Βιβλ. ΣΤ. ΙΧ-Χ,2 (Βλ. υποσημείωση 2)
Την επομένη χώρισε τον στρατό στα δύο και, διοικώντας ο ίδιος το ένα τμήμα, επιτέθηκε στο τείχος, ενώ το άλλο το οδηγούσε ο Περδίκκας.3 Στο μεταξύ οι Ινδοί, μην αντέχοντας στην ορμή των Μακεδόνων, εγκατέλειψαν τα τείχη της πόλης και κατέφυγαν στην ακρόπολη. Ο Αλέξανδρος λοιπόν και οι δικοί του παραβίασαν μία μικρή πύλη και πέρασαν μέσα στην πόλη πολύ πριν από τους άλλους. ΄Οσο για εκείνους που είχαν συνταχθεί με τον Περδίκκα καθυστέρησαν, γιατί με δυσκολία πηδούσαν πάνω από τα τείχη, καθώς οι περισσότεροι από αυτούς δεν έφερναν μαζί τους σκάλες, έχοντας την εντύπωση ότι η πόλη είχε κυριευθεί, εφόσον είδαν ότι τα τείχη έμειναν έρημα από τους υπερασπιστές τους. ΄Όταν όμως φάνηκε ότι οι εχθροί κρατούσαν την ακρόπολη και ότι πολλοί είχαν παραταχθεί μπροστά της για να πολεμήσουν ψηλά από τα τείχη, τότε προσπαθούσαν να μπουν στην ακρόπολη με τη βία, άλλοι ανοίγοντας ορύγματα κάτω από το τείχος και άλλοι τοποθετώντας σκάλες, όπου αυτό ήταν δυνατόν. Ο Αλέξανδρος, με την ιδέα ότι εκείνοι από τους Μακεδόνες που έφερναν τις σκάλες χρονοτριβούσαν, άρπαξε τη σκάλα ενός από αυτούς που τις μετέφεραν, τη στήριξε ο ίδιος πάνω στο τείχος και κουλουριασμένος κάτω από την ασπίδα του άρχισε να ανεβαίνει. Πίσω του ερχόταν ο Πευκέστας4 κρατώντας την ιερή ασπίδα,5 αυτή που είχε μαζί του ο Αλέξανδρος αφότου την πήρε από τον ναό της Ιλιάδας Αθηνάς, και στις μάχες την κρατούσαν μπροστά του. Πίσω από τον Πευκέστα, στην ίδια σκάλα, ανέβαινε ο σωματοφύλακας Λεοννάτος,6 και από άλλη σκάλα ο Αβρέας, ένας από εκείνους που υπηρετούσαν ως διμοιρίτες. Ο βασιλιάς βρισκόταν πλέον δίπλα στην έπαλξη του τείχους· ακούμπησε πάνω της την ασπίδα και άλλους Ινδούς τους απωθούσε μέσα στο τείχος και άλλους τους σκότωνε επί τόπου με το ξίφος του, απογυμνώνοντας αυτό το μέρος του τείχους από τους υπερασπιστές του. Και οι υπασπιστές,7 έτσι που συνωθούνταν βιαστικοί πάνω στην ίδια σκάλα, κυριευμένοι από μεγάλο φόβο για την τύχη του βασιλιά, τη σπάνε, με αποτέλεσμα όσοι από αυτούς είχαν ήδη αρχίσει να ανεβαίνουν να πέσουν κάτω και να κάνουν για τους άλλους την ανάβαση εξαιρετικά δύσκολη.
