Το ενδιάμεσο βασίλειο της μαγείας εξαπλώνεται από την ιερή σφαίρα του θρησκευτικού έως την ζώσα πραγματικότητα της καθημερινότητας και τίθεται σε εφαρμογή σε φάσεις κρίσεων, ατομικών ή συλλογικών, θεωρείται δε και εμπειρική μυστική γνώση επαγγελματιών ή μυημένων στη μαγεία, μια γνώση που την επικαλούνται πελάτες έτοιμοι να πληρώσουν για αυτήν ή που εφαρμόζεται για την αποτροπή γενικότερων κινδύνων· η βάση της μαγικής σκέψης είναι ειδικές τροπικότητες του στοχασμού και αντιλήψεις της ανιμιστικής κοσμοθεωρίας, η φαντασιακή πίστη στην αποτελεσματικότητα των εφαρμοσμένων πρακτικών, η πελατειακή εξάρτηση από τις μυστικές γνώσεις ειδικών προσώπων (μάγων, μυημένων στη μαγεία γυναικών) και ένας «πελάτης» σε κατάσταση κρίσεως[1]. H παραθρησκευτική ατμόσφαιρα της ψευδο-ιερότητας και η σκηνοθετημένη αυθεντία του μάγου είναι εν μέρει επαγγελματική βιτρίνα, όπου ο βαθμός της εμπιστοσύνης στην επιτυχία και αποτελεσματικότητα των μαγικών πρακτικών στους ίδιους τους εκτελεστές τους δεν παίζει οπωσδήποτε και πάντα καθοριστικό ρόλο[2]· η γνωσιολογική και κοινωνιολογική απόσταση ανάμεσα στους επαγγελματίες της μαγείας και τους ενδεχόμενους ή πραγματικούς πελάτες έχει εν πολλοίς ένα εμπορικό-οικονομικό αποτύπωμα, το οποίο ρυθμίζεται από τους νόμους της αγοράς, ζήτηση και προσφορά, ή και την κρισιμότητα της κατάστασης στην οποία βρίσκεται ο πελάτης και την επαγγελματική υπόληψη του μάγου· πέραν τούτου βέβαια υπάρχουν και περιπτώσεις εφαρμογής, όπου η εμπορικότητα και ο προφεσιοναλισμός δεν είναι τόσο έκδηλοι, και έμπειρα και σεβαστά πρόσωπα παρέχουν ανάλογη βοήθεια και χωρίς ανταμοιβή (π.χ. οι θεραπευτικοί χοροί των călușarii ή οι αναστενάρηδες)[3].
Πολλές των μαγικών πρακτικών βασίζονται σε δοξασίες και αντιλήψεις, που θεωρούν πως μπορούν να επηρεάσουν καταστάσεις και διαδικασίες λόγω της συνειρμικής δικτύωσης ολόκληρης της περιοχής του επιστητού σε αλυσίδες από αναλογίες, και οι δυσκολίες στην πραγματοποίηση των αναγκαίων διαδικασιών λειτουργούν ενισχυτικά για την αποτελεσματικότητα (γύμνια, νύχτα, σιωπή κτλ.)· και οι ειδικές συνθήκες στην συγκέντρωση των απαραίτητων στοιχείων κάτω από ιδιαίτερα δυσμενείς συνθήκες αποτελούν ένα είδος πραγματιστικής «ποιητικής», της οποίας ο λογικός ειρμός είναι αμφίρροπος και πολύσημος: όπως το ιερό μπορεί να είναι προφυλακτικό και βοηθητικό αλλά και επικίνδυνο και καταστρεπτικό, έτσι και τα ίδια μαγικά μέσα (όπως και στην φαρμακευτική, φάρμακο-φαρμάκι), ανάλογα με τη δόση και τα συμφραζόμενα, μπορούν να προκαλέσουν και τα αντίθετα αποτελέσματα. Τα μαγικά μέσα είναι και παραμένουν ώς ένα