Κριτική τόλμη και τίμημα
Όταν η ζωή μοιάζει με χαρτοπαίγνιο
«Να μην είσαι υπερβολικά κατανοητός. Οι περισσότεροι δεν εκτιμούν ό,τι καταλαβαίνουν, ενώ σέβονται ό,τι δεν αντιλαμβάνονται» (Από το βιβλίο, σελ. 184)
Ο Μπαλτάσαρ Γκρασιάν (1601-1658) και ο Κεβέδο (1580-1645) συγκαταλέγονται στους χαρακτηριστικότερους εκπροσώπους του ισπανικού μπαρόκ. Αμφότεροι συστηματικοί υποστηρικτές της στρατηγικής conceptismo, δηλαδή της αναγωγής στις πρωταρχικές αρχές και έννοιες (conceptos), μέσα από συγκεκριμένους κανόνες λογικής αποτίμησης και ολοκληρωμένα συστήματα κριτικής, συνέβαλαν αποφασιστικά στην αναβάθμιση του τρόπου σκέπτεσθαι στην πατρίδα τους, και όχι μόνον.
Ειδικότερα ο πρώτος, γνωστός ως «ο Νίτσε της Ισπανίας», ο οποίος γεννήθηκε λίγους μόλις μήνες μετά την παγκόσμια πρώτη παράσταση του «Αμλετ» και την πυρπόληση του Τζιορντάνο Μπρούνο από την Ιερά Εξέταση στην πλατεία της Ρώμης Campo de‘ Fiori, ενώ ο πολύπλαγκτος συμπατριώτης του Μιγκουέλ ντε Θερβάντες Σααβέντρα, ήταν ήδη 54 ετών, επεχείρησε να συνθέσει έναν κώδικα ανθρωπιστικής συναντίληψης και συμπεριφοράς. Αντιπαρερχόμενος όσο διπλωματικότερα μπορούσε τις ποικίλες δογματικές αγκυλώσεις της εποχής του, αλλά κι ένα μέρος του δραστικού πλέγματος των εσωτερικών δεσμεύσεων, τις οποίες όφειλε να σεβαστεί ως ισόβιο μέλος του Τάγματος των Ιησουιτών, κατέθεσε ρηξικέλευθες θέσεις, όταν οι πλείστοι απλώς παπαγάλιζαν τα θέσφατα του τότε πανίσχυρου κατεστημένου.
Καθηγητής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο της Γανδία και ιεροκήρυκας στη Μαδρίτη, έζησε στην κυριολεξία του όρου μεταξύ σφύρας και άκμονος, παραθεωρώντας τους κινδύνους που τον παραμόνευαν στην καθημερινή πράξη. Ηταν επόμενο να επισύρει προς το τέλος της ζωής του τις εμπαθείς ποινές του ιερατείου. Τα αρμόδια στελέχη του διέγνωσαν τις υπονομευτικές τάσεις των διατριβών του και τον κατέταξαν στους ευφυέστερους των «αντικανονικών». Μετά την έκδοση του τρίτου μέρους του «Criticon» του, το οποίο σημειωτέον ο Αρθούρος Σοπενχάουερ θεώρησε το σπουδαιότερο αλληγορικό μυθιστόρημα όλων των εποχών (βλ. τη μία από τις πέντε αναφορές περί αυτού στο θεμελιώδες έργο του «Ο Κόσμος ως βούληση και ως παράσταση», 1818, Βιβλίο 1, κεφάλαιο 50), έχασε την έδρα του στο κολέγιο της Σαραγόσα κι εξορίστηκε. Σύμφωνα μάλιστα με ορισμένες πηγές, τού απαγορεύτηκε εντελώς η γραφή.
Ο Μπαλτάσαρ Γκρασιάν, γνώστης, μεταξύ άλλων, των έργων του Επίκτητου, του Σενέκα, του Τάκιτου και βεβαίως των μεγάλων πατέρων της Δυτικής Εκκλησίας Αυγουστίνου και Θωμά Ακινάτη, δεν δίστασε να διατυπώσει ορισμένες αιρετικές απόψεις, οι οποίες ενίοτε προσεγγίζουν τα όρια του βέβηλου ή και του βλάσφημου. Η ζωή παραβάλλεται με χαρτοπαίγνιο. Οι οραματικές προδιαγραφές ακυρώνονται με μια μονοκοντυλιά. Οι παραινέσεις θεολογικής υφής μεταλλάσσουν σε καθαρά χαρτοπαικτικές οδηγίες. Η πνευματική οξύτητα (agudeza), η διακωμώδηση (humor) και η λεκτική πολυσημαντότητα των κρισίμων εννοιών τίθενται στην υπηρεσία μιας κριτικής ανακατάταξης των ιδεολογημάτων. Η γέννηση μιας νέας συνείδησης είναι μάλλον δυνατή. Το σκάνδαλο είναι τόσο εντυπωσιακό όσο και ανέκκλητο: αποτυπώνεται σε εγχειρίδιο βίου, το οποίο φιλοδοξεί να είναι πρωτίστως αυθεντικό, αφού το συντάσσει ένας λόγιος τέτοιου κύρους: «Να ξέρεις να εγκαταλείπεις το παιχνίδι όταν το κέρδος είναι πρόσφορο. Αυτό είναι το κόλπο των φημισμένων παικτών. […] Κουράζεται η τύχη να κουβαλάει για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα έναν άνθρωπο στα χέρια. […] Μέγα πλεονέκτημα να παίζεις πρώτος, γιατί κερδίζεις αν τα χαρτιά βρεθούν όμοια. […] Η μοίρα ανακατεύει την τράπουλα όπως και όταν θέλει· ας γνωρίζει ο καθένας τη δική του μοίρα όπως και τη σοφία του, από αυτές εξαρτάται το κέρδος ή η ζημιά» (βλ. σ.σ. 59, 72 και 152).
