Τις δύο αυτές λέξεις της αρχαίας ελληνικής που τις χρησιμοποιούμε αμετάβλητες, χωρίς καμιά διαφοροποίηση στον τύπο τους, επιλέξαμε να τις δούμε εδώ σε δύο αποσπάσματα από τον πλατωνικό διάλογο Χαρμίδης.
Και κατά πρώτον η λέξη ἄγαλμα. Παράγεται από το ρήμα ἀγάλλομαι, που σημαίνει χαίρω, ευχαριστιέμαι, και η σημασιολογική εξέλιξη αυτού του ουσιαστικού παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Αρχικά δήλωνε καθετί που αποτελεί στολίδι, πηγή χαράς για κάποιον ‒ στο δ της Ὀδύσσειας ο Τηλέμαχος χαρακτηρίζει ἄγαλμα τα γρήγορα άλογα που του προσφέρει ο Μενέλαος ως δώρο. Αργότερα το ουσιαστικό αποκτά την εξειδικευμένη σημασία του δώρου για την αγαλλίαση του θεού, δηλαδή του αφιερώματος· στη συνέχεια, θα δηλώσει το ομοίωμα θεών ως αντικείμενο λατρείας και θα καταλήξει τον 5ο αι. π.Χ. να σημαίνει γενικότερα το έργο γλυπτικής.
Το δεύτερο ουσιαστικό, τὸ φάρμακον, είναι αβέβαιης ετυμολογίας, ωστόσο πρόκειται για πολύ παλαιά λέξη, αφού απαντά ήδη στις πινακίδες της Γραμμικής γραφής Β με τον τύπο pa–ma–ko. Στην αρχή φάρμακον σήμαινε κάθε βότανο ή παρασκεύασμα με θεραπευτικές ιδιότητες, αλλά και μαγικό φίλτρο (εξού φαρμακεύς= μάγος και φαρμακίς= μάγισσα), και με το πέρασμα του χρόνου δήλωσε και το δηλητήριο, το φαρμάκι ‒ το αντίστοιχο της Νέας Ελληνικής, λέξη σχηματισμένη από τον τύπο φαρμάκιον, το υποκοριστικό τού φάρμακον.
Το έργο του Πλάτωνα Χαρμίδης είναι ένας μικρός μεν, αλλά γοητευτικός αφηγηματικός διάλογος. Σε αυτόν αφηγητής είναι πάλι ο Σωκράτης, ο οποίος περιγράφει σε κάποιον απροσδιόριστο και μη εμφανιζόμενο ακροατή του μια συνάντηση που είχε σε παλαίστρα της Αθήνας με γνωστούς συμπολίτες του και τη μεταξύ τους συζήτηση με αντικείμενο τη σωφροσύνη. Βασικοί συνομιλητές του ήταν ο νεαρός Χαρμίδης και ο μεγαλύτερος από αυτόν, ξάδελφος και κηδεμόνας του, ο Κριτίας.1
Ο διάλογος αρχίζει με τον Σωκράτη να διηγείται ότι την επομένη της επιστροφής του στην Αθήνα με τον στρατό από την Ποτείδαια,2 πήγε στην αθηναϊκή παλαίστρα, όπου συνάντησε πολλούς γνώριμούς του, μεταξύ των οποίων τον Χαιρεφώντα και τον Κριτία. Αφού απάντησε στις ερωτήσεις που του έκαναν για τη μάχη, ρώτησε και αυτός, με τη σειρά του, για τα νέα της Αθήνας και για τους νέους της, αν είχαν κάποιοι από αυτούς ξεχωρίσει για το μυαλό τους ή για την ομορφιά τους ή και για τα δύο. Ο Κριτίας τον πληροφόρησε πως υπάρχει ένας που θεωρείται ο ομορφότερος αυτό τον καιρό, πως από στιγμή σε στιγμή έρχεται και αυτός στην παλαίστρα και πως πρόκειται για τον Χαρμίδη, τον ξάδελφό του. Και νά, φτάνει ο Χαρμίδης λαμπερός στο άνθος της νιότης του.
Ακολουθεί η περίφημη, η συγκλονιστική περιγραφή3 από τον Πλάτωνα της εισόδου του ωραιότατου νέου, σκηνή σφραγισμένη από κάλλος και έρωτα. Κι εμείς, την ξεδιπλώνουμε μπροστά στα μάτια σας όσο πιο πιστά μπορούμε στο πλαίσιο της περιορισμένης έκτασης αυτού του άρθρου.