βαθμό αυτόνομα. Όπως και η επωδή έτσι και η μαγική πράξη είναι μια διαδικασία επικοινωνίας με φαντασιακούς παρτνέρ, όπου ένας γνώστης καθοδηγεί τη διαδραστική πράξη και μεσολαβεί στις «μεταφυσικές» δυνάμεις, για να επέλθει το επιθυμητό αποτέλεσμα. Όμως η άυλη πνευματικότητα του ιερού αντικαθίσταται εδώ με υλικά μέσα· οι μαγικές πρακτικές δεν ξεπερνούν ολοκληρωτικά την ζώσα πραγματικότητα του καθημερινού. Κατ’ αυτόν τον τρόπο η μαγεία κινείται ανάμεσα σε παραθρησκευτικότητα και φαντασίωση, ανάμεσα σε υπερβατικότητα και εμμένεια, ανάμεσα στο φανταστικό και το πραγματικό. Βέβαια και το φαντασιακό είναι ταυτόχρονα και μια εσωτερική πραγματικότητα, τόσο με την ατομική όσο και με τη συλλογική έννοια, και γι’ αυτό για την φιλοσοφική φαινομενολογία επίσης μέρος της ανθρώπινης εμπειρίας και συνείδησης. Αλλά η ενδογενής αμφιβολία για την πραγματική ύπαρξη αυτής της εφαρμοσμένης «κοσμικής θρησκείας», με τους πρακτικούς σκοπούς και στόχους μέσα στη ζωή χωρίς ουσιαστική υπερβατικότητα, διαχώριζε ως ένα βαθμό πάντα τις μαγικές πρακτικές από την θρησκευτική πίστη. Αλλά στις στρατηγικές επιβίωσης στους προφορικούς πολιτισμούς της ΝΑ Ευρώπης τέτοια διαφορικά κριτήρια ωχριούν· θρησκευτικά και κοσμικά, εκκλησιαστικά κατοχυρωμένα και υβριδικές δοξασίες και δεισιδαιμονίες, έξω από τον καθιερωμένο χώρο ελέγχου της θεσμοθετημένης επίσημης θρησκείας, με ποικίλη ηλικία και προέλευση, συμφύρονται κα αναμιγνύονται στην ποιμενική πράξη και πρακτική καθώς και στη ζωή των μη προνομιούχων τμημάτων του πληθυσμού σε τέτοιο βαθμό, που όλες οι προσπάθειες ενός θεωρητικού διαχωρισμού του θρησκευτικού και του μαγικού καταντούν ακαδημαϊκά κατασκευάσματα που δεν ανταποκρίνονται στην υβριδικότητα της εκάστοτε τοπικής κοινωνικής πραγματικότητας.
Ποιοι είναι αυτοί οι κάτοχοι της αποκρυφιστικής γνώσης και οι μάγισσες, που κατά το Μεσαίωνα και στα νεώτερα χρόνια καίγονταν ως στρίγκλες και όργανα του σατανά στη Δυτική και Κεντρική Ευρώπη[4]; Σε τι συνίσταται η μυστήριά τους δραστηριότητα; Πως μπορεί να αποκτήσει κανείς την απόκρυφή τους γνώση; Στον πολυεθνικό χώρο της ιστορικής Θράκης π.χ. κυλιούνται γυναίκες γυμνές στη χλόη τη νύχτα της Πρωτομαγιάς, για να μυηθούν στα μυστικά της μαγείας[5]. Εκεί οι μαΐστρες πραγματοποιούν διάφορα τελετουργικά δρώμενα για την προώθηση της δικής τους ευημερίας και καταριούνται την ξένη συγκομιδή, την περιουσία του γείτονα, φέρνουν το φεγγάρι στη γη και αρμέγουν το γάλα της σελήνης· εν γένει αυτά τα στριγκλοειδή όντα αναπτύσσουν μια μάλλον αντικοινωνική δράση, βοηθούν όμως με μαύρη μαγεία και σε ερωτικές έριδες[6].
