Η νέα ταινία της Celine Sciamma (Πορτρέτο μιας Γυναίκας που Φλέγεται 2019) διεισδύει στον πυρήνα πολύ δύσκολων θεμάτων, χωρίς όμως ούτε στιγμή να γίνεται σκληρή ή θλιβερή ή δύσπεπτη. Πρόκειται για μια ταινία βαθιά αισθαντική, ευφάνταστη αλλά και γήινη, γλυκιά σαν μέλι χωρίς όμως ίχνος μελοδραματισμού, μια ταινία, θα έλεγα, θεραπευτική. Μέσα σε μόλις 72’, χωρίς τίποτα περιττό αλλά και τίποτα ελλιπές, μιλά στο μυαλό και στην καρδιά του θεατή, καταπραΰνει την ψυχή του.
Στην εναρκτήρια σκηνή σε έναν οίκο ευγηρίας, υπόδειγμα υπαινικτικού και αποδραματοποιημένου ύφους, που χαρακτηρίζει άλλωστε την ταινία, η 8χρονη Νελλύ, λόγω της απώλειας της αγαπημένης της γιαγιάς, έρχεται σε πρώτη επαφή με τον θάνατο και τη συναίσθηση του τελεσίδικου. Έχει τώρα να διαχειριστεί τη θλίψη της αλλά και το πένθος της μητέρας της Μαριόν, που τη φοβίζει και την λυπεί βαθιά. Αυτόματα υιοθετεί προστατευτική στάση απέναντι της, θέλοντας να τη στηρίξει και να την παρηγορήσει. Την πρώτη νύχτα, που η τριμελής οικογένεια πηγαίνει στο σπίτι της γιαγιάς στην εξοχή για να το τακτοποιήσει, μητέρα και κόρη κατορθώνουν μια ουσιαστική προσέγγιση, μια πρώτη αμοιβαία εξομολόγηση φόβων και θλίψεων. Τα παιδιά διαθέτουν συναισθηματική νοημοσύνη και ενσυναίσθηση πολύ μεγαλύτερη απ’ ο,τι οι ενήλικες νομίζουμε…
Η Μαριόν όμως την άλλη μέρα έχει φύγει· ίσως θέλει να αντιμετωπίσει μόνη της το βαρύ της πένθος, ίσως να μη θέλει να επιβαρύνει περισσότερο την κόρη της. Η Νελλύ μένει με τον μπαμπά της, όμως η απουσία της μητέρας είναι γι’ αυτήν ένα είδος δεύτερου θανάτου. Έχει να αντιμετωπίσει, στην ουσία μόνη της, τη θλίψη, τον φόβο, τη συναισθηματική μοναξιά και ο μόνος μηχανισμός άμυνας που διαθέτει είναι η αχαλίνωτη παιδική φαντασία της – αντίστοιχα η Μαριόν αντιμετωπίζει μόνη κι αυτή το πένθος της καταφεύγοντας ίσως στις παιδικές της αναμνήσεις. Φαντασία και μνήμη θα δώσουν ραντεβού στο φθινοπωρινό δάσος γύρω από το εξοχικό σπίτι.
Στις μοναχικές εξερευνήσεις της για να βρει το δενδρόσπιτο που της είχε αναφέρει η μητέρα της, η Νελλύ συναντά ένα κορίτσι συνομήλικο της που ετοιμάζει κι αυτή ένα δενδρόσπιτο. Η μικρούλα είναι ολόιδια με εκείνη (την υποδύεται η ομοζυγωτική δίδυμη της) και την λένε Μαριόν. Η Νελλύ θεωρεί ως πολύ φυσικό, χωρίς να ανησυχήσει ή να αναρωτηθεί, όπως μόνο τα παιδιά μπορούν, ότι η μικρή Μαριόν είναι η μητέρα της όταν είχε την ηλικία της – άλλωστε δεν έχει ακόμη φύγει από των κόσμο των παιδικών παραμυθιών, η ανάγκη της για επαφή έχει μείνει χωρίς ανταπόκριση και η ταύτιση της με τη μητέρα της είναι απόλυτη.
Οι μικρούλες γίνονται εύκολα και γρήγορα φίλες. Αν και η Νελλύ επικοινωνεί με τη Μαριόν ως παιδί με παιδί, ταυτόχρονα την παρακολουθεί ως ενήλικη, ενδιαφέρεται για τη ζωή της, για το σπίτι της, που μοιάζει απίστευτα με το εξοχικό τους, για τη μητέρα της, που τη λένε Νελλύ και είναι, σε μικρότερη ηλικία, η γιαγιά της μικρής Νελλύ. Όπως όλα τα κορίτσια, παρατηρεί τα πάντα, καταλαβαίνει πολλά, θέλει να ξέρει όσα περισσότερα γίνεται για τη μητέρα της στην παιδική ηλικία.
Οι στιγμές που ισότιμα η Νελλύ και η Μαριόν μοιράζονται μυστικά, εξομολογήσεις και παιχνίδια είναι, και για τις δύο, στιγμές ουσιαστικής επικοινωνίας και ευτυχίας, μακριά ακόμη από αυτά που πρόκειται να έρθουν στη ζωή της καθεμιάς. Μοιράζονται τους φόβους και τις χαρές, διασκεδάζουν μαζί, παρηγορούν, απενοχοποιούν, εμψυχώνουν η μια την άλλη, επουλώνουν τα τραύματα τους. Στα θεραπευτικά θεατρικά παιχνίδια τους η καθεμιά αναλαμβάνει ελεύθερα τον ρόλο που προτιμά, εκφράζοντας τον εαυτό της χωρίς φόβο και αναστολές. Θα έρθει όμως η στιγμή που θα αποχωριστούν για πάντα, η μαμά Μαριόν θα γυρίσει, θα πρέπει να αφήσουν το εξοχικό σπίτι…
Στην ιδιαίτερη και συχνά τραυματική σχέση μητέρας-κόρης, η σκυτάλη, που απαραβίαστα παραδίδεται από κάθε μάνα στη θυγατέρα της, αφορά συχνά (όπως και στην ταινία) σωματικές αδυναμίες ή ασθένειες, αλλά κυρίως αφορά το Τραύμα: ψυχικά χαρακτηριστικά, απωθημένα και συμπλέγματα, ενοχές και φοβίες που κληροδοτούνται από γενιά σε γενιά. Η ίαση του τραύματος προϋποθέτει συναισθηματική εγγύτητα και ελεύθερη, ειλικρινή επικοινωνία μεταξύ τους· μόνο μέσα από αυτό το δύσκολο μονοπάτι μπορεί η κόρη να δει τη μητέρα της όχι πια μέσα από τον παραμορφωτικό φακό της θέσης του παιδιού, αλλά ως μια ‘’άλλη’’ γυναίκα, να την κατανοήσει και να την αγαπήσει.
Μόνο τότε αρχίζει για την κόρη η διαδικασία του απογαλακτισμού, που θα ολοκληρωθεί όταν βιώσει και διαχειριστεί το πένθος για την απώλεια της μητέρας της. Η αρχή (Νελλύ) και το τέλος (ενήλικη Μαριόν) αυτής της διαδικασίας είναι ο πυρήνας αυτής της έξοχης, μαγικής ταινίας.