Ο ΥΜΝΟΣ
Τί σοι προσενέγκωμεν Χριστὲ, ὅτι ὤφθης ἐπὶ γῆς ὡς ἄνθρωπος δι’ ἡμᾶς;
Ἕκαστον τῶν ὑπὸ σοῦ γενομένων κτισμάτων, τὴν εὐχαριστίαν σοι προσάγει·
οἱ Ἄγγελοι τὸν ὕμνον, οἱ οὐρανοὶ τὸν Ἀστέρα, οἱ Μάγοι τὰ δῶρα, οἱ Ποιμένες
τὸ θαῦμα, ἡ γῆ τὸ σπήλαιον, ἡ ἔρημος τὴν φάτνην· ἡμεῖς δὲ Μητέραν Παρθένον·
ὁ πρὸ αἰώνων Θεὸς ἐλέησον ἡμᾶς.
Τι να σου προσφέρουμε, Χριστέ, που εμφανίστηκες πάνω στη γη ως άνθρωπος για μας;
Καθένα από τα κτίσματα τα δημιουργημένα από Σένα σου προσκομίζει την ευχαριστία του·
οι ΄Αγγελοι τον ύμνο, οι ουρανοί τον Αστέρα, οι Μάγοι1 τα δώρα,
οι Ποιμένες το θάμβος, η γη το σπήλαιο, η έρημος τη φάτνη· κι εμείς την Παρθένο Μητέρα.
Εσύ, ο προαιώνιος Θεός, ελέησέ μας.
ΤΟ ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑΤΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ2
Ταχιά ταχιά ’ν’ αρχιμηνιά, ταχιά ’ν’ αρχή του χρόνου,
ταχιά ’ν’ όπου προπάτηξεν ο Κύριος στον Κόσμο,
κ’ εβγήκεν κ’ εχαιρέτηξεν όλους τσοί ζευγολάτες.
Ο πρώτος που χαιρέτηξεν ήταν άγιος Βασίλης.
⸺ Καλώς τα κάνεις, Βασιλειό, καλό ζευγάριν3 έχεις.
⸺ Καλό το λες, αφέντη μου, καλό και βλογημένο,
το μαύρο και το μελισσό, που ’ναι στεφανοκέρι.
⸺ Πευκένιο ’ναι τ’ αλέτρι σου, δαφνένιος ο ζυγός σου,
τ’ απανωζεύλια του ζυγού βασιλικού κλωνάρι.
Πες μου, να ζήσεις, Βασιλειό, πόσα μουζούρια4 σπέρνεις;
⸺ Σπέρνω σταράκι δώδεκα, κριθάρι δεκαπέντε,
ταγή και ρόβι δεκοχτώ κι από νωρίς στο στάβλο.
Μ’ αλήθεια κάτω στο γιαλό, κάτω στο περιγιάλι,
μουζούρι στάριν ήσπειρα με το πλατύ πινάκι,
κ’ εκειά το ’νεργιαστήκανε λαγούδια και περδίκια.
Στένω πλακάκια για λαγούς, βροχάδες για περδίκια,
μουδέ λαγούδια έπιασα, μουδ’ έρημα περδίκια,
κ’ εθέρισα κι αλώνεψα κ’ ήκαμα χίλια μόδια,5
και τα’ αποκοσκινίδια μου χίλια και πεντακόσια·
και τ’ άλλα δεν εμέτρησα, γιατ’ ο Χριστός επέρνα.
Κ’ εκειά που στάθηκ’ ο Χριστός, χρυσό δεντρίν εβγήκε,
κ’ εκειά που παραπάτησεν, ώρια, πανώρια βρύση,
και παν οι πέρδικες να πιουν με όλα τα πουλάκια,
με όλα τα πετούμενα και τα περιστεράκια.
Παίρνουν νερό στ’ ανύχια ντως και μόσκο στα φτερά ντως
και ραίνουν τον αφέντη μας τον πολυχρονισμένο.
1) Η λέξη μάγος είναι περσική και δήλωνε τον ανήκοντα στη μηδική φυλή των Μάγων. Οι Μάγοι έχαιραν μεγάλης εκτίμησης ως ιερείς ή σοφοί ασχολούμενοι με την αστρονομία, την αστρολογία, την ονειροκρισία και άλλες μυστικές και απόκρυφες τέχνες.
2)Στο τραγούδι που ακολουθεί συνομιλούν ο Χριστός και ο ΄Αϊ-Βασίλης, κοινώς Αγιοβασίλης, ο ΄Αγιος ή Μέγας Βασίλειος, ο μητροπολίτης Καισαρείας στην Καππαδοκία, ένας από τους τρεις Ιεράρχες και Πατέρες της Εκκλησίας, η μνήμη του οποίου εορτάζεται την 1η Ιανουαρίου. Ο Μέγας Βασίλειος έγινε ονομαστός και για το φιλανθρωπικό του έργο και τη γενναιοδωρία του, γι’ αυτό κατά τη λαϊκή παράδοση έρχεται κάθε Πρωτοχρονιά μοιράζοντας δώρα.Εδώ παρουσιάζεται όχι ως άνθρωπος των γραμμάτων που «έρχεται από την Καισαρεία…βαστά εικόνα και χαρτί, χαρτί και καλαμάρι», αλλά ως γεωργός, που συναντά τον Χριστό, ο οποίος βγαίνει την Πρωτοχρονιά να χαιρετήσει τον κόσμο, και ανοίγει μαζί Του έναν διάλογο. Μέσα από τον διάλογο αναδεικνύεται ο ευλογημένος από τον Θεό κόπος του γεωργού, τόσο ευλογημένος, που απ’ ό,τι έχει σπείρει τρώνε και τα πουλιά και οι λαγοί, και ωστόσο έχουν μείνει και γι’ αυτόν πολλά ακόμη να θερίσει.Σύμφωνα με τον λαογράφο Γ. Μέγα («Ελληνικαί Εορταί και ΄Εθιμα της Λαϊκής Λατρείας» Αθήναι 1963), το τραγούδι αποτελεί Κρητική παραλλαγή του αρχικού, που πατρίδα του έχει πιθανώς την Καππαδοκία.
3)Ο λόγος για τα δύο ζώα που είναι ζεμένα μαζί στο άροτρο για το όργωμα της γης, εξού ζευγολάτης= ο γεωργός που οργώνει με άροτρο και με το ζεμένο σε αυτό ζεύγος των ζώων.
4)Μουζούρι: παλαιά μονάδα βάρους κυρίως δημητριακών (αντιστοιχεί σε περίπου 17 κιλά).
5)Μόδι: επίσης παλαιό μέτρο χωρητικότητας δημητριακών και οσπρίων ίσο προς 8,75 λίτρα.