Ο εκατομμυριούχος Μάικλ Χάρις χρεοκόπησε, δηλαδή, μπορεί και να έχει κάποια μέσα για να ζήσει, αλλά ως εκατομμυριούχος εξαφανίστηκε από τον χρυσό ορίζοντα της Αμερικής. Αυτό συνέβη, όπως γίνεται συχνά, εντελώς απροσδόκητα.
Ο Μάικλ, σχεδόν όπως όλοι οι Αμερικανοί, ήταν ένας ξεροκέφαλος ρεαλιστής. Παρά τα εκατομμύρια του, για παράδειγμα, ποτέ – ούτε στα όνειρά του – δεν είχε πρόθεση να εισχωρήσει στους κύκλους της οικονομικής ολιγαρχίας που κυβερνά τον δυτικό κόσμο. Κατανοούσε άριστα ότι αυτό ήταν αδύνατο, ότι δεν αρκούσε να γνωρίζει όλους τους μυστικούς μηχανισμούς και την ουσία αυτής της ολιγαρχίας και, επιπλέον, δεν τολμούσε ούτε καν στις σκέψεις του να διεκδικήσει κάτι τέτοιο. Αλλά τη σχετική εξουσία και την κοινωνική θέση κύρους, που εξαρτιόταν απ’ τα πολλά λεφτά, την είχε πάντα. Χωρίς να υπολογίζουμε και άλλα σημαντικά προνόμια, για παράδειγμα, τα οικονομικά. Ακόμα και αυτός μπορούσε να ανανεώσει ένα ζωτικό του όργανο, με κάποιο κατάλληλο, παρμένο από κάποιο «απαλλοτριωμένο» αγοράκι από τον τρίτο κόσμο, από τη Νότια Αμερική για παράδειγμα, και να συνδεθεί εξαιτίας αυτού με τύπους που οργανώνουν τέτοια πράγματα για όσους ανήκουν στον κόσμο των «νικητών».
Και τώρα όλο αυτό κατέρρευσε.
Δύο ημέρες μετά τη χρεωκοπία ο Μάικλ καθόταν στο γραφείο του στον πεντηκοστό πρώτο όροφο, στο Μανχάταν και συλλογιζόταν. Στην πραγματικότητα, ποτέ δεν ήταν σε θέση να σκεφτεί κάτι άλλο εκτός από λεφτά, και ήταν η πρώτη φορά που ο Μάικλ δεν σκεφτόταν τα λεφτά αλλά την αυτοκτονία. Όλα τελείωσαν. Χωρίς πολλά χρήματα, η ζωή δεν είχε νόημα. Η απελπισία και ο μυστικός θυμός του ήταν πολύ μεγάλοι για να τους αντέχει διαρκώς. Ο Μάικλ ήταν γεννημένος αισιόδοξος, δεν μπορούσε να αντέξει ούτε στην ιδέα της δυστυχίας.
Στη γωνία του γραφείου του μουρμούριζε χαμηλά η τηλεόραση. Καθώς έρρεαν οι άφθονες ειδήσεις και πετάριζαν τα μάτια, όλοι ήταν παραδόξως ίδιοι, έτσι που δεν υπήρχε σ’ αυτούς κάποιο ίχνος έκφρασης. Ακόμα και μερικές κούκλες βιτρίνας, στα μεγάλα καταστήματα, έχουν κάπως πιο εκφραστικά πρόσωπα. Αυτές οι παραδόξως ίδιες φυσιογνωμίες, έντονα μονότονες και χωρίς καμία διαφορά, λέγανε για τις μάρκες αυτοκινήτων και τα αντισυλληπτικά, για την παιδεραστία και για τον Θεό, βάζοντάς τα όλα στην ίδια κατηγορία. Ο Μάικλ ποτέ δεν έδινε προσοχή σε αυτά τα πρόσωπα, κατέγραφε μόνο τα γεγονότα που σχετίζονταν με την επιχείρησή του. Αλλά τώρα και αυτό ήταν άσκοπο. Η κοινωνική θέση, η εξουσία, τα οφέλη που δίνει το πανίσχυρο χρήμα, τον είχαν εγκαταλείψει. Το βλέμμα του επικεντρώθηκε στο παράθυρο, από όπου αποφάσισε να πηδήξει. Πεντηκοστός πρώτος όροφος σημαίνει ότι δεν υπάρχει καμία πιθανότητα να παραμείνεις ζωντανός. (Συνήθως, πέφτοντας από τέτοιο ύψος, πεθαίνεις πριν ακουμπήσεις στη γη).
