«… δεν έχεις τίποτε άλλο να κάνεις εκτός από το να γίνεσαι μάρτυρας των δωρεών που σου υπολείπονται, μέχρις ότου σου τραβήξουν το καλώδιο.» (από το βιβλίο)
Η Κάθυ Χ, 31 ετών, φροντίζει συστηματικά, έντεκα χρόνια περίπου, επιλεγμένα άτομα, τα οποία δωρίζουν διαδοχικά και πάντα μέσα στο πλαίσιο μιας νόμιμα κατοχυρωμένης διαδικασίας μέλη των σωμάτων τους. Έχοντας επιδείξει ιδιάζουσα προσαρμοστικότητα και υποδειγματική αφοσίωση στα παράδοξα, αλλά εξ ίσου κοινωφελή καθήκοντά της, δεν αποκλείεται να προαχθεί κι αυτή στην τάξη των δωρητών. Μαθήτευσε μάλιστα στο Χέιλσαμ, ένα εξειδικευμένο, πλην όμως «σκοτεινό» οικοτροφείο, απομονωμένο στην ειδυλλιακή ύπαιθρο του Ηνωμένου Βασιλείου. Η Κάθυ Χ. έχει συνεπώς όλα τα προσόντα για να υλοποιήσει το πρωταρχικό σχέδιο των αφανών, προφανώς ραδιούργων προγραμματιστών της ίδιας της ζωής της.
Οι συμμαθητές της, Ρουθ και Τόμυ, έχουν επίσης σημειώσει ανάλογη επιτυχία. Τα σώματά τους ήδη τεμαχίζονται για να τροφοδοτήσουν με τη σειρά τους ευτυχείς δωρεοδόχους. Το μακιαβελικό πλαίσιο εκπαίδευσης του Χέιλσαμ αποδίδει ιεροκρυφίως τους πονηρούς καρπούς του. Οι τρόφιμοί του διαμελίζονται μετά την αποφοίτησή τους, προς όφελος των τρίτων, χωρίς την παραμικρή τύψη ή αμφιβολία. Η Κάθυ Χ αναπολώντας το εφηβικό της παρελθόν, διαπιστώνει τελικά ότι είναι η εκούσα άκουσα μέτοχος μιας επαναστατικής κοινωνικής ρύθμισης, που θέλει να αντικαταστήσει ριζικά την παραδοσιακή φυσιολογία, που θέλει να υποδυθεί εν τέλει τον Θεό. Το βιβλίο κλείνει με τον θρίαμβο της δαιμονικής τεχνολογίας πάνω στην ανυπεράσπιστη μονάδα της αστικής κυψέλης. Οι εκπαιδευτές του οικοτροφείου είναι οι μεσάζοντες του δημιουργού-διαβόλου.
Το μυθιστόρημα ανακαλεί τόσο τη νουβέλα Ο παράμεσος της Γιόκο Ογκάουα, που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Άγρα», όσο και το πολύσημο έργο του Ζοζέ Σαραμάνγκου Ο άνθρωπος αντίγραφο, που μας προσέφεραν στη γλώσσα μας οι εκδόσεις «Καστανιώτη». Οι τομές, οι εγκοπές και οι αφαιρέσεις των δακτύλων, που υφίστανται οι ηρωίδες-θύματα του Παράμεσου, και οι παθολογικές ανατυπώσεις των υποκειμένων σε πιστά αντίγραφα, που ταλανίζουν τις περσόνες του νομπελίστα Πορτογάλου, συνιστούν ασφαλώς τις κύριες υπερκειμενικές δείξεις.
Ο ευρηματικός Καζούο Ισιγκούρο, που γεννήθηκε στο Ναγκασάκι το 1954, μας έχει συνηθίσει σε αλλεπάλληλες υφολογικές και θεματολογικές εμπεδώσεις υψηλού επιπέδου. Τώρα μας προτείνει μέσα από τις σελίδες του Μη μ’ αφήσεις ποτέ την δική του εκδοχή της παγκοσμιοποίησης της «προόδου». Ο εμβληματικός θαυμαστός, νέος γενναίος κόσμος του Άλντους Χάξλεϊ (1932) μπορεί να θεωρηθεί στην προκειμένη περίπτωση μία έμμεση, σημαντική όμως εστία αναφορών. Η αναζήτηση έως δευτέρου Παραδείσου, καθόλου μεταφυσικού ή Φιλοσοφικού, αλλά αντιθέτως επιστημονικά διαρθρωμένου, παραμένει το σταθερό αίτημα μεταστοιχείωσης του πραγματικού σε «πραγματικό». Η δεσποινίς Λούσυ, στέλεχος του Χέιλσαμ, ξέρει πώς να διεκπεραιώσει το μοιραίο μήνυμα. Οι «μαθητές» της κατανοούν ότι είναι απλούστατα «αναλώσιμα αντικείμενα» την κατάλληλη στιγμή: όταν δηλαδή είναι πλέον πολύ αργά!
Οι αφηγηματικές ισορροπίες διατηρούνται στο ακέραιο. Οι ανατροπές είναι παραγωγικές, ενώ οι υπαινιγμοί μας προετοιμάζουν για την τελική έξοδο στο εωσφορικό σκότος. Το Μη μ’ αφήσεις ποτέ είναι το πλέον απελπισμένο έργο του Καζούο Ισιγκούρο, θα μπορούσε να πει κανείς ότι ενώ στο δεύτερο μυθιστόρημά του, Ένας καλλιτέχνης του ρευστού κόσμου (1986), που κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις της «Εστίας», αφήνει που και που περιθώρια ανάκαμψης του Εγώ, στο παρόν κλειστοφοβικό έργο κάτι ανάλογο λογίζεται εκ προοιμίου αδιανόητο.
Η έμπειρη μεταφράστρια οδήγησε το πρωτότυπο στη γλώσσα μας χωρίς να παραβιάσει τις αρχές που έχει θεσπίσει για τον εαυτό της. Η πιστότητα της απόδοσης συναγωνίζεται την ευφωνία του αποτελέσματος.