Εμφανίστηκε λοιπόν ο Χαρμίδης, λέει ο Σωκράτης, κι εμένα μου φάνηκε έξοχος και στο ανάστημα και στην ομορφιά του, και είχα την εντύπωση πως όλοι οι άλλοι που βρίσκονταν εκεί ήταν ερωτευμένοι μαζί του, έτσι που έδειχναν σαστισμένοι και αναστατωμένοι καθώς έμπαινε. Και ξοπίσω του ακολουθούσαν πολλοί άλλοι θαυμαστές του.
Παραθέτουμε τη συνέχεια στο πρωτότυπο:
Καὶ τὸ μὲν ἡμέτερον τὸ τῶν ἀνδρῶν ἧττον θαυμαστὸν ἦν·
ἀλλ’ ἐγὼ καὶ τοῖς παισὶ προσέσχον τὸν νοῦν, ὡς
οὐδεὶς ἄλλοσ’ ἔβλεπεν αὐτῶν, οὐδ’ ὅστις σμικρότατος ἦν,
ἀλλὰ πάντες ὥσπερ ἄγαλμα ἐθεῶντο αὐτόν.
Σε μετάφραση
Και όσον αφορά μεν εμάς τους άνδρες, το πράγμα δεν ήταν δα και τόσο παράξενο. Αλλά εγώ πρόσεξα και τα παιδιά, πως κανένα τους δεν κοίταζε αλλού, ούτε και το πιο μικρό, μα όλα είχαν στυλώσει τα μάτια τους πάνω του σαν να θαύμαζαν άγαλμα.
Και ο Χαιρεφών ρώτησε τον Σωκράτη : «Πώς σου φαίνεται ο νέος; Δεν έχει ωραίο πρόσωπο;» « Εξαίσιο», απάντησε ο Σωκράτης, και ο συνομιλητής του συμπλήρωσε: «Λοιπόν, αν αυτός θελήσει να γυμνωθεί, θα σου φανεί σαν να μην έχει πρόσωπο· τόσο η όλη του μορφή είναι πανώρια». Όμως ο Σωκράτης ενδιαφέρεται αν έχει ο έφηβος και κάτι άλλο, αν έχει δηλαδή και ψυχή ωραία. Ο Κριτίας τον βεβαιώνει γι’ αυτό, οπότε ο Σωκράτης τού προτείνει να τον καλέσουν κοντά τους για να συζητήσουν. Πράγματι, ο Κριτίας στέλνει τον δούλο του να φωνάξει τον Χαρμίδη, με το μήνυμά του πως θέλει να τον συστήσει σ’ έναν γιατρό για τους πονοκεφάλους που έχει όταν σηκώνεται το πρωί. Ρωτάει, δε, τον Σωκράτη αν έχει πρόβλημα να προσποιηθεί πως ξέρει κάποιο φάρμακο για το κεφάλι, ο Σωκράτης δεν έχει καμιά αντίρρηση, και γίνεται όπως το σχεδίασε ο Κριτίας.
΄Ηρθε, λοιπόν, ο Χαρμίδης, διηγείται ο φιλόσοφος, και έπεσε πολύ γέλιο. Γιατί καθένας από μας που καθόμασταν, κάνοντας τόπο για να καθίσει ο νέος κοντά του, έσπρωχνε με δύναμη τον διπλανό του, ώσπου από τους δύο ακρινούς
τον έναν τον κάναμε να σηκωθεί και τον άλλον να πέσει με το πλάι κάτω. Εκείνος ήρθε και κάθισε ανάμεσα σ’ εμένα και τον Κριτία.
