Αστυνομικού μυστηρίου με κοινωνικά στοιχεία θα μπορούσε να χαρακτηριστεί το νέο αυτό βιβλίο της Ζέτα Κουντούρη. Απέχει όμως πολύ από τα καθαρόαιμα αστυνομικά βιβλία, καθώς δεν εστιάζει στην έρευνα του ντεντέκτιβ ή του αστυνομικού αλλά στην ψυχολογία και στα προβλήματα της ηρωίδας.
Το θέμα του είναι οι οικογενειακές σχέσεις, μέσα από τη συγκεκριμένη ιστορία, που το διαπραγματεύεται με απολαυστικά οικείο τρόπο, καθώς κομμάτια από αυτά που περιγράφει μπορεί να είναι τμήματα και της ζωής των αναγνωστών ή γνωστών και φίλων τους. Είναι μυθιστόρημα διαπροσωπικών σχέσεων. Έρωτας, οικογενειακός εγκλωβισμός και κοινωνικές συμβάσεις είναι τα θέματά της.
Υπάρχει μια μυστηριώδης εξαφάνιση και μια σειρά ηρώων που συνδέονται με οικογενειακές, ερωτικές και φιλικές σχέσεις, που διαλύονται και καταρρέουν κάτω από το βάρος ένοχων μυστικών και δύσκολων περιστάσεων, σε μια πολύ καλά στηριγμένη ιστορία, καθώς στην αρχή μας γνωρίζει και μας θεμελιώνει τους χαρακτήρες και στη συνέχεια περνάει στη δράση και στις ανατροπές.
Η Μιράντα αισθάνεται εγκλωβισμένη σε έναν αποτυχημένο γάμο και στις οικογενειακές υποχρεώσεις της, ενώ η εξαφάνιση του συζύγου της την οδηγεί σε μια διαρκώς επαπειλούμενη κατάσταση ανασφάλειας, αλλά και σε υπαρξιακή κρίση. Προσπαθεί να ξαναχτίσει τη ζωή της, καθώς τα μυστικά, που αποκαλύπτονται σταδιακά, την οδηγούν στην αυτογνωσία και στην αυτοσυνειδησία.
Έντονα περιπετειώδες το βιβλίο, εστιάζει εκεί το ενδιαφέρον του, με αδρά χαρακτηριστικούς χαρακτήρες. Τα μικρά σχετικά κεφάλαια του, χωρίς περιττολογίες, κρατούν αμείωτη την ένταση, χωρίς να κάνουν ποτέ κοιλιά. Είναι ένα μυθιστόρημα που διαβάζεται χωρίς ανάσα. Στηρίζεται στην απόλαυση της αφηγηματικής περιγραφής, την περιγραφική άνεση, με καλά δομημένες προτάσεις, χωρίς περίπλοκα σχήματα που θα μπέρδευαν, με μια γραφή στρωτή και ξεκούραστη, χωρίς πολυσχιδείς εγκεφαλικότητες και περιττούς συναισθηματισμούς, καθώς επικεντρώνεται στην ουσία. Οι τίτλοι των κεφαλαίων της είναι πολύ κατατοπιστικοί, διευκολύνοντας την ανάγνωση, και εναρμονίζονται με τις γενικότερες προθέσεις της συγγραφέως να μας καταθέσει ένα κείμενο που ρέει και διαβάζεται χωρίς ανάσα. Το βιβλίο έχει σαφή αρχή, μέση και τέλος. Χρόνια είχα να διαβάσω τόσο απορροφημένος ένα τόσο ευχάριστο, ευανάγνωστο βιβλίο, που ταυτοχρόνως να διαθέτει ποιότητα λόγου.
Ας δοκιμάσουμε να το αναλύσουμε με βάση την αφηγηματολογία, γιατί, όπως θα φανεί και παρακάτω, προσφέρεται για αυτό, καθώς είναι κατασκευασμένο με άριστα φορμαλιστικό τρόπο.
