Την περασμένη χρονιά, ένας φίλος μού ανέφερε ότι ο καθηγητής της μεγάλης του κόρης ανακοίνωσε στην τάξη ότι στις τελικές εξετάσεις στο μάθημα της Λογοτεχνίας τα παιδιά θα εξετάζονταν στο έργο μου: «Εκατό χρόνια μοναξιάς». Η κοπέλα αγχώθηκε και με το δίκιο της, όχι μόνο γιατί δεν είχε διαβάσει το βιβλίο, αλλά και γιατί είχε να αντιμετωπίσει κι άλλα, πιο σοβαρά μαθήματα. Για καλή της τύχη, ο πατέρας της διαθέτει βαθιά λογοτεχνική παιδεία και ένα σπάνιο ποιητικό ένστικτο, οπότε την προετοίμασε τόσο καλά που, χωρίς υπερβολή, πήγε στις εξετάσεις καλύτερα προετοιμασμένη κι από τον καθηγητή της. Ωστόσο, εκείνος της έκανε την εντελώς αναπάντεχη ερώτηση: «τι σημαίνει το ανάποδο γράμμα στον τίτλο των Εκατό χρόνων μοναξιάς;» Αναφερόταν στην έκδοση του Μπουένος Άιρες, το εξώφυλλο της οποίας έχει σχεδιάσει ο ζωγράφος Βινσέντε Ρόχο με ένα από τα γράμματα του τίτλου ανάποδα, γιατί αυτό του υπαγόρευσε η ελεύθερη και ανεξάρτητη προσωπική του έμπνευση. Εννοείται ότι η κοπέλα δεν ήξερε την απάντηση. Όταν αφηγήθηκα το περιστατικό στον Βινσέντε Ρόχο μού είπε ότι ούτε ο ίδιος δε θα ήξερε να απαντήσει.
Την ίδια χρονιά, ο γιος μου, Γκονζάλο, έπρεπε να απαντήσει σ’ ένα ερωτηματολόγιο στη Λογοτεχνία που του έστειλαν από το Λονδίνο για τις εισαγωγικές εξετάσεις. Μία από τις ερωτήσεις ζητούσε τον συμβολισμό του κόκορα στο: «Ο Συνταγματάρχης δεν έχει κανέναν να του γράψει» [στμ. βιβλίο του Μάρκες που πρωτοδημοσιεύτηκε το 1961 και στα ελληνικά κυκλοφόρησε το 1983]. Ο Γκονζάλο, που γνωρίζει πολύ καλά το στυλ που κυριαρχεί στο σπίτι του, δεν μπόρεσε να αντισταθεί στον πειρασμό να αστειευτεί μ’ αυτόν τον μακρινό σοφό και απάντησε: «Είναι ο κόκορας με τα χρυσά αυγά». Πολύ αργότερα, μάθαμε ότι αυτός που πήρε τον μεγαλύτερο βαθμό, ήταν ο υποψήφιος που απάντησε, με βάση όσα του είχε διδάξει ο καθηγητής του, ότι εκείνος ο κόκορας του Συνταγματάρχη συμβολίζει την καταπιεσμένη λαϊκή δύναμη. Όταν το έμαθα, χάρηκα άλλη μια φορά για το πολιτικό μου άστρο, γιατί όπως είχα φανταστεί το τέλος για εκείνο το βιβλίο, το οποίο όμως άλλαξα την τελευταία στιγμή, ο Συνταγματάρχης θα έσφαζε τον κόκορα και θα έφτιαχνε μ’ αυτόν μία σούπα διαμαρτυρίας.