Ακολουθεί η συνέχεια στο πρωτότυπο:
Ἐνταῦθα μέντοι, ὦ φίλε, ἐγὼ ἤδη ἠπόρουν,
καί μου ἡ πρόσθεν θρασύτης ἐξεκέκοπτο, ἣν εἶχον
ἐγὼ ὡς πάνυ ῥᾳδίως αὐτῷ διαλεξόμενος· ἐπειδὴ δέ,
φράσαντος τοῦ Κριτίου ὅτι ἐγὼ εἴην ὁ τὸ φάρμακον
ἐπιστάμενος, ἐνέβλεψέ τέ μοι τοῖς ὀφθαλμοῖς ἀμήχανόν τι οἷον
καὶ ἀνήγετο ὡς ἐρωτήσων, καὶ οἱ ἐν τῇ παλαίστρᾳ ἅπαντες
περιέρρεον ἡμᾶς κύκλῳ κομιδῇ, τότε δή, ὦ γεννάδα,
εἶδόν τε τὰ ἐντὸς τοῦ ἱματίου καὶ ἐφλεγόμην καὶ οὐκέτ’
ἐν ἐμαυτοῦ ἦν […]
Σε μετάφραση
Εκείνη τη στιγμή, αγαπητέ μου, εγώ άρχιζα να τα χάνω,
και η περίσσια αυτοπεποίθηση που είχα προηγουμένως
πως θα συζητούσα μαζί του πολύ άνετα μου κόπηκε·
και καθώς, όταν του είπε ο Κριτίας ότι εγώ ήμουν
αυτός που ήξερε το φάρμακο, με κοίταξε κατάματα
με τρόπο που δεν μπορώ να περιγράψω και έκανε να με ρωτήσει,
ενώ όσοι ήταν στην παλαίστρα, όλοι τους, μαζεύονταν γύρω μας
σχηματίζοντας κανονικό κύκλο, τότε, ευγενικέ μου φίλε,
είδα τα μέσα από το ιμάτιο και άρχισα να φλέγομαι
και δεν ήμουν πλέον κύριος του εαυτού μου […]
Και σαν του πέρασε η πρώτη ταραχή, ο Σωκράτης με τον μοναδικό του έντεχνο τρόπο και με αφετηρία τα φάρμακα και τη θεραπευτική τους ιδιότητα οδηγεί τη συζήτηση εκεί που θέλει, στο θέμα της σωφροσύνης ‒ […] « όπως δεν πρέπει να επιχειρούμε να γιατρεύουμε τα μάτια χωριστά απ’ το κεφάλι ούτε το κεφάλι χωριστά από το σώμα, έτσι και το σώμα δεν μπορεί να γιατρευτεί ξεχωριστά από την ψυχή»· […] « όλα από την ψυχή ξεκινάνε, και τα κακά και τα καλά στο σώμα και σ’ ολόκληρο τον άνθρωπο»· […] «επομένως πρέπει εκείνη πρώτα και κυρίως να θεραπεύουμε, προκειμένου και το κεφάλι και το υπόλοιπο σώμα να είναι καλά» […].
Πόσο όμορφος ήταν ο Χαρμίδης, που προκάλεσε τόση αναταραχή σε μικρούς και μεγάλους;! Πώς να ήταν άραγε;
Πάντως, ύστερα από τα παραπάνω, φαντάζομαι ότι και το «άγαλμα» και το «φάρμακο» θα σας θυμίζουν τον υπέροχο Χαρμίδη, όπως τον έπλασε ο καθένας σας με τη φαντασία του.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1) Για τον αριστοκράτη Κριτία, τον διαβόητο τύραννο της Αθήνας μετά τον Πελοποννησιακό πόλεμο, έχουμε γράψει σε παλαιότερο κείμενό μας της 17ης Απριλίου 2018 με θέμα τη φράση «λύνεται η γλώσσα». ΄Οσο για τον Χαρμίδη, επίσης αριστοκρατικής καταγωγής, ως εξάδελφος του Κριτία ήταν και αυτός θείος του Πλάτωνα. Στον εν λόγω διάλογο, ο Πλάτων τον παρουσιάζει πολύ νέο στο περιβάλλον του φιλόσοφου Σωκράτη, του οποίου χρημάτισε μαθητής. Πολιτεύθηκε κοντά στον Κριτία ενάντια στη δημοκρατία και σκοτώθηκε μαζί του στον εμφύλιο πόλεμο κατά των δημοκρατικών το 403 π. Χ.
2) Η Ποτείδαια, η πόλη της Χαλκιδικής, ήταν αποικία των Κορινθίων, αλλά πριν από τον Πελοποννησιακό πόλεμο την κατείχαν οι Αθηναίοι. Το 432 π. Χ. αποστάτησε από τους Αθηναίους, παρακινούμενη από τους Κορινθίους. Στη μάχη που έγινε τότε μπροστά στα τείχη της πόλης μεταξύ Αθηναίων από τη μια και Ποτειδαιατών και Κορινθίων από την άλλη, αγωνίστηκε με ανδρεία ο Σωκράτης και μάλιστα έσωσε τον Αλκιβιάδη, ο οποίος είχε τραυματιστεί. Η αποστασία της Ποτείδαιας αποτέλεσε μία από τις αφορμές του φρικτού αυτού πολέμου που στοίχισε ανεπανόρθωτες συμφορές στην Ελλάδα.
3) Αυτή την περιγραφή έχει στον νου του και ο Καβάφης, όταν γράφει για τον πληγωμένο Ρέμωνα στο ποίημά του Ἐν πόλει τῆς Ὀρσοηνῆς.