Πόσο επίκαιρη και καίρια μπορεί να είναι μια ταινία που διανύει απνευστί την απόσταση 50 χρόνων που μεσολαβούν από το γύρισμα της, για να εισχωρήσει στην εφησυχασμένη εν υπνώσει συνείδηση των συγχρόνων και να την ενοχλήσει σαν άλλη ‘’σωκρατική μύγα’’;
Ιταλία 1938, εποχή φασισμού. Ο Μαρτσέλο Κλέριτσι, γόνος ξεπεσμένης μεγαλοαστικής οικογένειας και μέλος του φασιστικού κόμματος, παίρνει εντολή να δολοφονήσει, και μάλιστα στη διάρκεια του μήνα του μέλιτος με τη γυναίκα του, έναν προοδευτικό παν/κό καθηγητή, που στο φοιτητικό του παρελθόν θαύμαζε. Ο Κλέριτσι και η ελαφρόμυαλη σύζυγος τον ακολουθούν στο Παρίσι, όπου ζει μετά την άνοδο του φασισμού ως πολιτικός φυγάδας με τη γοητευτική νεότερη γυναίκα του. Η συνάντηση και η συναναστροφή των δυο ζευγαριών ανακινεί στον Κλέριτσι ερωτήματα, αναμοχλεύει αναμνήσεις και τον εξαναγκάζει σε οριστικές επιλογές.
Η επιλογή της ‘’κανονικότητας’’, του ‘’φυσιολογικού’’ είναι σε όλες τις εποχές μια συνειδητή ωφελιμιστική τοποθέτηση που έχει αναμφίβολα ψυχολογική διάσταση: καταπιεσμένη σεξουαλικότητα, προσωπικές ανασφάλειες και συμπλέγματα, επίκτητες ή καλλιεργημένες φοβίες μπορεί να οδηγήσουν σε τέτοια επιλογή. Από τη στιγμή όμως που αυτή γίνει, αποκτά αυτομάτως και κοινωνική διάσταση: ο κομφορμιστής επιδιώκει να ενσωματωθεί στο σύστημα, να συμπλεύσει με την εξουσία, να ευθυγραμμιστεί με το κυρίαρχο κοινωνικό μοντέλο. Επιτρέπει στην ‘’κανονικότητα’’ να γίνει ο οδοδείκτης κάθε απόφασης, στάσης και πράξης του. Αποδέχεται το μέτρο αξιολόγησης που εκείνη επιβάλλει και που μεταφράζεται σε καταδίκη οποιουδήποτε είδους απόκλισης. Εξαιρετικά εύστοχα ο Μπερτολούτσι μεταγράφει τον γνωστό πλατωνικό μύθο της σπηλιάς, σε εκούσιο εγκλεισμό του ατόμου στο ‘’σπήλαιο’’ του κομφορμισμού, με τον αντίκτυπο που ο εγκλεισμός αυτός έχει στον τρόπο θέασης του κόσμου.
Στο σημείο αυτό, ειδικά σε εποχές κρίσης, γίνεται φανερή η τρίτη διάσταση του φαινομένου, η πολιτική. Ο κομφορμισμός γίνεται ο προθάλαμος και το εκκολαπτήριο του φασισμού και ο κομφορμιστής αποτελεί το εκμαγείο, το εύπλαστο υλικό που πάνω του μπορεί εύκολα να αποτυπωθεί η μορφή του φασίστα. Τα επακόλουθα, γνωστά από την ιστορία και την εμπειρία και οδυνηρά.
Αυτήν την πολυεπίπεδη ανάλυση υπηρετεί το αριστούργημα του Μπερτολούτσι. Ο ήρωας του,κινούμενος από ανασφάλεια,
ενοχή για το παρελθόν του, ζήλια και μίσος προς όποιον απολαμβάνει όσα ο ίδιος δεν τόλμησε, όποιον του υπενθυμίζει την προσωπική του αμφιβολία και απειλεί τις ασταθείς βεβαιότητες του, επιλέγει την ‘’κανονικότητα’’. Μετά τη γνωριμία του με τη γυναίκα του καθηγητή και την έλξη που αυτή του ασκεί, θα μπει στο δίλημμα να ακολουθήσει την επιθυμία του ή να παραμείνει υποταγμένος στα προτάγματα
της ‘’κανονικότητας’’που επέλεξε με την ένταξη του στο φασιστικό κόμμα και τον συμβατικό γάμο του – και βέβαια να πληρώσει το τίμημα της απεμπόλησης της συνείδησης του και της προσωπικής του ευτυχίας.
Σε λίγες ταινίες απολαμβάνει κανείς τόσο στενή, αμφίδρομη σχέση φόρμας και περιεχομένου. Δεν ακολουθείται γραμμική αφήγηση, η πλοκή κινείται από το παρόν στο παρελθόν και αντίστροφα, βάσει του συνειρμού που φανερώνει τη βαθύτερη διασύνδεση τους. Στη σύνθεση του κάδρου εναλλάσσονται πλάνα αρχιτεκτονικής αυστηρότητας με πλάνα απίστευτης πλαστικότητας – όλα αισθητικά άψογα. Η εκπληκτική φωτογραφία του Βιτόριο Στορέρο και η εξαιρετική ερμηνεία των ηθοποιών πρωταγωνιστών (Τρεντινιάν, Σαντρέλι, Σαντά) και μη, συνθέτουν μαζί με τη δεξιοτεχνική σκηνοθεσία ένα διαχρονικό αριστούργημα. Και μια ευκαιρία αυτοκριτικής όχι μόνο των όποιων ιδεολογικών ή πολιτικών επιλογών μας αλλά και της στάσης και συμπεριφοράς του μικρού καθημερινού φασίστα, που όλοι λίγο-πολύ κρύβουμε μέσα μας…
Γιούλη, πολύ εύστοχη η αναφορά στο πλατωνικό σχόλιο. Επίσης, όλα όσα εύστοχα, αναφέρεις, για το πώς η “κανονικότητα” μπορεί να οδηγήσει στον φασισμό. Εξαιρετική επιστημονική ανάλυση. Κλέβω το σχετικό απόσπασμα και θα το χρησιμοποιήσω όπου δει, αναφέροντας τη μητρότητα του κειμένου, βεβαίως-βεβαίως.