Αυτές οι δύο φράσεις είναι παροιμίες της αρχαιότητας που έχουν επιβιώσει μέχρι σήμερα, και τις παρουσιάζουμε εδώ σε ένα απόσπασμα από τον διάλογο του Λουκιανού* Ἑρμότιμο.
Η πρώτη παροιμία, την οποία συναντούμε συχνά σε κείμενα του Σύρου συγγραφέα, λέγεται στις περιπτώσεις διάψευσης ελπίδων και προσδοκιών, και προήλθε από την απογοήτευση του ανθρώπου κατά την αναζήτηση κρυμμένου θησαυρού.
Η δεύτερη παροιμιώδης φράση λέγεται για πράγματα τελείως μηδαμινά και ασήμαντα. Για την προέλευσή της παραδίδονται διάφορες ανεκδοτολογικές εκδοχές. Σύμφωνα με μία εξ αυτών, κάποιος είχε νοικιάσει έναν γάιδαρο για να μεταφέρει πράγματα από τα Μέγαρα στην Αθήνα. Επειδή ήταν καλοκαίρι, καταμεσήμερο κι έκανε πολλή ζέστη, ο άνθρωπος σταμάτησε και κάθισε να δροσιστεί στη σκιά του γαϊδάρου. Ο κύριος του τετράποδου διαμαρτυρήθηκε λέγοντας πως το ζώο του το είχε νοικιάσει για τη μεταφορά του φορτίου και όχι για τη σκιά του. Ξέσπασε καβγάς μεταξύ τους και κατέληξαν στο δικαστήριο.
Αξίζει να σημειώσουμε ότι η λέξη ὄνος (ὁ, ἡ) απαντά ήδη στις μυκηναϊκές πινακίδες ( ο-no ) και πιθανολογείται ότι είναι σουμεριακής προέλευσης.
Ο Λουκιανός, που γεννήθηκε στα Σαμόσατα της Συρίας το 120 μ. Χ., μορφώθηκε στις ρητορικές σχολές των ιωνικών πόλεων της Μ. Ασίας. Αρχικά ασχολήθηκε με τον δικανικό λόγο, αλλά γρήγορα τον κέρδισε το κίνημα της δεύτερης σοφιστικής, της κύριας έκφρασης της αναγέννησης των ελληνικών γραμμάτων το 2ο αι. μ. Χ. Έγινε σοφιστής και με αυτή την ιδιότητα επισκέφτηκε διάφορες πόλεις της Μ. Ασίας, της Ελλάδας, της Ιταλίας ‒ φυσικά τη Ρώμη ‒ και της Γαλατίας κερδίζοντας πλούτη και δόξα. Στα σαράντα του χρόνια εγκατέλειψε το επάγγελμα του σοφιστή και στράφηκε στη φιλοσοφία και τη συγγραφή. Εγκαταστάθηκε δύο φορές στην Αθήνα, στο διάστημα 157-160 και 165-170 μ. Χ. Δεν γνωρίζουμε ούτε τον τόπο ούτε τον χρόνο του θανάτου του.
Με την έμφυτη σατιρική του διάθεση έδωσε νέα πνοή στον διαλογικό τρόπο συγγραφής με την εισαγωγή στοιχείων της κωμωδίας, δημιουργώντας έτσι ένα προσωπικό λογοτεχνικό μέσο έκφρασης, τον σατιρικό διάλογο, στον οποίο κυρίως οφείλει τη φήμη του. Τα έργα που του έχουν αποδοθεί ανέρχονται σε 86, από τα οποία περίπου 30 θεωρούνται μη γνήσια. Υπήρξε ένας από τους τελευταίους σημαντικούς συγγραφείς του αρχαίου κόσμου.
Από τον πικρό χλευασμό του για θέματα του καιρού του δεν εξαιρείται ούτε η φιλοσοφία, ούτε αυτοί που την ασκούν, όπως βλέπουμε σε κάποιους διαλόγους του. Μεταξύ αυτών και στον Ἑρμότιμο, τον σπουδαιότερο φιλοσοφικό του διάλογο, όπου ο Λουκιανός αποκρούει με σκεπτικισμό τη δογματική φιλοσοφία και προπάντων τη Στωική που τον απωθούσε.
Στο έργο του αυτό συνομιλούν δύο πρόσωπα, ο 60χρονος Ερμότιμος και ο 40χρονος Λυκίνος. Ο πρώτος σπουδάζει κοντά 20 χρόνια στωική φιλοσοφία και στενοχωριέται, γιατί νιώθει πως ακόμη δεν την έχει κατακτήσει. Ο δεύτερος τον περιπαίζει, μαστιγώνει τους φιλοσόφους για την υποκρισία τους, καυτηριάζει τις αλληλοσυγκρουόμενες διδασκαλίες των διάφορων φιλοσοφικών σχολών που μαρτυρούν τη χρεωκοπία της φιλοσοφίας και επικρίνει τη Στοά.
Προς το τέλος του διαλόγου ο Ερμότιμος μεταπείθεται από τα επιχειρήματα του συνομιλητή του, συνειδητοποιεί την πλάνη του και λέει ‒ παραθέτουμε στο πρωτότυπο το απόσπασμα που περιέχει τα λόγια του και την αρχή του μακροσκελούς λόγου του Λυκίνου που ακολουθεί:
ΕΡΜ. Οἷά με εἰργάσω, ὦ Λυκῖνε, ἄνθρακάς
μοι τὸν θησαυρὸν ἀποφήνας, καὶ ὡς ἔοικεν ἀπολεῖταί
μοι τὰ τοσαῦτα ἔτη καὶ ὁ κάματος ὁ πολύς.
ΛΥΚ. Ἀλλ’, ὦ Ἑρμότιμε, πολὺ ἔλαττον ἀνιάσῃ, ἢν
ἐννοήσῃς ὅτι οὐ μόνος ἔξω μένεις τῶν ἐλπισθέντων ἀγαθῶν,
ἀλλὰ πάντες, ὡς ἔπος εἰπεῖν, περὶ ὄνου σκιᾶς μάχονται
οἱ φιλοσοφοῦντες.
Σε μετάφραση
ΕΡΜ. Τι μου έκανες, Λυκίνε! Μου απόδειξες
πως ήταν άνθρακες ο θησαυρός, και, καθώς φαίνεται,
στράφι μού πήγανε τα τόσα χρόνια μου και ο πολύ μεγάλος κόπος μου.
ΛΥΚ. Όμως, Ερμότιμε, πολύ λιγότερο θα λυπηθείς,
αν καταλάβεις ότι δεν είσαι ο μόνος που μένεις έξω από τα αγαθά
που περίμενες, αλλά όλοι όσοι φιλοσοφούν, όπως λέει ο λόγος,
περί όνου σκιάς μάχονται.
Και ο διάλογος τελειώνει με τον Ερμότιμο να έχει ανανήψει σε τέτοιο βαθμό, ώστε να λέει πως, αν του λοιπού περπατώντας συναντήσει κανέναν φιλόσοφο, θ’ αλλάξει δρόμο και θα τον αποφύγει, όπως κάνουμε με τα λυσσασμένα σκυλιά!
* Για τον Λουκιανό έχουμε ήδη κάνει λόγο στο κείμενό μας της 20ης Δεκεμβρίου 2017, το σχετικό με τη φράση « άνω ποταμών».