Πολύ κοντά στον Διονύσιο Σολωμό
Ο Διονύσιος Σολωμός, ο περιώνυμος φορέας της κατά κανόνα μοναχικής καθημερινότητας, αλλά και των εμπύρετων οραμάτων, πρωταγωνιστεί σ’ αυτό το κατ’ εξοχήν εικονοφιλικό έργο του πολυβραβευμένου ακαδημαϊκού. Συμπλέκοντας αρμονικά τα μυθοπλαστικά του ευρήματα με τα όσα εξ αντικειμένου στοιχεία παρέχει η πάντα πλουσιοπάροχη, αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα της σολωμικής ενδοχώρας, ο Θανάσης Βαλτινός άλλη μια φορά διαρθρώνει Παράσταση. Αφαιρετικός λόγος, υπαινικτικές εκφάνσεις, λειτουργικές σιωπές χαρακτηρίζουν κι εδώ τις υφολογικές εμπεδώσεις του συγγραφέα. Η δε σκηνή αν και δεδομένη, δεν παύει να εκλύει μια αύρα: τα πρόσωπα παρά τα βάρη των αιώνων που τα συνέχουν, διατηρούν ένα συναρπαστικό σφρίγος. Η γλώσσα τους δηλαδή ηχεί κόσμια.
Η γραφή φαίνεται ότι δεν θέλει να παραθεωρήσει τους μείζονες δείκτες, οι οποίοι προσδιορίζουν κατ’ εξοχήν τον βίο και την πολιτεία του εθνικού μας ποιητή. Πίσω από κάθε κινηματογραφικό αφορισμό, πίσω από κάθε κειμενική ανατροπή ακούγεται πότε ψιθυριστά, πότε πιο έντονα ο απόηχος του παλαιού σοφού σχολιαστή: «ο Σολωμός ήταν τρυφερόκαρδος και γενναιόδωρος, κι όμως εδείχτηκε άσπλαχνος, ήταν ευκολοσυγκίνητος, κι όμως δεν εφάνη μεγαλόψυχος, είχε χαρακτήρα ευγενικό, κι όμως έδειξε ακατανίκητο πείσμα, εκεί που κάθε κοινός άνθρωπος θα ένιωθε ένα φυσικό αίσθημα επιείκειας και συμπόνεσης. Ελησμόνησε πως η μητρική ψυχή επλούτισε τη ζωή του κι εκαρποφόρησε στο έργο του. Πώς να τον κρίνη κανείς; Έτσι είναι κάποτε ο άνθρωπος. Πολλές ανεξήγητες αντιφάσεις υπάρχουν μεταξύ του βίου και του έργου ενός ποιητή. Σε όλους οι αρετές συνυπάρχουν με τα ελαττώματά τους και κάθε ζωή είναι γεμάτη ιδιοτροπίες. Και ο Σολωμός δεν παύει να είναι κι αυτός άνθρωπος με γήινα πάθη κι εγκόσμιες κακίες, άσχετα με τα υψηλά ιδανικά του. Όλα πρέπει να εξηγηθούν έτσι.[…] Ο Σολωμός είναι ένας αυτοδίδακτος που έγινε στην τέχνη του άφθαστος δάσκαλος, γιατί αφωσιώθηκε με θρησκευτικό σεβασμό στη δούλεψί της όσο κανένας άλλος, και γιατί είχε βαθιά και καθαρή αισθητική συνείδησι, όσο κι αν του έλειπε η πειθαρχημένη θέλησι..» » (Ιδέτε τα «Προλεγόμενα» του Μαρίνου Σιγούρου, Ακρωτήρι Ζακύνθου, Αύγουστος 1956, στον τόμο Διονυσίου Σολωμού Άπαντα, Ποιήματα και Πεζά, έκδοση Ο Ε Δ Β , 1977, σελ. 82 και 142).
Ο νεωτερικός βιογράφος δείχνει ότι τηρεί πιστά την ίδια την αρχή, την οποία είχε θέσει ως ύψιστο και απαράβατο συγχρόνως κανόνα κειμενικής και λοιπής συμπεριφοράς ο ίδιος ο Διονύσιος Σολωμός, ήτοι «Vera amo, Vera sequor», που σημαίνει κατά λέξη «τα αληθινά αγαπώ, τα αληθινά ακολουθώ». Τα «αληθινά» λόγια που βάζει στο στόμα των ηρώων του ο Θανάσης Βαλτινός παραμένουν αυθεντικά στο βαθμό που μαρτυρούν γνήσιες φυσιοδιφικές έρευνες. Η ανάγνωση των σολωμικών αρχείων είναι δηλαδή δημιουργική. Εξ ου και η ευθύτητα της εισαγωγικής ομολογίας: «Ξαναγυρίζω στην Αλληλογραφία σου. Εξαίρετη φιλολογική δουλειά. Δεν ήταν βέβαια αυτό που με γοήτευσε. Εκατόν σαράντα εφτά γράμματά σου-το μεγάλο σου έργο. Μια τέλεια προσωπογραφία που συμπληρώνεται από τις τριάντα έξι επιστολές προς εσένα, επιστολές του Δημήτρη κυρίως. Τι πλούτος στοιχείων! Είσαι ολόκληρος εκεί μέσα, απερίφραστος, ακόμα και όταν αρνιέσαι τα δέκα όβολα στον καημένο τον Τερτσέτη. Ο ναρκισσισμός, η εμπάθεια, η ευθιξία, το γύρισμα της πλάτης στους φίλους δεν είναι αρετές. Αλλά οι ποιητές από αυτό το υλικό είναι φτιαγμένοι. Αναρωτιέμαι γιατί οι μελετητές σου, συστηματικά σχεδόν, αποφεύγουν να θίξουν αυτές τις ιδιότητες. Προφανώς τις θεωρούν τη σκοτεινή σου πλευρά. Αυτή που ενθουσιάζει εμένα.» (Ιδέτε σελ. 12).