Παρά το γεγονός ότι ο Μάικλ δεν αμφιταλαντευόταν για την απόφαση να ριχτεί αμέσως, ε, μετά από λίγα λεπτά, στο μυαλό του στριφογύριζαν οι λογαριασμοί της επιχείρησης, ατελείωτες στήλες αριθμών και συνδυασμών και αυτό τον εμπόδιζε να εφαρμόσει την απόφασή του. Η σκέψη για οτιδήποτε άλλο εκτός από τα χρήματα, θέλοντας και μη, του δημιουργούσε δυσκολία.
Ο Χάρις κοίταξε το ρολόι. Ξαφνικά απελευθερώθηκε εντελώς η συνείδησή του, θυμήθηκε ένα περιστατικό που του είχε διηγηθεί ο διάσημος ψυχαναλυτής Τσαρλς Σμιθ. Αυτός είχε θεραπεύσει έναν άλλο εκατομμυριούχο, ο οποίος ήταν κάποτε υποψήφιος πρόεδρος των ΗΠΑ: δηλαδή ήταν, γενικά, ένας άνδρας άλλου επιπέδου. Το όνομα του υποψήφιου εκατομμυριούχου ήταν Μπ. Ου. Υπέφερε από μια ανίατη θανατηφόρα ασθένεια και προσέλαβε τον Τσαρλς Σμιθ για να ενισχύσει την ψυχική του κατάσταση.
Ο Τσαρλς Σμιθ αφού προβληματίστηκε για πολύ, επειδή ο θάνατος πλησίαζε αρκετά γρήγορα (παρά τα εκατομμύρια και την πρώην υποψηφιότητα) αποφάσισε τα εξής:
– Μπ. Ου., είπε στον ασθενή του, έχοντας μείνει μαζί του πρόσωπο με πρόσωπο. Το καλύτερο πράγμα για την κατάστασή σας είναι να ταυτιστείτε με μια μύγα. Καταλαβαίνετε, όσο πιο απλό είναι το πλάσμα με το οποίο θα ταυτιστείτε πριν τον θάνατο, τόσο πιο εύκολο θα είναι να πεθάνετε. Το αντιλαμβάνεστε; Πόσο μάλλον που εμείς οι Αμερικανοί, γενικά, τείνουμε να είμαστε απλούστεροι, ακόμη και στη σφαίρα της θεολογίας. Θα σας είναι εύκολο να το κάνετε. Θυμηθείτε τις δραστηριότητές σας και τις ομιλίες σας. Αφαιρέστε από αυτές το κάλυμμα της ανθρώπινης ομιλίας και απομένει ένα Ζζζζζζζζζζζ. Λοιπόν, δεν λογαριάζω τα γεγονότα, στην ουσία θα σας είναι εύκολο να πάτε σε αυτό το Ζζζζζζζζζζζ. Εγώ, εντέλει, το απλοποιώ λίγο, αλλά τώρα απλουστεύουμε τα πάντα, ακόμα και τον Πλάτωνα και τον Σαίξπηρ. Να, αυτή είναι η μέθοδος που σας προτείνω: καθίστε σε μια πολυθρόνα, μην σκέφτεστε τίποτα, θεωρήστε τον εαυτό σας μύγα και, μάλιστα, όσο το δυνατόν ειλικρινέστερα και πληρέστερα. Ζζζζζζζζζζζ. Θα είστε άνετα και θα συναντήσετε το θάνατο χωρίς κανένα πρόβλημα. Ζζζζζζζζζζζ.
Ο Μπ. Ου. συμφώνησε αμέσως. Η ιδέα του φάνηκε λαμπρή και επιπλέον ευγενής (ο Μπ. Ου. ήταν ιδιαίτερα θεοσεβούμενος).
