You are currently viewing   Βάννα Γ. Πασούλη: ένα αφήγημα 

  Βάννα Γ. Πασούλη: ένα αφήγημα 

                                            

ΕΝΑ ΚΑΠΕΛΟ ΒΟΤΣΑΛΑ

Τέρμα! Ἔχω γίνει ἐξπέρ  στή συλλογή βοτσάλων! Τόσα χρόνια χούι καλοκαιρινό, τό μάτι ἐξασκήθηκε καί ἐντοπίζει τά πιό παράξενα καί σπάνια βότσαλα στίς παραλίες. Μετά τό μπάνιο, κι ἀφοῦ ἔχω ἀσκηθεῖ στίς ἁπλωτές, στίς ξαπλωτές καί τούμπαλιν, ἀφοῦ ἔχω  τραγουδήσει (τώρα πιά  ἀπό μέσα μου, ὄχι ὅπως παλιά, φωναχτά) ὅ,τι  τραγούδι  μοῦ φέρνει στή μνήμη  ἡ κάθε εἰκόνα τῆς φύσης  γύρω μου, καί φυσικά ὅλα τά μελοποιημένα ποιήματα τοῦ Ἐλύτη μέ τά δελφινοκόριτσα, τά τζιτζίκια, τά μικρά νησιά καί τά μεγάλα, τά φεγγάρια τους καί ἰδιαίτερα τῆς Μυτιλήνης, κάνω τήν καθιερωμένη ‘περαντζάδα’ κατά μῆκος τῆς παραλίας. Ὅσο μεγάλη κι ἄν εἶναι. Κι ὅσο κι ἄν λέω πώς φέτος δέν θά μαζέψω ἄλλα βότσαλα, ποτέ δέν τό τηρῶ. Πῶς εἶναι δυνατόν; Μέ τέτοια ὀμορφιά μέ παρασύρουν νά σκύψω πάνω τους. Κι ἅπαξ καί σκύψω…θά μαζέψω τή συγκομιδή μου. Πορτοκαλόχροα, ἄσπρα, πράσινα σκοῦρα ἤ βεραμάν μέ τίς γκριζωπές  καί καφετιές ραβδώσεις τους σάν κορδελάκια πού τά τυλίγουν σέ συσκευασία δώρου. Καί ρόζ, πολλά ρόζ βρῆκα στή φετινή ἐξόρμησή μου. Τί πλοῦτος στή συλλογή μου! Μέ παιδικό ἐνθουσιασμό σκύβω καί τά μαζεύω καί μιά καί δέν ἔχω σακούλα μαζί μου, (ἀφοῦ εἴπαμε, δέν θά ξαναμάζευα  πιά βότσαλα!), βγάζω τό καπέλο μου  καί τά στριμώχνω μέσα.

Τά κρατάω στό ὕψος τῆς κοιλιᾶς. Κι ἐκεῖ πού σιγομουρμουρίζω τό «ἄφησα τήν καρδιά μου πίσω κι ἔπεσα γιά νά κολυμπήσω», νά σου μπροστά μου ἕνα ρόζ βότσαλο σέ σχῆμα καρδιᾶς μέ κοκκινωπές ραβδώσεις πάνω του. Ἀληθινῆς καρδιᾶς, μέ τή σχισμή ὄχι ἀκριβῶς στή μέση ὅπως συνηθίζουμε νά τή σχεδιάζουμε, ἀλλά τό ἕνα μισό μεγαλύτερο ἀπό τό ἄλλο. Χμμμ! «Ἄφησα τήν καρδιά μου χάμω σάν τό κοχύλι μές στήν ἄμμο». Ποιός ξέρει ἄν ἡ συγκεκριμένη πέτρα   δέν εἶναι ἡ καρδιά κάποιου πού τήν ἄφησε γιά νά κολυμπήσει, κι ἐπειδή δέν τή βρῆκε κανείς, πέτρωσε! (Πάντως ἐγώ κολυμπάω…μέ τήν καρδιά μου!)

Ἄλλά ἔχω γίνει ἐξπέρ καί στό ἄλλο. Νά ξεχωρίζω δηλαδή τίς καρδιές πού εἶναι σκληρές σάν πέτρα. Ἄτιμο πράγμα ἡ σκληροκαρδία. Συνήθως παρουσιάζεται ὡς τό καταστάλαγμα ἀπό τά χτυπήματα τοῦ βίου καί τήν ἀχαριστία τῶν ἄλλων. Ἀπό τίς ἄσχημες ἐμπειρίες τῆς ζωῆς! Δῆθεν. Μά ἴσα- ἴσα οἱ δυσκολίες καί τά χτυπήματα τῆς ζωῆς σέ στρογγυλεύουν, σέ μαλακώνουν. Σέ κάνουν ν’ἀναλογιστεῖς ὅτι δέν εἶσαι παντοδύναμος ὅπως νομίζεις στά νεανικά σου χρόνια, τότε πού ἡ ἔλλειψη βιώματος καί ἡ σωματική εὐεξία σέ κάνουν νά νιώθεις superman. Κι ἔτσι περνώντας τά χρόνια μαθαίνεις νά  εἶσαι πιό ἐπιεικής. Καί μέ μέ τούς ἄλλους καί μέ τόν ἑαυτό σου. Γιατί πολλές φορές τό φαρμάκι πού δέν μπορεῖς νά ρίξεις στούς ἄλλους ἀκολουθώντας τίς κοινωνικές συμβάσεις, τό διοχετεύεις χωρίς νά τό καταλάβεις στόν ἑαυτό σου. Καί καταλήγεις ἄνθρωπος μοχθηρός, μονόχνωτος, ξινός πού λένε ἤ μέγαιρα. Ἐσύ πού κάποτε χρωμάτιζες μέ τήν παρουσία καί τό χαμόγελό σου τό τοπίο γύρω σου. Καί τώρα εἶσαι ἄλλος ἄνθρωπος καί ἴσως καί λιγότερο ἄνθρωπος. Ἁπλῶς ἕνας «ἄλλος».

Πάντως τίς καλλιέργησα πάλι τίς παραλίες μου καί φέτος. Τίς περπάτησα βῆμα-βῆμα, τίς διάβασα, τίς ἔμαθα, τίς χόρτασα καί ἔφυγα γεμάτη. Αἰσθάνομαι πώς τό ἔσω χωραφάκι μου τό καθάρισα λίγο ἀκόμη. Σέ λίγο φθινόπωρο καί ὄργωμα καί ἡ σπορά μετά μέ ὅλ’αὐτά  πού κουβαλᾶ ὁ νοῦς καί ἡ καρδιά. Τά μάτια κυρίως. Πού βλέπουν γαλάζια.

 

 

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.