ΤΙΝΟΣ ΕΙΣΑΙ ΕΣΥ;
Ρωτούσαν οι φωνές των γερόντων τα καλοκαίρια
Έβρισκες κρυψώνα στις πικροδάφνες
Πίσω απ’ τις καρέκλες στο καφενείο του πάρκου
Πάντα σε ξάφνιαζε η βραχνή ερώτηση
Και για να μην προδοθείς
Στους συμπαίκτες του κρυφτού
Βιαζόσουν να προφέρεις χαμηλόφωνα
Τα’ όνομα του πατέρα
Οι γέροι κάθε μέρα το ξεχνούσαν
Όπως κι εσύ όταν έπαιζες
Ή κοιτούσες πίσω απ’ τους ευκάλυπτους
Τη θάλασσα στο βάθος –
Γιατί ήσουν κανενός