Σχετικά με τις φάσεις και κατηγορίες των σχετικών διαδικασιών μπορούμε να διακρίνουμε την παθητική προφύλαξη, αποτροπή ή πρόληψη από τις ενεργητικές επεμβάσεις της μαγικής πράξης και πρακτικής. Στις αποτρεπτικές πράξεις έχουν κορυφαία σημασία ο μαγικός κύκλος και η χρήση των φυλακτών. Ο προφυλακτικός κύκλος έχει και μια διπλή αμφίρροπη σημασία[7]: η αποτροπή του κακού λόγω της εντέλειας του σχήματος του κλειστού κύκλου, και ταυτόχρονα ο καθαγιασμός του προστατευμένου εσωτερικού του χώρου και η περιφερειακή τοποθέτηση σημαδιών του τόπου σε κυκλική μορφή, το ζώσιμο και η περίφραξη (στον κατοικημένο χώρο της κοινότητας με ιερά και ναΐσκους, αγιάσματα, υψώματα, προσκυνητάρια στην άκρη του δρόμου κτλ., σε εκκλησίες και εικόνες με το ζώσιμο με νήματα, αλυσίδες ή κερί)[8]. Στα φυλακτά και χαϊμαλιά (hamaylı)[9] κυριαρχούν, δίπλα στους σταυρούς, τα πολύτιμα μέταλλα σε περιδέραια, δακτυλίδια[10], καθαγιασμένα στην εκκλησία αργυρά κέρματα[11], κόκκινα βαμμένα αυγά (από μαύρη κότα τη Μεγάλη Πέμπτη)[12], χαρτάκια με βιβλικά ρητά καρφωμένα στα ρούχα[13], θραύσματα από το Τίμιο Ξύλο κτλ. (στους μουσουλμάνους και ημισέληνοι, κέρατα, ιχθείς, σκορπιοί, περιδέραια με μαγικά τετράγωνα, επιγραφές, κομπολόγια προσευχής[14]), αλλά και μορφές του κατάδεσμου και της ακινητοποίησης, όπως κόμβοι, κάρφωμα καρφιών κτλ.[15], όπως και ειδικά φυλακτά με τον ανοιχτό οφθαλμό για το κακό μάτι[16], που υπάρχουν σήμερα ακόμα και στολίζουν αυτοκίνητα και φορτηγά[17].
Η μορφολογία των προφυλακτικών και αποτροπαϊκών πράξεων ενάντια σε δαίμονες, βλαπτικές επιδράσεις και κακά κάθε είδους δεν μπορούν να κωδικοποιηθούν σε κάποιο ταξινομικό σύστημα, γιατί οι αποτρεπτικές δράσεις είναι οι ίδιες ήδη ενεργές παρεμβάσεις σε μια δοσμένη κατάσταση, με την έννοια των μαγικών πρακτικών[18], ή αποτελούν αντίμετρα σε τέτοιες μαγικές παρεμβάσεις ή προσπαθούν να τις προλάβουν[19]. Εν γένει η αναλογική σκέψη των μαγικών πρακτικών μπορεί να διαχωριστεί σε μια θετική και μια αρνητική σκοποθεσία: βοήθεια ή βλάψιμο, καλοτυχία και γονιμότητα ή καταστροφή, τραυματισμός ή δυστυχίες, Λευκή και Μαύρη Μαγεία[20]. Η βλαπτική μαγεία ως πράξη μίσους και εκδίκησης μπορεί να εκδηλώνεται και ως προσπάθεια της εμπόδισης της τύχης (π. χ. κατάδεσμος με αποτέλεσμα την απώλεια της αναπαραγωγικής ικανότητας) και αντιμετωπίζεται με στρατηγικές της εξουδετέρωσης της βλαπτικής επίδρασης (λύσιμο του μαγικού δεσίματος)[21]· η ερωτική μαγεία είναι, παρά τη ρευστότητα του στόχου, πάντα απαιτητική έως και απειλητική[22].