Υπό την επίβλεψη του Τσαρλς, άρχισαν οι συνεδρίες της μεταμόρφωσης. Ο Μπ. Ου. καμιά φορά διαμαρτυρόταν για τη μονοτονία της καινούριας του ύπαρξης, αλλά ο Τσαρλς επινόησε (αυτό κι αν είναι δημιουργικότητα!) μια νέα μέθοδο: έδωσε εντολή στον Μπ. Ου. να ανοίγει την τηλεόραση, ειδικά στις πολιτιστικές εκπομπές και, κοιτάζοντάς τες, να πείθει τον εαυτό του ότι είναι μύγα. Ο Τσαρλς θεωρούσε ότι αυτές οι εκπομπές καταστέλλουν τα ανώτερα νευρικά κέντρα, έτσι που η ταυτοποίηση του θεατή με τη μύγα ή με κάποιο άλλο παρόμοιο πλάσμα να γίνει πιο αποτελεσματική και πιο εύκολη.
Ο Μπ. Ου. πράγματι, σύντομα μεταμορφώθηκε σε μύγα, αν και τυπικά η εμφάνιση του όπως και πριν, ήταν ακόμα ανθρώπινη και στο τέλος δεν πρόσεξε πως είχε πεθάνει.
Ο Μάικλ θυμήθηκε αυτή την απλή ιστορία, ενώ καθόταν μουδιασμένος στο γραφείο.
Αλλά δεν του άρεσε κάτι σε αυτή. Γιατί να γίνω μύγα, σκέφτηκε, μόλις πηδήξω, θα τελειώσει. Αιωνίως αυτοί οι ψυχαναλυτές τα περιπλέκουν…
Ο Μάικλ είχε ήδη πλησιάσει στο παράθυρο, όταν του χτύπησαν την πόρτα. Απάντησε, μπήκε ένας υπάλληλος με ένα χαρτί.
«Are you fine;» τον ρώτησε απροσδόκητα.
«I am fine», χαμογέλασε πλατιά, με όλη τη δύναμη των λευκών δοντιών του, ο Μάικλ.
Ο υπάλληλος έφυγε.
Ο Μάικλ πήδηξε.
Προτού πεθάνει, στο μυαλό του άρχισε να τρέχει μια σκέψη: Χρήματα. Θεός. Θεός. Χρήματα.
Αμέσως, ο Μάικλ θυμήθηκε (κάπου είχε ακούσει γι’ αυτό) ότι μετά τον θάνατο θα πρέπει να υπάρχει ένας άλλος κόσμος. Πίστευε σε αυτό. Ο Μάικλ ήταν καλός Χριστιανός, αν και δεν έκανε καμία διάκριση μεταξύ Θεού και Χρήματος. Ο θάνατός του ήταν ανώδυνος. Ο Μάικλ πέθανε πριν πέσει. Και περίμενε να δει τον άλλο κόσμο. Αλλά είδε Σκοτάδι, πιο συγκεκριμένα, το Μαύρο Τούνελ, και στο τέλος μια ακατανόητη κυκλική φιγούρα, μαλλιαρή…
«Κόλαση», τρεμόπαιξε στη συνείδησή του.
Αλλά ξαφνικά το σκοτάδι εξαφανίστηκε, εξαφανίστηκε και η άγρια μορφή στο τέλος.
Αντ’ αυτής κατά πάνω του ή από μέσα του- πέταξε μια τεράστια μαύρη μύγα. «Ζζζζζζζζζζζ. Ζζζζζζζζζζζ», ζουζούνιζε. Η ψυχή του Μάικλ είχε μετατραπεί με ευχαρίστηση σε αυτή τη μύγα. Στο γραφείο είχε παραμείνει βγάζοντας ήχους η τεράστια τηλεόραση, όπου φώναζαν μονότονα τα μαριονετίστικα πρόσωπα των προέδρων, των βραβευμένων με παγκόσμια βραβεία, των προϊσταμένων των εταιρειών και άλλων «νικητών».