Τα εγγόνια μας θα μας καταραστούν. Όλα τα σπαταλάμε και αισθανόμαστε δυνατοί. Σήμερα είναι αδύνατον να προφητεύσεις οτιδήποτε, γιατί στο κοντινό μέλλον θα μας επιτεθούν τόσα και τόσο τρομερά προβλήματα! Εμείς όμως καυχιόμαστε ο ένας προς άλλον για τη δύναμή μας, και κάνουμε τα πάντα να τη μεγιστοποιήσουμε. Αντί, ήσυχα ήσυχα, να προετοιμαστούμε! Αίφνης δε θα μπορέσουμε να αντεπεξέλθουμε πια, και λύση θα επιτευχθεί μόνο με υπεράνθρωπες προσπάθειες – η όποια λύση.
Είναι για κλάματα, αν το συγκρίνει κανείς αυτή την προοπτική με τη σημερινή σπατάλη και ανικανότητα. Από σκέτη βλακεία χάνουμε πολύτιμες δυνατότητες. Θα αναγκαστούμε, με τα αποδυναμωμένα και φουσκωμένα μας κορμιά, να γυρίσουμε πάλι στα δάση; Η Ευρώπη πρέπει να παραδεχτεί πως η ένδοξη ιστορία της ήταν μια ιστορία αποτυχίας. Κάποτε ίσως να γίνει ένα παραμύθι της Ανατολής, για το οποίο θα χαμογελούν οι σοφοί.
Καημένη Ευρώπη! Τόση ενέργεια, τόσο νεύρο και τόση πίστη. Και τώρα κείται ξαπλωμένη, από συστήματα φαγωμένη, σε εγρήγορση κι όμως κοιμισμένη, ξενυχτισμένη και εκνευρισμένη, η γριά μαμζέλ, που τη λειτουργία τής επιχείρησης περισσότερο εμποδίζει παρά διευθύνει.
Είναι η φυγή στον τρίτο κόσμο μια λύση; Η φυγή από τις λεπτεπίλεπτες αποχρώσεις, διανοητικές και συναισθηματικές· να πετάξουμε τα βιβλία και να γίνουμε ακτιβιστές; Ας είχαμε μάθει κάτι συγκεκριμένο, χεροπιαστό, και ας είχαμε νου πρακτικό…
Η Ευρώπη μοιάζει με την ύστερη Ρώμη. Αλλά ποιος θα φέρει τον νέο Μεσσία; Ο Καζαντζάκης έκανε λάθος, δεν ήταν ο Λένιν. Στο κεφάλι μας πρέπει να τον δημιουργήσουμε, αλλιώς δεν έρχεται. Αλληλεγγύη, πρόνοια, ένα νέο ήθος, μια νέα φιλοφροσύνη… Όμως βλέπω μόνο φτώχεμα της ψυχής, δουλειά για ευτελείς στόχους, εκνευρισμό και απελπισία.
Ίσως δεν πρέπει να ακολουθήσει κανείς αυτή την Ευρώπη. Τι να γίνει; Όλες οι ωραίες και από τη σημερινή οπτική γωνία πραγματοποιήσιμες ουτοπίες επισκιάζονται από αυτόν τον άγνωστο αριθμό γιγαντιαίων και απειλητικών για την ύπαρξή μας ζητημάτων, που θα εισβάλλουν αύριο στο σπίτι μας. Οι ηλικιωμένοι έχουν ελπίδα να προλάβουν να πεθάνουν ήσυχα. Ο δικός μας θάνατος είναι ένα ερώτημα. Δε θα έρθει ως ώριμος καρπός, ως φίλος που αποκτήσαμε σιγά σιγά και με κόπο, αλλά ως εχθρός που θα μας αιφνιδιάσει με κάποιον παράλογο τρόπο, γελοίος και αναξιοπρεπής όπως η ζωή μας. Και θα είναι κι αυτός πιασμένος στις δαγκάνες της ανάγκης και καταπιεσμένος, και θα ξεπηδήσει από το μπουκάλι σαν φάσμα με τρομακτικές και πρωτόγονες μορφές.
Η ζωή μας δεν αξίζει φράγκο, είναι γελοία, εκτεθειμένη στο τυχαίο, το οποίο εκκινεί και από τους τυφλούς μας (συν)αδελφούς, το όχι λιγότερο χαοτικό από την παλαιά Τύχη. Είναι ακριβώς εκεί, όπου με τον πιο άριστο τρόπο σχεδιάζονται και υπολογίζονται τα πράγματα, εκεί κυβερνά με τον πιο απεριόριστο τρόπο. Η ζωή μας δεν αξίζει πολλά, αλλά αυτή των παιδιών μας θα είναι κάτι το εντελώς αρνητικό, θα είναι σχεδόν μόνο βάρος. Ο δείκτης των γεννήσεων που συνεχώς μειώνεται, φαίνεται να είναι μόνο η εκπλήρωση ενός καθήκοντος, η συνέπεια μιας φυσικής δύναμης, που ακόμα αποδεικνύεται πιο ανθεκτική από τον υπερφίαλο υλικό μας πολιτισμό.