Εδώ και αρκετά χρόνια, συλλέγω τα μαργαριτάρια με τα οποία οι κακοί καθηγητές Λογοτεχνίας κάνουν ζημιά στα παιδιά. Γνωρίζω έναν καλόπιστο άνθρωπο, για τον οποίον η απάνθρωπη, χοντρή και αδίστακτη γιαγιά, που εκμεταλλεύεται την αθώα Ερέντιρα [στμ. ηρωίδα του Μάρκες στο διήγημα: «Η απίστευτη και θλιβερή ιστορία της αθώας Ερέντιρα και της άκαρδης γιαγιάς της»] για να εξοφλήσει ένα χρέος, είναι το σύμβολο της απληστίας του καπιταλισμού. Ένας Καθολικός καθηγητής δίδασκε ότι η ανύψωση στον ουρανό της Ωραίας Ρεμέδιος [στμ. ηρωίδας του Μάρκες στο «Εκατό χρόνια μοναξιάς»] είναι μία όμορφη λογοτεχνική μεταφορά της ψυχή τε και σώματι Αναλήψεως της Παρθένου Μαρίας. Ένας άλλος αφιέρωσε ολόκληρο μάθημα στον Χέρμπερτ, πρόσωπο ενός μυθιστορήματός μου, που λύνει τα προβλήματα όλου του κόσμου και μοιράζει απλόχερα χρήματα. [στμ. είναι, κατά πάσα πιθανότητα, ο Μίστερ Χέρμπερτ στο «Εκατό χρόνια μοναξιάς»]. «Πρόκειται για έναν θαυμάσιο συμβολισμό του Θεού», είπε ο καθηγητής. Δύο κριτικοί από τη Βαρκελώνη με κατέπληξαν λέγοντάς μου ότι «Το φθινόπωρο του Πατριάρχη» έχει την ίδια δομή με το τρίτο κονσέρτο του Μπέλα Μπάρτοκ. Αυτό με χαροποίησε ιδιαίτερα επειδή θαυμάζω τον Μπέλα Μπάρτοκ και ειδικά αυτό το κονσέρτο, αλλά δεν μπόρεσα να εντοπίσω τις αναλογίες που έβρισκαν εκείνοι οι δύο κριτικοί με το δικό μου έργο. Ένας καθηγητής της Λογοτεχνίας στη Φιλοσοφική Σχολή της Αβάνας αφιέρωσε ώρες ολόκληρες αναλύοντας τα «Εκατό χρόνια μοναξιάς» και κατέληξε στο – κολακευτικό και θλιβερό ταυτόχρονα – συμπέρασμα ότι δεν προσφέρει απαντήσεις. Αυτό με έπεισε πλέον οριστικά ότι η ερμηνευτική μανία καταλήγει να είναι σε μεγάλο βαθμό ένα νέο είδος φαντασίας που ορισμένες φορές αγγίζει τα όρια της βλακείας.
Πρέπει να είμαι ένας ιδιαίτερα αφελής αναγνώστης γιατί ποτέ δεν σκέφτηκα ότι οι συγγραφείς θέλουν να πουν κάτι περισσότερο απ’ αυτό που λένε. Όταν ο Φραντς Κάφκα λέει ότι ο Γκρέγκορ Σάμσα ξύπνησε ένα πρωί μεταμορφωμένος σε ένα γιγαντιαίο έντομο, δε νομίζω ότι αυτό συμβολίζει οτιδήποτε και το μόνο που πάντοτε με απασχολούσε είναι το τι είδους έντομο θα μπορούσε να είναι αυτό. Πιστεύω ότι υπήρχε πράγματι μια εποχή που τα χαλιά πετούσαν και τα πνεύματα ήταν φυλακισμένα σε μπουκάλια. Πιστεύω ότι το γαϊδούρι του Βαλαάμ μιλούσε – όπως γράφει στη Βίβλο – και για το μόνο που στεναχωριέμαι είναι που δεν ηχογραφήθηκε η φωνή του. Πιστεύω, επίσης, ότι με τον ήχο τους οι σάλπιγγες του Ιησού του Ναυή έριξαν τα τείχη της Ιεριχούς και λυπάμαι που δεν καταγράφηκε πουθενά η μουσική που τα γκρέμισε. Τέλος, πιστεύω ότι ο Γυάλινος Δικηγόρος του Θερβάντες ήταν στ’ αλήθεια από γυαλί, όπως το πίστευε κι ο ίδιος μέσα στην τρέλα του, και πιστεύω στη διασκεδαστική σκηνή όπου ο Γαργαντούας κατουράει από ψηλά τους καθεδρικούς ναούς του Παρισιού. Επιπλέον, πιστεύω ότι εξακολουθούν να συμβαίνουν παρόμοια θαύματα και ο λόγος για τον οποίον δεν τα βλέπουμε οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στον σκοταδιστικό ορθολογισμό που ενσταλάζουν μέσα μας οι κακοί καθηγητές Λογοτεχνίας.
