Η εμμονή των καταγραφών
«Κρατώ μόνο τα μάτια μου διαρκώς ανοιχτά και εντυπώνω τα αντικείμενα σωστά. Θα ήθελα να μην κρίνω καθόλου, αν αυτό ήταν δυνατό». Γκαίτε, Ταξίδι στην Ιταλία
Ο πατέρας, ως ιδέα και ως απτή κυριολεξία, οι πλησιέστεροι συγγενείς με όλα τους τα συμπλέγματα, οι αναπόφευκτοι οικογενειακοί φίλοι με τις μικροκακίες τους, οι πρώτοι διδάξαντες στα δημόσια εκπαιδευτήρια, η εντελώς μπαλζακική καθηγήτρια των Γαλλικών, ένας πλάνης-νομάς φωτογράφος, ο νομάρχης Βόλου, η καθόλα επαγγελματίας ιέρεια της Αφροδίτης, η οποία, μεταξύ άλλων, ξέρει να σέβεται και να τιμά όσο ελάχιστοι τα θεία της Ορθοδοξίας μας, οι περιθωριακοί της διπλανής πόρτας, οι απαραίτητοι επαίτες της αστικής κυψέλης, οι μαθητές, ιδίως οι ανεπίδεκτοι «κουλτούρας», οι καλοί πρόσκοποι του βίου, οι οποίοι είναι έτοιμοι ανά πάσα στιγμή να τσακιστούν στα βράχια της αδυσώπητης ματαιότητας των ματαιοτήτων, οι μεγάλοι άτυχοι της καθημερινότητας που μπέρδεψαν την πολιτική με τον παράδεισο, αλλά κι αυτοί που επιμένουν να μην βλέπουν μπροστά τους ούτε έναν συνάνθρωπο, ενώ συναγελάζονται στην καρδιά των αστικών κέντρων, συνιστούν ενδεικτικά τα κύρια πρόσωπα της ιλαροτραγωδίας, η οποία ξετυλίγεται αβίαστα, συναρπαστικά και σοφά στις σελίδες του βιβλίου. Στο βαθμό μάλιστα που «η στιγμή είναι το καυδιανό δίκρανο κάτω από το οποίο το πεπρωμένο υποκλίνεται μπροστά του», όπως όρισε προσφυώς ο Βάλτερ Μπένγιαμιν στο Μονόδρομο του (εκδόσεις Άγρα), αντιλαμβάνεται εύκολα κανείς τη βαρύνουσα σημασία, που έχει για τον ποιητή και δοκιμιογράφο Θανάση Θ. Νιάρχο το κάθε σκίρτημα, η κάθε γκριμάτσα, η κάθε πτυχή της προβλέψιμης ή απρόβλεπτης συμπεριφοράς των ηρώων και αντι- ηρώων του. Ικανότατος και έμπειρος παρατηρητής των ανθρωπίνων αβελτηριών, αλλά και δίκαιος εκτιμητής των όποιων άθλων του τυπικού βιοπαλαιστή, ο συγγραφέας αποφλοιώνει τα κρίσιμα φαινόμενα και ταξινομεί με περίσκεψη κι άλλη τόση νηφαλιότητα τις πολλαπλές κεκρυμμένες ουσίας, αξίες και βεβαίως απαξίες, οι οποίες είθισται να κρύβονται κάτω από την πέτσα της λεγόμενης κοσμιότητας. Οι προσχώσεις καταρρέουν, η αποδόμηση είναι δώρο της καλλιεργημένης γραφής. Ο νομιζόμενος υπερασπιστής π. χ. του κοινωνικού δικαίου απογυμνώνεται από τον οπλισμό του και αποδεικνύεται φαύλος. Ο θάνατος του προσώπου κατ΄ αναλογίαν βιώνεται πρώτα στον ηθικό βαθμό και συνήθως πολύ αργότερα στο σωματικό. Φρονώ εν ολίγοις ότι ο συγγραφέας, συναρμολογώντας το οιονεί ημερολόγιό του, συμφωνεί εμμέσως πλην σαφώς κι αυτός από την πλευρά του ότι εν τέλει «ο άνθρωπος είναι πραγματικά μια δαρβίνεια παραλλαγή, καταδικασμένη να παράγει πολιτισμό, ένας «λύκος» που πρέπει να ευχόμαστε να εξημερωθεί. Για να περισωθούν οι πολιτισμικές αξίες, ο λύκος πρέπει ν’ αφήσει την αυθεντικότητά του να γίνει απουσία και μνήμη, δηλαδή γλώσσα και συνείδηση». (Ιδέτε Μάριος Μαρκίδης, Η ψυχανάλυση του διχασμένου υποκειμένου).
Η μνήμη αναλαμβάνει εδώ το πρόσθετο βάρος να επαναφορτίσει την κατακερματισμένη πραγματικότητα. Συνιστά μ’ άλλα λόγια την υπέρτατη ίαση. Οι ισορροπίες τείνουν – προς στιγμή – να αποκατασταθούν. Το κάθε δύσκολο όνειρο ξεψαχνίζεται σα να είναι ιερό σφάγιο. Ο στωικός και πολύτροπος βιογράφος του δήθεν ουτιδανού αναβαθμίζει το ημερολόγιό του σε πανδέκτη ανθρωπίνων, πολύ ανθρωπίνων επιτευγμάτων και πανωλεθριών. Η ειλικρίνεια των αποτιμήσεων αποτυπώνεται με το είδος εκείνης της πύκνωσης, η οποία χαρακτηρίζει κατά κανόνα τα ευστοχότερα των επιγραμμάτων. Για τις ανάγκες της εποπτικής στιγμής αποδελτιώνω τα εξής: «για να εισχωρήσει κανείς, σε σχέση μ’ έναν άλλον, στη «συνωμοσία» κατά του χρόνου, πρέπει να είναι και οι δυο απόλυτα ειλικρινείς μεταξύ τους. Γι’ αυτό, ακριβώς, όλες οι ερωτικές σχέσεις είναι καταδικασμένες ν’ αποτυχαίνουν»(σελ. 212), ή «αφού το όνομά μας δεν έχει καμιά σημασία μετά το θάνατό μας, δεν έχει ουσιαστικά και όσο ζούμε.» (σελ. 112) και «αντιγράφοντας , ή καθαρογράφοντας και δημοσιεύοντας, τις ημερολογιακές αυτές σημειώσεις, αισθάνομαι σα να ξεπουλάω μια προσωπική περιουσία που δεν θα ξαναγίνει ποτέ δική μου.» (σελ. 46). Και εφ΄ όσον «ο κόσμος είναι “άπειρος” καθότι μπορεί να περικλείει άπειρες ερμηνείες», όπως μας έμαθε ο Νίτσε, τότε οι ερμηνείες των δράσεων και αντιδράσεων των προσώπων, τα οποία διάλεξε να μελετήσει από πολύ κοντά ο καθόλα επαρκής ψυχοτοπογραφικά Θανάσης Θ. Νιάρχος, διεκδικούν με τον τρόπο τους πρωτεία αυθεντικότητας, πρωτοτυπίας και συνέπειας ως προς τις υφολογικές- ειδολογικές αρχές που οι ίδιες θέσπισαν.