Στην πρεμιέρα του ο Κ. Γαβράς έκανε έκκληση στους θεατές να αφήσει ο καθένας στην άκρη το δικό του ‘’σενάριο’’ για τα γεγονότα του 2015, τα σχετικά με τις διαπραγματεύσεις για το ελληνικό χρέος, και να δει καλοπροαίρετα και αμερόληπτα το ‘’σενάριο’’ του σκηνοθέτη. Και αυτό, ενώ ο ίδιος υιοθετεί για ένα τόσο σύνθετο θέμα τη θέση – μέσω του ομώνυμου βιβλίου του – ενός πολιτικού από τους τότε πρωταγωνιστές, που η πορεία του δεν πρόλαβε φυσικά ούτε να δικαιωθεί ούτε να καταδικαστεί τελεσίδικα στη λαϊκή συνείδηση.
Σε ποιους ακριβώς απευθύνθηκε η έκκληση του σκηνοθέτη; Οι κομματικοί οπαδοί είναι αναμενόμενο ότι θα έκριναν την ταινία με βάση την κομματική γραμμή που ακολουθούν, το ‘’σενάριο’’ τους το πήραν έτοιμο. Έσπευσαν άλλωστε να την αποθεώσουν ή να την κατακρημνίσουν πριν καν τη δουν και το μόνο που περίμεναν από τη θέαση της ήταν να ενισχύσουν τις θέσεις τους στον γνωστό ’’πετροπόλεμο’’… Προφανώς λοιπόν απευθύνεται στους ακομμάτιστους, νηφάλιους, σκεπτόμενους θεατές (ναι, ναι, υπάρχουν ακόμη τέτοιοι…). Δε σκέφτηκε όμως ότι αυτοί ακριβώς αδυνατούν να έχουν ήδη παγιωμένη θέση (‘’σενάριο’’…) αναφορικά με γεγονότα τόσο πρόσφατα, με πληγές τόσο νωπές, χωρίς να έχει μεσολαβήσει η απαραίτητη χρονική απόσταση που θα επιτρέψει αντικειμενικές έρευνες και τεκμηριώσεις, απαλλαγμένες από κομματικές σκοπιμότητες, φανατισμό και μισαλλοδοξία.
Αναρωτήθηκα επομένως τι ζητά ο Κ. Γαβράς; Να κρίνουν χωρίς παρωπίδες οι ελεύθερα σκεπτόμενοι πολίτες τη μονόπλευρη θέση που οικειοποιείται η ταινία του, χωρίς οι ίδιοι να έχουν προλάβει να διαμορφώσουν την οριστική δική τους; Και ενώ δεν μπορεί παρά να ξέρει ότι ο έλληνας πολίτης δέχτηκε και δέχεται καταιγισμό από αποσιωπήσεις, διαστρεβλώσεις και πολιτική εκμετάλλευση του συγκεκριμένου θέματος από πρωταγωνιστές και αντιπάλους – γεγονός που συσκοτίζει την κρίση του και εντείνει τη σύγχυση του.
Από εκεί και πέρα, ελάχιστα περιθώρια απομένουν στον θεατή να κρίνει την ταινία ως καλλιτεχνικό γεγονός. Προσωπικά βρήκα τη σκηνοθεσία μάλλον συμβατική, χωρίς ιδιαίτερη έμπνευση, ενώ η προφορική αφήγηση προσπαθεί να προσδώσει ένα ύφος ντοκιμαντέρ, που όμως δεν πείθει. Οι εμφανέστατοι, έως αφέλειας, συμβολισμοί, τα παράταιρα με το όλο κλίμα ‘’χορευτικά’’, η ακατάλληλη μουσική, (το συγκεκριμένο ‘’φολκλορικής’’ έμπνευσης είδος ακούγεται πια ευχάριστα μόνο από τους έλληνες της διασποράς και τους τουρίστες) ενοχλούν, κατά τη γνώμη μου, ακόμη και τον πιο μυωπικό οπαδό της θέσης που προβάλλει η ταινία. Αξίζει όμως να σημειωθούν ως εξαιρετικές οι ερμηνείες των, θεατρικών κυρίως, ηθοποιών.
Οι μόνες στιγμές που το ενδιαφέρον του θεατή εξάπτεται είναι όταν ο σκηνοθέτης εστιάζει στις προτάσεις, αντιδράσεις, απαντήσεις των ευρωπαίων δανειστών. Στο μέτρο που αποδίδουν πιστά το κλίμα που επικρατούσε (και δεν έχω λόγους να το αμφισβητώ), επιβεβαιώνουν ακόμη μια φορά τη θλιβερότατη διαπίστωση ότι το νεοελληνικό κράτος δεν έπαψε, από τη δημιουργία του και μετά, να είναι έρμαιο των οικονομικών και πολιτικών συμφερόντων των ‘’κηδεμόνων’’ του.
Πολύ λυπάμαι, γιατί προσωπικά εκτιμώ τον Κ. Γαβρά ως κοινωνικά και πολιτικά ευαισθητοποιημένο άνθρωπο και τιμώ το έργο και την προσφορά του στον τόπο του, αλλά πολύ φοβάμαι ότι η τελευταία του ταινία ζητούσε ‘’ανήλικους’’ θεατές στις κινηματογραφικές αίθουσες…
Νομίζω, ότι όχι μόνο δεν ζητούσε ανήλικους θεατές η ταινία, αλλά απεναντίας, ζητούσε ώριμους ενήλικες, (ώστε να βγάλουν τα κατάλληλα συμπεράσματα), οι οποίοι βεβαίως σπανίζουν.