Στις βασικές στρατηγικές των μαγικών πρακτικών στη ΝΑ Ευρώπη ανήκουν διάφορες μαγγανείες, το ανακάλημα και ο εξορκισμός, όρκος και κατάρα, επωδές στις προσπάθειες θεραπείας, ο κατάδεσμος και η μαγεία των αριθμών. Ο εξορισμός του κακού και ο εξορκισμός των δαιμόνων εμπίπτουν και στην αρμοδιότητα της θεσμοθετημένης εκκλησίας (αποτελεί και το ιστορικό βάθος των βαπτίσεων)[23] και στρέφεται μεταξύ άλλων και στα προσωποποιημένα δαιμόνια των ασθενειών στις προσπάθειες θεραπείας της λαϊκής ιατρικής[24]. Το ρεπερτόριο από κατάρες είναι στο χώρο της Μεσογείου και της Βαλκανικής ιδιαίτερα πλούσιο και δεν εξαιρεί και ιερά πρόσωπα[25]. Οι επωδές για την νόσο περιλαμβάνουν εκτός από συνοδευτικές χειρονομίες[26] μια μεγάλη ποικιλία λεκτικών εκδηλώσεων: από επικλήσεις και ξόρκια, ευλογίες και προσευχές έως τις φόρμουλες του εξορκισμού και τις επωδούς εξορισμού[27]. Κυρίαρχη μορφή του μαγικού δεσίματος είναι το αμπόδεμα[28] της σεξουαλικής ικανότητας του άντρα στην ερωτική μαγεία[29]. Η πίστη στη μαγική δύναμη των αριθμών (ζυγών ή μονών, 3, 7, 12, 40 κτλ., 13 ως οιωνός κακός) υπάρχει ακόμα και σήμερα[30].
Αυτή η μαγική γνώση τροφοδοτείται από μια γραπτή παράδοση, η οποία, συνήθως σε χειρόγραφη μορφή, έχει σημαντική ηλικία και ανάγεται σε αιγυπτιακούς και ελληνικούς μαγικούς παπύρους της αρχαιότητας[31] και διαδόθηκε, εκκινώντας από τον ελληνιστικό συγκρητισμό, μέσω Βυζαντίου, του αραβικού κόσμου και του δυτικού Μεσαίωνα, στη γραμματολογία των νεωτέρων χρόνων, σε ιατρικά, αστρολογικά, αλχημιστικά, προφητικά, μαντικά (ονειρομαντεία) και άλλα γραπτά, όπου οι παραδόσεις της ΝΑ Ευρώπης ανάγονται κυρίως στο Βυζάντιο και τις αραβικές και οθωμανικές πηγές[32], με συνεχή εμπλουτισμό και από τη σχετική δυτική παράδοση[33]. Νέες ανακαλύψεις κειμένων και αρχαιολογικά ευρήματα[34] έχουν εμπλουτίσει τη σχετική βιβλιογραφία με αποφασιστικό τρόπο, έτσι ώστε αποτελούν μια αμάχητη ένδειξη για το γεγονός, ότι σε αυτόν τομέα της γραπτής και προφορικής παράδοσης, του πολιτισμού των ελίτ και των λαϊκών στρωμάτων σώζονται σε μια χρονική συνέχεια μεγάλης διάρκειας εν μέρει απρόσμενες αντιστοιχίες, που αποτελούν αποδείξεις για το γεγονός, ότι οι στρατηγικές της μαγικής, με τις τεχνικές της και τα βοηθήματά της ανήκουν στα μάλλον αμετάβλητα στοιχεία του πολιτισμού της Γηραιάς Ηπείρου[35]. Συνεχίζουν την ύπαρξή τους στον σύγχρονο αποκρυφισμό, τον πνευματισμό και σε διάφορες προφητείες κτλ.[36]. Η συνειρμική φύση της σκέψης σε αναλογίες οδηγεί σε ολοένα νέες δυνατότητες μιας δημιουργικής δικτύωσης των φαινομένων κι αυτές μπορεί να προσδώσουν ακόμα και στις πιο αθώες καθημερινές πράξεις μαγικές και επικίνδυνες διαστάσεις[37].