Οι δείκτες από την αρχή κιόλας της σπονδυλωτής αυτής μελέτης φαίνεται ότι μας αφορούν άμεσα. Οι δύο πρώτες μάλιστα εισαγωγικές προτάσεις δεν υπαινίσσονται απλώς δεινά πολέμου – είναι ο πόλεμος αυτοπροσώπως. Παραθέτω: «Δύο πτώσεις, δύο κατεδαφίσεις, προσδιόρισαν διεθνοπολιτικά την εποχή μας, η πτώση του Τείχους του Βερολίνου (9 Νοεμβρίου 1989) και η πτώση των Δίδυμων Πύργων (11 Σεπτεμβρίου 2001). Η πρώτη, εκτός από το τέλος του κομμουνισμού, ορίζει και το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και της διπολικής διεθνούς τάξης, ενώ η δεύτερη ορίζει την απαρχή ενός νέου, πλανητικού πολέμου, του πολέμου κατά της τρομοκρατίας, και μιας μονοπολικής διεθνούς τάξης». Αν και δεν πρόκειται για μια συνολική ανάλυση της διεθνούς σκηνής, τα τρία ομόκεντρα κεφάλαια του βιβλίου προσφέρουν, μεταξύ άλλων, αρκετά κλειδιά κατανόησης των αιτίων και των αιτιατών των ισλαμιστικών κινημάτων, των ορίων του δικαίου αγώνα των Παλαιστινίων, της σημασίας, η οποία οφείλεται να αποδοθεί ως εκ των πραγμάτων, σε ένα συναινετικό Ισραήλ, της προοπτικής σφυρηλάτησης αρμονικών σχέσεων Ευρώπης και ΗΠΑ, της ανάγκης επανεξέτασης των αντιστοίχων σχέσεων Ευρώπης και Ισλάμ, σε βάση αμοιβαίου σεβασμού, και της συλλογικής αντιμετώπισης του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν, εντός πάντα του πλαισίου της διεθνούς δικαιϊκής τάξης.
Ο λόγος, σχεδόν δικανικός, συστηματικά αντιδογματικός, αποστρέφεται, μεταξύ άλλων, τις δημαγωγικές εκτονώσεις του συρμού. Εμφανώς έμπειρη, σημασιολογικά κομψή και σταθερά νηφάλια, η δοκιμιακή γραφή ολοκληρώνει τις εκφάνσεις της κατά το γνωστό πλατωνικό πρόταγμα της Εβδόμης Επιστολής «έλεγχον ονομάτων και λόγων, όψεών τε και αισθήσεων, δι’ ερωτήσεων και αποκρίσεων άνευ φθόνου». Η αποτύπωση διακρίνεται εν ολίγοις από μια διαύγεια στοχαστικού λογίου, ο οποίος καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια προκειμένου να ερμηνεύσει και να υπομνηματίσει μετά λόγου αληθείας την περιρρέουσα ατμόσφαιρα. Στο βαθμό που το λεγόμενο τέλος της Ιστορίας συνιστά ένα φραστικό πυροτέχνημα, ένα σπαρακτικό ευφυολόγημα κάποιου επιτήδειου διανοουμένου, το παρόν έργο αποτελεί ένα πρόσθετο και αμάχητο τεκμήριο ότι βρισκόμαστε στην αρχή μιας καθ’ όλα νέας, σαδιστικά αιμοσταγούς Ιστορίας. Η ενεργώς παγκοσμιοποιημένη βία τώρα μόλις αρχίζει να μας δείχνει το τρομερό άλλο πρόσωπό της, οι τερατογονίες ενός «μετανεωτερικού», ελλειμματικού πάντως πολιτισμού τώρα μόλις αρχίζουν να εξαπλώνονται παντού σχεδόν, μανικά και μολυσματικά, ο δε πόλεμος πατήρ πάντων βιάζει αδιακρίτως τα πάντα. Ο Σταύρος Ζουμπουλάκης γνωρίζει ασφαλώς να χειρίζεται με σύνεση τη λεπίδα του Όκαμ, γι’ αυτό και επιλέγει συστηματικά μικρό αριθμό υποθέσεων, οι οποίες ως εκ των πραγμάτων είναι τόσο ικανές, όσο και αναγκαίες για την εξήγηση συγκεκριμένων και άλλο τόσο φλεγόντων ζητημάτων.
Βεβαίως ο σύννους αυτός αναλυτής δεν ξεχνά ότι κατ΄ ουσίαν «δεν υπάρχει τεκμήριο του πολιτισμού, το οποίο να μην είναι ταυτοχρόνως τεκμήριο της ανθρώπινης βαρβαρότητας», όπως προσφυώς όρισε ο Walter Benjamin. Εξ ου και η εμπεριστατωμένη απόκλιση προς το εξ αντικειμένου ον, προς ό, τι ακριβώς λογίζεται «μέσον». Τόσο ο σχολιασμός των στρατοπέδων της ακραίας, πολεμοχαρούς σκέψης, όσο και η ισόρροπη προσέγγιση των ποικίλων εσμών των ενίοτε αυτοκτόνων μαχητών, με την αρωγή βεβαίως της συναφούς παγκόσμιας βιβλιογραφίας, διακρίνονται για την καρτεσιανή τους υφή. Οι εναντιωματικές έννοιες παρατίθενται ενδελεχώς, οι διαχρονικές έριδες γειτονικών λαών εκτίθενται με μετριοπάθεια, το μέλλον διαγράφεται μετ’ ειλικρινείας μάλλον ζοφερό.
Αν όντως η Παγκόσμια Ιστορία δεν είναι τίποτε άλλο, παρά η ιστορία του διαφορετικού τονισμού μερικών μεταφορών, όπως φρονεί ο απρόβλεπτος, αλλά ιδιοφυής Χόρχε Λουίς Μπόρχες, τότε οι μεταφορές, οι οποίες προβάλλονται σωρευτικά Στη σκηνή του κόσμου, κρίνονται κομβικές για την αποκρυπτογράφηση του εξαντλητικά υπαρκτού άγους των ημερών μας.