίδια για τον εαυτό της. Ποτέ δεν συνειδητοποίησε την προβολή». ( σελ. 60)
Η Ερατώ και ο Αχιλλέας είναι σε σχέση συν-εξάρτησης και αδυνατούν μαζί να δημιουργήσουν ένα ασφαλή χώρο ανάπτυξης για την μοναχοκόρη τους Ζωή.
Το δια-γενεαλογικό τραύμα συνεχίζεται στο πρόσωπο της Ζωής με τα διπλά μηνύματα διάχυτα μέσα στο οικογενειακό σύστημα. Το Εγώ της βρίσκεται σε σχάση μη μπορώντας να διαχειριστεί τους ενδόμυχους υπαρξιακούς φόβους της. Τα πρότυπα συμπεριφοράς την μπερδεύουν. Θυμός, επιθετικότητα (σωματική, λεκτική, ) ή παθητική ( σιωπή, φυγή) . Απορρίπτει και τους δύο με τον ίδιο τρόπο που βιώνει την σχέση μαζί τους. Προβάλλει στην Ερατώ το θυμό για την αδυναμία της μητέρας και την δικής της να ελευθερωθεί από το γονεϊκό σύστημα των εξαρτήσεων. Όταν εξοργίζεται, κλείνει την πόρτα του σπιτιού και φεύγει όσο πιο μακριά γίνεται με την πρόφαση της δουλειάς της. Έχει ανάγκη να ξεχάσει τις άγριες σκηνές βίας του μεθυσμένου πατέρα της.
Το τραύμα γεννάει φόβο και πόνο. Ο Λύκος ζωντανεύει μέσα στην ψυχή των γυναικών αλλά και του Αχιλλέα που γίνεται ακόμη πιο τύραννος.
Η Ερατώ, δέσμια του Αχιλλέα, για να ελευθερωθεί από τις εικόνες που την συνδέουν τόσα χρόνια μαζί του, πρέπει να τολμήσει το θάνατο της εξαρτημένης σχέσης τους. Η αλλαγή αντίληψης για την διάθεση του εαυτού της μπορεί μόνο με τον θάνατο του ονείρου και της προσδοκίας να φέρει ένα τέλος στην τραυματική εμπειρία και την αρχή μιας νέας κωδικοποίησης στο μυαλό της. Τέλος δεν υπάρχει στο τραυματικό βίωμα αν δεν θυσιαστεί το όνειρο και οι προβολές του στις νέες σχέσεις και το στήσιμο μιας άλλης αλήθειας.
« Αύριο θα είναι μία άλλη ζωή» στέλνει το αισιόδοξο μήνυμα η Ερατώ προς τον αναγνώστη αλλά και προς τον εαυτό της.
Η Μαρία Ψωμα- Πετρίδου με το μυθιστόρημα της μας δίνει την ευκαιρία να σκύψουμε πάνω σ’ ένα θέμα ενδοοικογενειακής βίας και όχι μόνο. Με το ανατρεπτικό τέλος αφήνει στον δέκτη τον χώρο να αναπτύξει την δική του θέση και να απαντήσει στα πολλά ερωτήματα που αφήνει ανοιχτά η ιστορία. Ας θυμόμαστε παράλληλα ότι η ενδοοικογενειακή βία δεν είναι γένους αρσενικού ή πατρικής συμπεριφοράς μόνο αλλά μπορεί να είναι οι θύτες γένους θηλυκού ή και παιδιά εξαιτίας της τραυματικής απωθημένης εμπειρίας.
8 Σεπτεμβρίου 2021
Αριστούλα Δάλλη: Εικαστική ψυχοθεραπεύτρια, Συστημική Οικογενειακή θεραπεύτρια. Διευθύνει το Κέντρο Προσωπικής Ανάπτυξης και ψυχοθεραπείας μέσω της Τέχνης ¨ΑΚΕΣΑ¨ στην Θεσσαλονίκη. Εικαστικός με συμμετοχή σε ομαδικές εκθέσεις. Οργανώνει Σεμινάρια και διαλέξεις με θέματα που αντλεί από την Μυθολογία, την Λογοτεχνία, την Ποίηση.