΄Όταν ο Αλέξανδρος στάθηκε όρθιος πάνω στο τείχος, δεχόταν χτυπήματα απ’ όλες τις πλευρές, κ α ι από τους κοντινούς πύργους, γιατί κανείς από τους Ινδούς δεν τολμούσε να τον πλησιάσει, κ α ι από όσους βρίσκονταν στην πόλη, οι οποίοι μάλιστα έριχναν εναντίον του ακόντια όχι από μεγάλη απόσταση (γιατί έτυχε σ’ αυτό το σημείο να έχει κατασκευαστεί ένα είδος προχώματος κοντά στο τείχος )· καθώς, δε, φαινόταν ξεκάθαρα πως ήταν ο Αλέξανδρος, κ α ι από τη λαμπρότητα των όπλων κ α ι από την παράλογη τόλμη του, κατάλαβε ότι μένοντας σ’ εκείνη τη θέση θα κινδυνεύσει χωρίς να επιδείξει κανένα αξιόλογο κατόρθωμα, ενώ, αν πηδήξει μέσα στο τείχος, ίσως με αυτήν ακριβώς την ενέργειά του να καταπλήξει τους Ινδούς, κι αν μάλιστα υποχρεωνόταν και να κινδυνεύσει, δεν θα πέθαινε τουλάχιστον άδοξα, αφού θα είχε επιτελέσει έργα μεγάλα και άξια να τα μάθουν οι μεταγενέστεροι ‒ με αυτές τις σκέψεις λοιπόν πηδάει από το τείχος μέσα στην ακρόπολη. Και τότε, με την πλάτη πάνω στο τείχος φονεύει κάποιους που συγκρούστηκαν μαζί του και τον ηγεμόνα των Ινδών που του επιτέθηκε με περισσή τόλμη, και τον οποίο ο Αλέξανδρος σκότωσε καταφέροντάς του πλήγμα με το ξίφος. ΄Έναν άλλον που ζύγωνε τον απέκρουσε με πέτρα κι επίσης άλλον έναν με πέτρα, κι έναν που ήρθε ακόμη πιο κοντά, πάλι με το ξίφος. Από την άλλη, οι βάρβαροι δεν είχαν πλέον καμία διάθεση να τον πλησιάσουν, αλλά έτσι όπως τον είχαν ζώσει, τον χτυπούσαν από παντού με ό,τι βλήμα τύχαινε να έχει ο καθένας ή ν’ αρπάξει εκείνη τη στιγμή.
Στο μεταξύ, κ α ι ο Πευκέστας κ α ι ο διμοιρίτης Αβρέας και μετά από αυτούς κ α ι ο Λεοννάτος, οι μόνοι που κατά τύχη είχαν ανέβει στο τείχος πριν σπάσουν οι σκάλες, πήδηξαν και αυτοί κάτω και μάχονταν μπροστά από τον βασιλιά. Και εκεί πέφτει νεκρός ο διμοιρίτης Αβρέας χτυπημένος από βέλος στο πρόσωπο. Πληγώνεται όμως και ο ίδιος ο Αλέξανδρος από βέλος που του διαπέρασε τον θώρακα στο στήθος, πάνω από τον μαστό, ώστε, όπως λέει ο Πτολεμαίος,8 μαζί με το αίμα έβγαινε από το τραύμα και αέρας. Ο Αλέξανδρος, όσο το αίμα ήταν ακόμη ζεστό, αμυνόταν, μολονότι βρισκόταν σε άσχημη κατάσταση. ΄Όταν όμως χύθηκε πολύ αίμα με ροή συνεχή και ορμητική, όπως συμβαίνει όταν το αίμα χύνεται μαζί με αέρα, τον έπιασε ίλιγγος και λιποθυμία, και γέρνοντας πέφτει εκεί, πάνω στην ασπίδα. Ο Πευκέστας τότε από τη μια πλευρά, που στάθηκε μπροστά απ’ τον πεσμένο Αλέξανδρο και κράτησε πάνω από εκείνον την ιερή ασπίδα από την Τροία, και ο Λεοννάτος από την άλλη, πληγώνονται και οι δύο, ενώ ο Αλέξανδρος πλησίαζε πλέον να πεθάνει από την αιμορραγία.