Με βάση τη διάκριση πλοκής/ ιστορίας έχουμε να πούμε τα παρακάτω: Ενώ η ιστορία μοιάζει απλή, ένας αποτυχημένος γάμος, ο σύζυγος, ο εραστής, μια μυστηριώδης εξαφάνιση και τέλος η αποκάλυψη και η λύση του μυστηρίου, η πλοκή είναι το συγκριτικό πλεονέκτημα του μυθιστορήματος, δηλαδή ο τρόπος και η σειρά παρουσίασης των γεγονότων, που κινούν το ενδιαφέρον. In medias res ξεκινάει η αφήγηση και μετά γυρνάει στο παρελθόν, είτε σε ολόκληρες ενότητες που παρεμβάλλονται (μέρος δεύτερο, μέρος τέταρτο), είτε με σύντομα flashback, συμπληρώνοντας σταδιακά τις ψηφίδες που λείπουν. Τα χρονικά άλματα γίνονται από ενότητα σε ενότητα (παρεμβάλλεται το τρίτο μέρος), δημιουργώντας έτσι αφηγηματική ποικιλία στη γραφή, που δεν είναι επίπεδη και γραμμική. Στοιχεία ανάκατα συρρέουν, τα οποία καλούμαστε να τα βάλουμε σε τάξη, τόσο εμείς, όσο και η ηρωίδα. Οι ψηφίδες αυτές παρεμβάλλονται και σε εγκιβωτισμένες αφηγήσεις του παρελθόντος.
Κτίζει μια οργανωμένη πλοκή, φροντίζοντας να ξετυλίγεται σταδιακά, αποκρύπτοντας τεχνηέντως στοιχεία, για να μας τα αποκαλύψει την κατάλληλη στιγμή, δημιουργώντας σασπένς και σωστά στηριγμένες ανατροπές –κάτι στο οποίο υστερούν πολλά άλλα περιπετειώδη βιβλία. Υπάρχει διαρκής διάχυση υπαινικτικών στοιχείων, που εγείρουν τη φαντασία και το ενδιαφέρον του αναγνώστη και τον οδηγούν σε εικασίες για τη λύση του μυστηρίου. Η Κουντούρη είναι άριστη γνώστρια των τεχνικών της σταδιακής αποκάλυψης της αλήθειας. Έχει υπομονή στο στήσιμο της υπόθεσης και ξέρει να μπαίνει στη θέση του αναγνώστη, με ταυτόχρονη ενσυναίσθηση των ηρώων της. Έτσι πετυχαίνει την ενεργό συμμετοχή στην ανάγνωση και όχι μια ράθυμη καταβύθιση.
Παρατηρούμε ότι χρησιμοποιεί με άνεση και αυθορμητισμό ένα επιτυχημένο κράμα μίμησης και διήγησης που αναμιγνύονται διαρκώς ακόμα και μέσα στα ίδια τα κεφάλαια. Πράγματι, κανένα κεφάλαιο της δεν είναι απόλυτα μιμητικό και ακόμα και σε κεφάλαια κατεξοχήν μιμητικά παρεμβάλλονται διηγήσεις και επεξηγήσεις (π.χ. «Άνοιγμα φακέλων», σσ.105-112, στη σ.106 «Ενοχλήθηκε… ίδιους»). Το αποτέλεσμα με τη διήγηση είναι η σφαιρική κάλυψη της ψυχολογίας, της ζωής των ηρώων και η παράθεση επεξηγήσεων, που πετυχαίνουν τον βασικό στόχο γραφής, να κάνουν άνετη και ευχάριστη την ανάγνωση, που σε κανένα σημείο δε σκαλώνει και δεν γίνεται κουραστική. Από την άλλη η μίμηση συνεισφέρει στο σασπένς και στη φυσικότητα της γραφής.
Χρησιμοποιεί τριτοπρόσωπη αφήγηση και μπαίνει ελεύθερα στο μυαλό και τα συναισθήματα περισσοτέρων του ενός χαρακτήρων. Η σειρά όμως παραθέσεων των στοιχείων, καθώς με μαεστρία αποκαλύπτει μόνο αυτά που επιθυμεί κάθε φορά, κατασκευάζουν την καλοδουλεμένη πλοκή. Ας μη συνεχίσω όμως με κουραστικές τεχνικές λεπτομέρειες.
Επιλογικά, έργο υποδειγματικού σασπένς και πλοκής, με καλοδουλεμένους χαρακτήρες, είναι αυτό το βιβλίο της Ζέτας Κουντούρη.