Επομένως: πάλι στα δάση; Αυτή είναι σκέψη απλοϊκή. Το άθροισμα των εμπειριών και γνώσεών μας δεν φτάνουν, για να στοχαστούμε τι είναι εφικτό. Θα μεγαλώσουμε και εμείς με τα προβλήματα, ή θα τελειώσουμε με κάποιον κακό, λοξό και γελοίο τρόπο. Μέσα σ’ ένα αφάνταστα μικρό χρονικό διάστημα θα γίνουν εκρήξεις γνώσεων, που ξεπερνούν κατά πολύ ό,τι γνωρίσαμε έως τώρα. Και θα πρέπει να αντιδράσουμε στους κινδύνους με μια ταχύτητα που κάνει τη σημερινή γρηγοράδα και τη σημερινή ευαισθησία να φαίνονται σαν καθυστερημένες αντιδράσεις οπισθοδρομικών αγροτών σε προβιομηχανική κατάσταση· θα πρέπει να βρούμε μέσα μας μια σκληρότητα και ταυτόχρονα μια τρυφερότητα ψυχής, που σε τέτοια έκταση και σε τέτοια σύμπραξη είναι σήμερα ακόμα ασύλληπτη, για να μετατραπεί η απότομη οπισθοδρόμηση σε κίνηση προς τα μπροστά, για να σωθεί από τη μεγάλη καταστροφή στοχευμένα κάτι μικρό. Κλαδεύουν τα δέντρα πριν μεγαλώσουν πολύ και τα κλαδιά νεκρωθούν. Ποιος θα το κάνει σε μας; Ή καλύτερα: ποιος μπορεί να χειρουργήσει τον εαυτό του; Εμείς έχουμε απαιτήσει τα πάντα, εμείς φέρουμε την ευθύνη για τα πάντα. Πρέπει να χειρουργήσουμε τον εαυτό μας!
Πώς θα γίνει αυτό; Όσο περισσότερη απόσταση κρατά κανείς από την πρακτική κατάσταση των πραγμάτων, τόσο περισσότερο μπορεί να ανυψωθεί η σκέψη του. Ο πολιτικός πρέπει να συνδυάσει μέσα του την πιο τολμηρή ουτοπία με τον πιο προσγειωμένο πραγματισμό. Πρέπει να είναι ονειροπόλος της πραγματικότητας, χωρίς να ξυπνάει ποτέ. Μήπως είναι κακή η νηφαλιότητα στην πολιτική; Αν ήταν η ψυχή των αρχηγών τόσο μεγάλη, όσο είναι οι χώρες τους! Συχνά είναι μόνο τόσο μεγάλη όσο η τσέπη τους. Ένας πολιτικός δεν πρέπει να πιστεύει σε προκαθορισμένα δεδομένα.
Η ελευθερία δεν είναι φυσικό φαινόμενο, είναι καθαρά ανθρώπινη κατάκτηση· και υπάρχει τόση ελευθερία όση είναι ικανός να πραγματώσει ο άνθρωπος. Δεν έχουμε ιδέα, πόσα πράγματα είναι εφικτά, ακόμα και με μας τους ίδιους. Είμαστε ακόμα αγύμναστοι στο στοχασμό των δυνατοτήτων. Και τι δε θα μπορούσε να είναι ο άνθρωπος!
Στο τέλος ενός ταξιδιού με τέτοιες σκέψεις μας περιμένει ένα τρομακτικό ξύπνημα, αλλά στην επανάληψη ίσως αντέξουμε κάπως τη διαφορά προς τη ζώσα πραγματικότητα. Το δυνητικό πρέπει να διαβρώσει το πραγματικό. Το να σχεδιάσει θεωρητικά αυτές τις δυνατότητες του ενδεχόμενου εφικτού και να τις πραγματοποιήσει ή και όχι, αυτή είναι η ελευθερία του ανθρώπου.