Βιβλ. ΣΤ. ΧΙΙΙ,1-3. (Βλ. υποσημείωση 9)
Και επειδή τα αντιλήφθηκε αυτά ο Αλέξανδρος και φοβήθηκε μην ξεσπάσει καμιά στάση στο στράτευμα, την πρώτη στιγμή που πήρε τα πάνω του μεταφέρθηκε στις όχθες του Υδραώτη ποταμού. Και πλέοντας τον ποταμό (καθότι το στρατόπεδο βρισκόταν στη συμβολή του Υδραώτη και του Ακεσίνη, όπου ο Ηφαιστίων10 ήταν επικεφαλής της στρατιάς, και ο Νέαρχος11 διοικούσε τον στόλο για λογαριασμό του Αλέξανδρου ), όταν πλέον το πλοίο που έφερνε τον βασιλιά προσέγγιζε το στρατόπεδο, δίνει διαταγή να αφαιρέσουν τη σκηνή από την πρύμνη, για να είναι από όλους ορατός. ΄Όμως ακόμη και εκείνη τη στιγμή, οι στρατιώτες δεν πίστευαν, γιατί είχαν τη γνώμη πως ο Αλέξανδρος μεταφερόταν δήθεν νεκρός, έως ότου άραξε το πλοίο στην όχθη, και αυτός σήκωσε το χέρι του χαιρετώντας το πλήθος. Τότε εκείνοι ξέσπασαν σε κραυγές υψώνοντας τα χέρια προς τον ουρανό, και κάποιοι προς τον ίδιο τον Αλέξανδρο· πολλοί μάλιστα, χωρίς να το θέλουν, έχυσαν και δάκρυα για το ανέλπιστο γεγονός. Και κάποιοι από τους υπασπιστές, την ώρα που μεταφερόταν έξω από το πλοίο, έσπευσαν να του προσφέρουν μια κλίνη, όμως αυτός διέταξε να του φέρουν το άλογό του· και μόλις ανέβηκε στο άλογο και τον είδαν ξανά, όλο το στράτευμα χτύπησε με δυνατό κρότο το έδαφος. Αντήχησαν τότε οι όχθες και τα κοντινά δασοσκεπή φαράγγια. Και όταν ζύγωνε πια στη σκηνή, κατέβηκε από το άλογο για να τον δουν κ α ι να βαδίζει. Κι εκείνοι τον πλησίαζαν, ο ένας από δω, ο άλλος από κει, και τον άγγιζαν, κάποιοι στα χέρια, άλλοι στα γόνατα, άλλοι ακουμπούσαν και μόνο τα ρούχα του. ΄Αλλοι πάλι έρχονταν για να τον δουν από κοντά, να τον επευφημήσουν και μετά να φύγουν. Κάποιοι άλλοι έριχναν πάνω του ταινίες,12 και άλλοι τον έραιναν με άνθη, όσα έδινε εκείνη την εποχή η γη των Ινδών.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1) Για τον Αρριανό βλ. κείμενό μας της 25ης Ιανουαρίου 2020, με αφορμή τις λέξεις « ΄Υφαλος-Σχοινί».
2) Ο Νοέμβριος του 326 π. Χ. βρίσκει τον Αλέξανδρο να έχει ολοκληρώσει την κατάκτηση του αχανούς κράτους των Περσών και να προελαύνει στα εδάφη της Ινδίας. Ωστόσο το στράτευμά του, αποκαμωμένο ύστερα από 8½ χρόνια συνεχούς πορείας και πολέμων, αρνείται να συνεχίσει ανατολικότερα, πέρα από τον ΄Υφαση ποταμό, τον παραπόταμο του Ινδού, και ο Αλέξανδρος αναγκάζεται να διατάξει την πολυπόθητη για τη στρατιά του επιστροφή. Αποφασίζει να μη γυρίσει ακολουθώντας την ίδια, τη χερσαία οδό, αλλά να χρησιμοποιήσει τα πλωτά ποτάμια της χώρας για να βγει στην ανοικτή θάλασσα (Ινδικό Ωκεανό). ΄Ετσι, ο μεν στόλος ξεκίνησε πλέοντας στον ποταμό Υδάσπη, άλλον έναν παραπόταμο του Ινδού, οι δε πεζικές δυνάμεις βάδιζαν παράλληλα στις όχθες του. Από τις χώρες που περνούσε ο μεγάλος στρατηλάτης, άλλοι λαοί παραδίδονταν αμαχητί και άλλους τους καθυπότασσε με τη βία, όπως συνέβη με τους Μαλλούς, ένα από τα πολεμικότερα έθνη της περιοχής. Η εκστρατεία εναντίον τους απέβη νικηφόρα, αλλά προκάλεσε πολύ βαριές απώλειες στον υπερήφανο και σκληροτράχηλο αυτό λαό, και έθεσε σε κίνδυνο και τη ζωή του ίδιου του Αλέξανδρου, που λίγο έλειψε να αφήσει την τελευταία του πνοή στο πεδίο της μάχης. Το δραματικό περιστατικό συνέβη στο τελευταίο προπύργιο των Μαλλών, σε μια οχυρή πόλη όπου κατέφυγαν καταδιωκόμενοι από τον Μακεδόνα βασιλιά. Ο Αλέξανδρος απέσπασε μία δύναμη από τον κύριο κορμό του στρατού, τον οποίο είχε διαιρέσει βάσει σχεδίου σε τέσσερα τμήματα με συγκεκριμένες το καθένα εντολές, ορίζοντας ως σημείο συνάντησης όλων των τμημάτων και του στόλου τη συμβολή των ποταμών Υδραώτη και Αρκεσίνη, επίσης παραποτάμων του Ινδού, στρατοπέδευσε γύρω από την πόλη και άρχισε την πολιορκία.
