Τρίτη εμφάνιση στο χώρο των εμπεδώσεων της δημιουργικής γραφής. Η ποιητική κυριολεξία δρα επιτυχώς. Καθώς αντανακλάται στην επιφάνεια του καθρέφτη των φαινομένων, ο λόγος, με τη συνδρομή λυσιτελών συντακτικών δομών, παράγει την όποια ποιητική του αλήθεια. Το κύμα των διαδοχικών συνειρμών δεν παρασύρει τους στίχους. Τους συγκεντρώνει, τους συνέχει, τους προσδίδει ιδιαίτερη κειμενική ένταση. Στη σκηνή της κοσμικής μας ποίησης, η παρουσία της Γεωργίας Τριανταφυλλίδου έχει εγκαίρως, αρκούντως και δικαίως εντοπισθεί και αξιολογηθεί ήδη. Όταν άλλοι και άλλες αναλίσκονται συστηματικά σε αναμενόμενους δογματισμούς, σε περιττές εξομολογήσεις, σε επιπόλαιες προσεγγίσεις της καθημερινότητας ή σε άχαρες και άτεχνες αυτιστικές παλιλλογίες, η εν λόγω αποβάλλει τη φλούδα των κρίσιμων γεγονότων του βίου, προκειμένου να προβάλλουν όπως έχουν, όπως λειτουργούν οι ιστοί του τραγικού. Παρουσιάζοντας την αμέσως προηγούμενη συλλογή της, η οποία κυκλοφορήθηκε το 2008, από τις εκδόσεις της «Άγρας», φέροντας ως τίτλο τον νομικό όρο Δικαίωμα προσδοκίας, παρατηρούσα ότι το ποιητικό ρήμα ήξερε πώς να επικεντρωθεί, πώς να ταξινομήσει και στη συνέχεια να διερμηνεύσει επαρκώς τους μικρούς, αλλά και τους μείζονες κραδασμούς της ζωής. Η δε ματαιόσπουδη μέριμνα περί τα επίγεια, σε συνδυασμό με την πεισματική αντίσταση του εγώ να διασφαλίσει ακέραιες τις αξίες του ποιητικού οράν, συνιστούσαν χαρακτηριστικές εστίες των ανατρεπτικών αναφορών και των αιρετικών αυτοαναφορών.
Σήμερα συνεχίζεται η παράθεση δόκιμων, πολυπρισματικού φάσματος, αποτυπώσεων. Φρονώ ότι διακρίνονται, μεταξύ άλλων, κι αυτές από την ισχυρή δόση της σημασιοσυντακτικής αυτοπεποίθησής τους. Ο λυρισμός τους είναι συγκρατημένος, εμφανώς ευρηματικός, γειωμένος συστηματικά στο παρόν της ύπαρξης. Ασφαλώς ο τίτλος δεν προοιωνίζεται αίσια τινά. Πώς άλλωστε; Η κατάφαση στη ζωή είναι ομολογουμένως και κατάφαση ταυτοχρόνως στην αμείλικτη φθορά. Κάτι που γνωρίζουν κατ΄ εξοχήν οι απανταχού Μυστικοί. Η αποδοχή του έρωτα συνιστά λοιπόν, ως εκ των πραγμάτων, αποδοχή και των ενδεχομένων δεινών, πλανών, ψευδαισθήσεων, απατών και αυταπατών. Χαρακτηριστικό είναι εν προκειμένω το καλώς συγκερασμένο ποίημα «Dress code». Η συμμετοχή στο πανηγύρι του οργασμού συνεπάγεται, συν τοις άλλοις, έναν δραματικό κατά κανόνα επίλογο. Ενδεικτικό από την άποψη αυτή συνιστά το τρισέλιδο, τριμερές, άρτιο ποίημα του βιβλίου. Φέρει τον τίτλο «Ερωτική πόλη (να είναι ή να μην είναι)». Η ποιήτρια δεν αυτοεγκλείεται στο πάντα διαθέσιμο κελί της ύπαρξης, δεν οικοδομεί αυτάρεσκη μόνωση: ορέγεται τη έξοδο στο πάθος του είναι. Επείγεται συνεπώς την κάθε φορά να κοινωνήσει ένταση, έξαρση. Δηλαδή, εις βάθος εξερεύνηση όλων των πτυχών του εγώ, που βιώνει εκόν άκον το περιρρέον πνευματικό κενό. ‘Ο,τι κατά το δοκούν της αναλογεί, δεν παύει να το επικαλείται. Δεν χρειάζεται να επινοήσει τίποτε απολύτως. Μνημονεύοντας όλα εκείνα, τα οποία τελούνται στο καταληκτήριο, υφολογικά ευθύβολο κομμάτι, με τίτλο «Δανεική», θα πρότεινα να διαβαστούν ως απόπειρες μιας αμιγώς οντολογικής επαλήθευσης. Οι δύο τελευταίοι στίχοι, σημειώνω, υιοθετήθηκαν ως τίτλος του βιβλίου.
Επισημαίνω ότι η ανθρωπολογική διάσταση του έργου προκύπτει αβίαστα από τις πρώτες κιόλας σελίδες της συλλογής. Κατά τα άλλα, η γραφή εδώ ενσυνειδήτως δεν ολοφύρεται, δεν υπαναχωρεί, δεν ενδίδει στον πειρασμό της περίσπασης. Επιδιώκει το αρραγές φώνημα, και δη, ισχυρίζομαι, εν αγαθότητι πνεύματος. Εξ ου και οι εξής ενδεικτικές ομολογίες, τις οποίες παραθέτω κατά λέξη, για τις ανάγκες της εποπτικής στιγμής. Ήτοι Πάντα κάτι εμποδίζει την αγάπη / όταν υψώνεται κατακόρυφα / να εκτείνεται σε θαλάσσιο πλάτος» ή «Κλέφτες όλοι σας. / Της ανθισμένης βεβαιότητας / ότι ο έρωτας βρίσκει πληγές για να τις γλύφει / μεγαλύτερες κατόπιν. / Μετά όλοι κλαίτε ανήμποροι. / Γι΄ αυτό, ποτέ μην κλέβετε τις ανθισμένες βεβαιότητες των άλλων. / Εκείνοι, αν και βέβαιοι, σέρνουνε από πίσω το σκυλί τους. / Ενώ εσείς ούτε που λογαριάσατε το ενδεχόμενο / να κλέβετε οι ίδιοι την πληγή σας».
Συγκρατώ ότι ο καθ΄ ημέραν βίος αποδίδεται με αδρά, λειτουργικά σχήματα. Μέσα από τη ροή των ρήξεων, των συγκυριών και των καταστάσεων, η ποιήτρια έχει το προνόμιο να γνωρίζει και άλλο τόσο να εμπιστεύεται εκείνη ακριβώς τη μεθοδολογία διερεύνησης του κοσμοειδώλου, η οποία της επιτρέπει εκ του ασφαλούς να φτάνει σε μια μακροσκοπική θέαση των πραγμάτων, τα οποία εξ ορισμού την αφορούν άμεσα. Οι πολλαπλοί άλλοι, δηλαδή οι ουσιώδεις πτυχές του υποκειμένου, δεν υποβαθμίζονται, δεν αδικούνται. Συνυπάρχουν και συνομιλούν μέσα σ΄ ένα κλίμα ισοτίμων σχέσεων. Ο δε συχνά πυκνά παραγόμενος αιφνιδιασμός από τη συνάντηση του εγώ με τον κόσμο υποστηρίζει θετικά το αναγνωστικό συνεχές.
*
Γιώργος Βέης