Η πρακτική της υλοποίησης υπόκειται στους περιορισμούς του εφικτού, μόνο ως αρχή είναι εντελώς ελεύθερη. Στη σωστή ή λανθασμένη επιλογή των δυνατοτήτων της σκέψης έγκειται η πρόοδος ή η οπισθοδρόμηση σύμφωνα με μια ακόμα κάπως αόριστα επεξεργασμένη στοχοθεσία. Αυτή η στοχοθεσία είναι υποθετική και κρατάει σε κίνηση τη διαδικασία. Είναι αναγκαστικά ανακριβής και ανολοκλήρωτη ως προς το περιεχόμενο (βλ. ο παράδεισος με μέλι και γάλα), ενδιαφέρει όμως εξαιτίας της ενεργοποιούσας λειτουργίας του. Μια τέτοια στοχοθεσία φαίνεται πώς λείπει από το σύγχρονο κόσμο.
Η διάνοια τα έχει εύκολα. Λύνει τα προβλήματα στο κενό. Εμείς όμως δεν είμαστε μόνο εγκέφαλοι, αλλά και αίμα και ένστικτο και ψυχή και παράδοση. Πρέπει να κατανοήσει κανείς τις αντιστάσεις στην πρόοδο στην πιο βαθιά τους ουσία, την αξία τους και τη σιγουριά τους, για να δουλέψει σωστά για την πρόοδο. Αλλιώς δεν πιάνεται από πουθενά και εύκολα πέφτει πίσω. Η μισαλλοδοξία και η έλλειψη κατανόησης σε σύγχρονα ρεύματα της σκέψης δείχνει πόσο λίγο έχει πραγματοποιηθεί αληθινή πρόοδος. Η εκκένωση της γλώσσας είναι όμως ένα πρώτο βήμα για την ανανέωση της χρήσης της. Η γέννηση είναι συνήθως ο θάνατος του ανήκειν στο όλον. Έτσι αναμιγνύονται ζωή και θάνατος, γέννηση – τεκνοποίηση – θάνατος, μόνο ο τελευταίος δεν είναι θηλυκός.
Όσο η νόηση είναι εξαρτημένη από το σώμα, δεν έχει νόημα να προσπαθήσεις να το παίξεις καθαρός λόγος, και μόνο ζημιές προκαλείς αμφίπλευρα. Ο ρυθμός αυτής της εξέλιξης είναι χιλάδες φορές πιο αργός, απ’ ό,τι μας φαίνεται σήμερα. Αν είναι η πρόοδος να μην υποτροπιάσει στην υστερική της εφαρμογή, πρέπει να γίνει αργά και σε βάθος σχεδιασμένα. Η Ευρώπη πάσχει από ημικρανία και μεγαλομανία, από φαντασιώσεις καλοπέρασης. Δεν βλέπει τη θεμελιώδη νοητική σύγχυση και ταραχή, την ψυχική αστάθεια, την ανάγκη θεραπευτικής παραμονής σε βουδιστικό μοναστήρι. Το ζητούμενο των καιρών είναι να κατεβάσουμε την ταχύτητα σε όλα αυτά που κινούνται και εξελίσσονται, σταδιακά να κατεβάσουμε ταχύτητα παντού, να καθίσουμε κάτω και να σκεφτούμε τι στο διάβολο έπρεπε να γίνει και τι ουσιαστικά γίνεται – να κερδίσουμε δυνατότητες επιλογών. Λίγη ησυχία, λίγη ηρεμία, πριν καταβαραθρωθούν όλα! Λίγο στοχασμό, πριν είναι πολύ αργά για όλα. Πριν όλα γίνουν δεδομένα. Τα προβλήματα είναι σχεδόν όλα ίδια. Για όλο τον πλανήτη. Οι προφητείες σήμερα δύσκολες. Όλα έρχονται κάπως αλλιώς, και πολύ πιο σύνθετα. Οι χρησμοί των πολιτικών φτάνουν ώς τις επόμενες εκλογές. Οι δικτάτορες πιστεύουν κυρίως στον εαυτό τους και την ικανότητά τους να νίκησουν κάποιον εχθρικό στροτό ή ένα πρόβλημα που φαίνεται στον ορίζοντα. Ύστερα ξαπλώνουν πάλι σε όλη την έκτασή τους στους ώμους του λαού τους. Χρειαζόμαστε ελαστικούς σχεδιασμούς, γεμάτους δυνατότητες προσαρμογής και παραλλαγές. Και επειδή όλοι κοιμούνται ή διαχειρίζονται κρίσεις με realpolitik, είναι ανάγκη να σηκωθεί η φωνή της Κασσάνδρας, που προφήτευσε την πτώση της Τροίας· για να σωθεί ένα κομμάτι από τη μυθική αυτή πόλη.
Μπορούμε να γίνουμε τα πάντα. Η ζωή μας τώρα δεν αξίζει φράγκο. Τα εγγόνια μας θα μας καταραστούν.
(Από το βιβλίο “Πανδέκτης και συνέκδημος – Το βιβλίο των κειμένων” Εκδόσεις ΟΤΑΝ 2021)