Τρέφω μεγάλο σεβασμό και πάνω απ’ όλα νιώθω απέραντη αγάπη για τη δουλειά του δασκάλου και πονάω γιατί είναι κι αυτοί θύματα ενός συστήματος διδασκαλίας που τους βάζει να λένε βλακείες. Ένα αξέχαστο για μένα πρόσωπο είναι η δασκάλα που με έμαθε να διαβάζω στα πέντε μου χρόνια. Ήταν μία όμορφη και γνωστική κοπέλα που δεν καμωνόταν ότι ήξερε περισσότερα απ’ όσα ήταν δυνατόν να γνωρίζει και ταυτόχρονα ήταν τόσο μικρή που με το πέρασμα του χρόνου, στο τέλος έγινε μικρότερη κι από μένα. Μας διάβαζε στην τάξη τα πρώτα μας ποιήματα κι αυτά έμειναν για πάντα χαραγμένα στο μυαλό μου. Θυμάμαι με την ίδια ευγνωμοσύνη τον καθηγητή της Λογοτεχνίας στο Γυμνάσιο που μας οδηγούσε μέσα στον λαβύρινθο [στμ. «λαβύρινθος» είναι η λέξη του ισπανικού πρωτοτύπου] της καλής λογοτεχνίας χωρίς εξεζητημένες ερμηνείες. Αυτή η μέθοδος επέτρεπε σε μας τους μαθητές να μετέχουμε με τρόπο πιο προσωπικό και πιο ελεύθερο στη μαγεία της ποίησης. Συμπερασματικά, το μάθημα της Λογοτεχνίας δε θα έπρεπε να είναι κάτι παραπάνω από έναν καλό οδηγό στην ανάγνωση βιβλίων. Οποιαδήποτε άλλη πρόθεση δεν εξυπηρετεί τίποτα άλλο και απωθεί τα παιδιά. Προσωπικά, ανάγνωση, υποστηρικτική στάση, οδηγός: πιστεύω στην υποστηρικτική στάση του δασκάλου.
[Δημοσιεύτηκε στην ισπανική εφημερίδα «Ελ Παΐς» στις 27 Ιανουαρίου 1981. (https://elpais.com/diario/1981/01/27/opinion/349398006_850215.html). Πρωτότυπος τίτλος: «La poesía al alcance de los niños». Στα ελληνικά γνωρίζω μία δημοσίευση του άρθρου στο περιοδικό των Αυτόνομων Φιλοσοφικής (ΑΠΘ) «το Γκαγκάν» (sic), (τεύχος 1, Απρίλιος 1987, σσ. 14-15), με τίτλο: «Η ποίηση στη διάθεση όλων», προφανώς αλιευμένο από κάποιο άλλο έντυπο χωρίς καμία όμως πληροφορία για τον μεταφραστή ή τη δημοσίευση… Επειδή η μετάφραση εκείνη έχει λάθη και παραλείψεις, το μετέφρασα εξαρχής προσθέτοντας ορισμένες διευκρινίσεις σε όσα σημεία δεν είναι ίσως γνωστά στον Έλληνα αναγνώστη. Παρόλα αυτά είμαι ευγνώμων στον αρχικό άγνωστο μεταφραστή του άρθρου καθώς και στους Αυτόνομους Φιλοσοφικής γιατί χωρίς τη δική τους συμβολή δε θα μάθαινα ποτέ γι’ αυτό το εξαιρετικό κείμενο που το θεωρώ πάντοτε επίκαιρο.]
Αφιερώνεται στους συναδέλφους Φιλολόγους και περισσότερο στους μαθητές των Λυκείων που λίγες εβδομάδες πριν από τις πανελλήνιες εξετάσεις παλεύουν με το «ερμηνευτικό σχόλιο» του λογοτεχνικού κειμένου στην εξέταση των Νέων Ελληνικών.