Η δε αναπάντεχη προτροπή «Να επιτρέπεις στον εαυτό σου κάποιο ελαφρύ αμάρτημα», σε συνδυασμό με την ανενδοίαστη παραγγελία «Να ξέρεις να χρησιμοποιείς τους εχθρούς σου» ( βλ. σελ. 84), όχι μόνο δεν συνάδουν με τις κατεστημένες ηθικές διδασκαλίες της περιρρέουσας ατμόσφαιρας, αλλά προετοιμάζουν το κλίμα ευρύτερων κατεδαφίσεων της υποκρισίας και του καιροσκοπισμού που τον περιέβαλε ασφυκτικά. Ο αντίλαλος τους θα έλεγα μάλιστα ότι φτάνει ώς την ήκιστα ηθική δήλωση του Ντονατιέν Αλφόνς Φρανσουά ντε Σαντ (1740-1814): «Ολη η ανθρώπινη ηθική βρίσκεται σε τούτα τα λόγια: κάνε τους άλλους τόσο ευτυχισμένους όσο ευτυχισμένος επιθυμείς να είσαι κι εσύ, και μην τους κάνεις ποτέ περισσότερο κακό από αυτό που μπορείς να δεχτείς», (βλ. «Τεχνάσματα του έρωτα και άλλες ιστορίες», εκδόσεις «Μελάνι», σελ. 194). Θα μπορούσε μάλιστα να ανιχνεύσει κανείς τους ανάλογους τόνους του Εκκλησιαστή, όπως π. χ. ακούστηκαν στο Ζ, 1 «Αγαθόν όνομα υπέρ έλαιον αγαθόν και ημέρα του θανάτου υπέρ ημέραν γεννήσεως» ή στο Ζ, 16: «Μη γίνου δίκαιος πολύ, μηδέ σοφίζου περισσά, μήποτε εκπλαγής». Η ατομική συνείδηση διεκδικεί την αυτονομία της. Στο σημείο αυτό ο Μπαλτάσαρ Γκρασιάν συναντά τον «Αμλετ». Παραθέτω από τη σεξπιρική τραγωδία: «Και πάνω απ’ όλα: μείνε πιστός στον εαυτό σου· άρα, / φυσιολογικά – όπως η μέρα ακολουθεί τη νύχτα – / ούτε στους άλλους θα μπορείς να είσαι ψεύτης» (πράξη 1η, σκηνή 3η, μετάφραση Ερίκος Μπελιές, «Υψιλον», 1999). Στους διάσημους μιμητές του Γκρασιάν ανήκει ένας λόγιος δούκας, ο πολύς La Rochefoucauld (1613-1680).
Το «Χρησμολόγιο και τέχνη της φρόνησης» αναφέρει το όνομα του Θεού μόνον πέντε φορές. Η ανθρώπινη ύπαρξη διατείνεται εμμέσως πλην σαφώς ότι αυτή κρίνεται εκ προοιμίου ικανή και αναγκαία για να ελέγξει και να διεκπεραιώσει όσα επειγόντως και εγκύρως αφορούν τα του οίκου της. Βεβαίως η συλλογιστική του Μπαλτάσαρ Γκρασιάν δεν θα οδηγηθεί στην καταδικαστική ετυμηγορία του Σιούν Τσε: «Η ανθρώπινη φύση είναι κακή· ό,τι καλό έχει είναι τεχνητό (βέι)», (βλ. Marcel Granet «Η κινεζική σκέψη», εκδόσεις «Γνώση», σελ. 596), αλλά θα περιοριστεί να αποφανθεί ότι η ζωή κοντολογίς είναι μια καλοστημένη, τραγική πάντως, φάρσα. Η διακήρυξη αυτή περιέχεται αυτούσια στα κεφάλαια Crisi 5 και Crisi 7 του πρώτου μέρους του προαναφερόμενου, μοιραίου «Criticon» (1651, βλ. επίσης και τον επίλογο στο 46ο κεφάλαιο του δευτέρου τόμου «Ο Κόσμος ως βούληση και ως παράσταση»).
Ο δόκιμος και πολυβραβευμένος μεταφραστής υπήρξε και πάλι λυσιτελής.