You are currently viewing Γκύντερ Γκρας , Σουζάνα  (μτφρ. Γιώργος Καρτάκης)

Γκύντερ Γκρας , Σουζάνα (μτφρ. Γιώργος Καρτάκης)

Όχι πίσω από θάμνους, πίσω από την εφημερίδα El Sol κάθομαι και δεν διαβάζω. Ωστόσο, από τον αμερικάνικο τύπο, μπορεί να συμπεράνει κανείς, ότι οι φοιτητές σταμάτησαν τις απεργίες,  ο διευθυντής παραιτήθηκε και ότι επικρατεί ησυχία. Ησυχία. Δεν χρειάζεται να διαβάζω, μπορώ να φαντάζομαι, ρίχνοντας το βλέμμα μου πέρα απ΄την πάνω γωνία της εφημερίδας, ότι περιφέρομαι στον απάνεμο, περιφραγμένο με κλαδεμένα φυτά και χαμηλά τοιχία κήπο του ξενοδοχείου. Και δεν χρειάζεται να βάλω την όπισθεν, γιατί εκεί, εκεί κάθεται αυτή σε μια ψάθινη πολυθρόνα όπως κι εγώ, μόνο που αυτή κάθεται ίσα-ίσα στην άκρη, λες και αηδιάζει να γείρει το κορμί προς τα πίσω, σε αντίθεση με εμένα που έχω τεντώσει τα πόδια και νιώθω να με πληγώνει η χοντρή της πλέξη.

Κάθεται σκυμμένη, με λυγισμένο τον κορμό πάνω από τους μηρούς, με χέρια χαλαρά αιωρούμενα στα πλάγια, χέρια υπερβολικά μακριά, όπως εξάλλου τρομακτικά μακριά είναι και τα πόδια της, τα οποία – μέσα στις λευκές ως το γόνατο κάλτσες αυτής της εποχής – μοιάζουν να εκφύονται κερένια απ ’το γρασίδι. Ομοίως μακριά είναι και τα πλατινένια της μαλλιά. Κρέμονται ακύμαντα κρύβοντας, πλην της αφελώς προεξέχουσας ράχης της μύτης και της μουτρωμένης έκφρασης των χειλιών, το προφίλ της.

Παραμένει ασυγκίνητη κάτω από άγνωστα σε μένα τροπικά δέντρα, τα οποία ραίνουν το γρασίδι με μενεξεδένια άνθη. Ο ίσκιος φτενός. Μακριά, πίσω από θάμνους, ένας σερβιτόρος και στο αίθριο, κάτω απ’ τη στέγη του ξενοδοχείου, σκούζουν μέσα σε πολύχρωμα κλουβιά παπαγάλοι. Ίσως να πρόκειται για παπαγάλους, που ξαφνικά βουβαίνονται, γιατί αυτή, στην ίδια πάντα στάση, χώνει τώρα το χέρι στην ψάθινη τσάντα της, ψαρεύει κάτι σπίρτα και αρχίζει το ένα μετά το άλλο, όλα, να τα καίει. Όχι βεβιασμένα, μα αδιαλείπτως.

Τα αφήνει να καούν εντελώς, γιατί, όπως κρατά το κάθε σπίρτο με το δεξί, σαλιώνει ταυτόχρονα δυο δάχτυλα του αριστερού χεριού, για να μπορέσει να πιάσει το ήδη καρβουνιασμένο, αλλά ακόμα καυτό κεφαλάκι του. Ύστερα το φέρνει σε οριζόντια θέση και το αφήνει να καεί, μέχρι να κυρτώσει.

Να, τώρα ανάβει το επόμενο. Τώρα βρέχει με σάλιο δυο δάχτυλα του αριστερού χεριού. Τώρα το σπίρτο κυρτώνει. Τώρα… εξήντα εννέα φορές. Και κάθε μια διαφορετική. Τις μέτρησα. Τώρα κάθεται πάλι ακίνητη ή εξουθενωμένη με κρεμασμένα χέρια. Τώρα έρχεται ο αρχισερβιτόρος με ένα καφετί ποτό, μάλλον κόκα κόλα, από το οποίο εκείνη ψαρεύει με τα δυο δάχτυλα του αριστερού χεριού τα παγάκια. Τώρα σκουπίζει τα παγάκια από τη λακαρισμένη μεταλλική επιφάνεια του τραπεζιού να πέσουν στο διπλανό παρτέρι. Τώρα πίνει λίγο. Τώρα σηκώνεται φέρνοντας αρχικά σε όρθια θέση τους μηρούς και ακολούθως διασχίζει εγκάρσια τον κήπο του ξενοδοχείου, χωρίς να κοιτάξει γύρω, φορώντας το λινό εν είδη πουκαμίσας ένδυμά της, ενώ απ’ όλες τις μεριές πηδάνε ηλικιωμένοι άνδρες απ΄ τους θάμνους και πάνω απ’ το τοιχίο.

Γύρω από την ψάθινη πολυθρόνα παλεύω με τους γέρους για λίγα στραβοκαμμένα σπίρτα. Βρίζουμε και ζοριζόμαστε. Έξι ολόκληρα και μερικά σπασμένα καταφέρνω να κατακτήσω, τα φυγαδεύω στο δωμάτιο μου και τα κάνω λιώμα πάνω στο μάρμαρο της σιφονιέρας. –

 

 

 

 

 

 

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.