3) Ο Περδίκκας ήταν στρατηγός και ένας από τους πιο επιφανείς συνεργάτες του Αλέξανδρου. Σ’ αυτόν έδωσε ο Αλέξανδρος λίγο πριν πεθάνει το δαχτυλίδι με τη σφραγίδα του.
4) Ο γενναίος υπασπιστής του Αλέξανδρου, του οποίου τη ζωή έσωσε στην εν λόγω μάχη κατά των Μαλλών.
5) ΄Όταν ο Αλέξανδρος διαπεραιώθηκε από τη Θράκη στην Ασία, επισκέφτηκε την Τροία, όπου θυσίασε προς τιμήν της θεάς Αθηνάς και της αφιέρωσε την πανοπλία του ως αντάλλαγμα μερικών όπλων, μεταξύ αυτών και μιας ασπίδας, που πήρε από τον ναό, όπλα που πίστευαν πως σώζονταν από τον Τρωικό πόλεμο.
6) Συνομήλικος και συμπολεμιστής του Αλέξανδρου. Υπήρξαν συμμαθητές στο περιβάλλον της Πέλλας.
7) Οι ὑπασπισταὶ στον μακεδονικό στρατό αποτελούσαν ένα επίλεκτο σώμα στο οποίο ανήκαν οι πεζοί σωματοφύλακες. Η ονομασία τους οφείλεται στην ασπίδα που έφεραν.
8) Ο Πτολεμαίος ήταν παιδικός φίλος του Αλέξανδρου, συμπολεμιστής του σε όλη τη διάρκεια της ανατολικής εκστρατείας, σωματοφύλακας και στρατηγός του. Μετά τον θάνατο του Αλέξανδρου έγινε ο ιδρυτής της ελληνιστικής Αιγύπτου και συνέγραψε το ιστορικό σύγγραμμα « Περί των πράξεων του Αλεξάνδρου», από το οποίο άντλησε αρκετά στοιχεία ο Αρριανός.
9) ΄Όταν οι Μακεδόνες έχασαν τον Αλέξανδρο από τα μάτια τους, φοβήθηκαν πολύ για τη ζωή του και επινοούσαν διάφορους τρόπους για να ανεβούν στο τείχος. ΄Οσοι τα κατάφερναν πηδούσαν μέσα στην ακρόπολη, στο σημείο όπου κειτόταν αναίσθητος, και γύρω του ξέσπασε λυσσώδης μάχη. Τελικά η ακρόπολη καταλήφθηκε και, ενώ οι Μακεδόνες έξαλλοι από οργή για τον τραυματισμό του βασιλιά τους τους έσφαζαν όλους, ακόμη και τις γυναίκες και τα παιδιά, ο Αλέξανδρος μεταφερόταν πάνω στην ασπίδα ημιθανής. Στο διάστημα που ανάρρωνε από το τραύμα του, στο κυρίως στρατόπεδο που είχε στηθεί νοτιότερα και όπου θα κατευθυνόταν και εκείνος μετά το πέρας της εκστρατείας κατά των Μαλλών, κυκλοφόρησε η φήμη ότι πέθανε, προκαλώντας θρήνο και πανικό. Οι στρατιώτες περιήλθαν σε τέτοια απελπισία, ώστε δεν πίστευαν ούτε τις κατοπινές ειδήσεις που διέψευδαν τον θάνατό του ούτε και τα γράμματα που έφθαναν εκ μέρους του, θεωρώντας τα πλαστά, γραμμένα από τους σωματοφύλακες και τους στρατηγούς του.
Η συνέχεια στο παρατιθέμενο απόσπασμα.
10) Ηφαιστίων: Μακεδόνας στρατηγός. Ο πιο αφοσιωμένος και έμπιστος φίλος του Αλέξανδρου. Η φιλία τους ανάγεται στα παιδικά τους χρόνια στην Πέλλα.
11) Νέαρχος: ναύαρχος του Αλέξανδρου.
12) Η ταινία ήταν κορδέλα που έδενε ο νικητής στο κεφάλι του ή στον μηρό ή στο μπράτσο του ως σημείο νίκης