… εν τη ερήμω
1
Κάθε ‘μέσος άνθρωπος’, οπαδός αυτών των ηγετών που έχουμε όφειλε να είχε δει σε αυτούς τη δικιά του κατώτερη προσωπικότητα, τα δικά του ελαττώματα, τον δικό του χειρότερο εαυτό, τον δικό του εσωτερικό κίνδυνο. Αλλά πώς να συμβεί αυτό αφού οι ίδιοι οι ηγέτες τους δεν το βλέπουν, αφού οι ίδιοι κολακεύουν όλα αυτά και τα κεντρίζουν για δική τους ωφέλεια, αφού οι ίδιοι κάνουν τα πάντα για να προσελκύσουν τις προβολές των οπαδών; Διότι το άτομο, με ένα μηχανισμό προβολής, μεταφέρει στο κράτος και στην έννοιά του και στους ηγέτες, είτε άμεσα είτε έμμεσα, τις ελλείψεις του, τις επιθυμίες του, τις ασυνείδητες διαρθρώσεις του και ιδιαίτερα τις απαιτήσεις του για τελειότητα και ολότητα. Αυτό γίνεται με τα τεχνάσματα των πολιτικών και την πολιτική προπαγάνδα, που χρησιμεύουν ως φορείς για την προβολή, με τη βοήθεια των ΜΜΕ. Και σε μια κατάσταση προβολής δεν υπάρχει καθόλου θέση για συνείδηση, λογική, κρίση και ανθρωπιά.
2
Αν όμως έχουμε να κάνουμε με ψυχολογικές προβολές, τότε πρέπει να υπάρχει πίσω τους ένα ψυχικό αίτιο. Είναι δύσκολο να υποθέσει κάποιος ότι μια τέτοια κατάσταση, σε εθνική ή ακόμα και παγκόσμια κλίμακα, είναι απλώς τυχαία και δεν έχει καμιά απολύτως σημασία. Ουσιαστικά βασίζεται σε ένα πανταχού παρόν συγκινησιακό υπόστρωμα, σε μια ψυχολογική κατάσταση κοινή σε όλο το έθνος ή όλους τους ανθρώπους, σε όλα τα στοιχεία του κοινωνικοπολιτικού συστήματος. Η βάση αυτής της κατάστασης είναι μια συγκινησιακή ένταση, η οποία προέρχεται από μια συλλογική αθλιότητα, κίνδυνο ή ζωτική ψυχική ανάγκη. Αυτή η κατάσταση είναι αναμφισβήτητα παρούσα σήμερα και κεντρίζεται από τις εντάσεις της διεθνούς και εσωτερικής πολιτικής.
3
Ο ορθολογισμός λειτουργεί μόνο όσο η συγκινησιακή ένταση της κατάστασης δεν υπερβαίνει ένα κρίσιμο σημείο, διαφορετικά δεν μπορεί πια η λογική να φέρει κανένα αποτέλεσμα και τη θέση της παίρνουν τα συνθήματα, οι χιμαιρικές επιδιώξεις και οι ανεξέλεγκτες επιθυμίες. Η κατάληξη είναι η ομαδική ανισορροπία, που γρήγορα μεταβάλλεται σε ψυχική επιδημία. Το σχετικά μικρό ποσοστό του πληθυσμού που αντιπροσωπεύει αυτή η κατάσταση, αντισταθμίζεται από το γεγονός ότι τα άτομα αυτά είναι ιδιαίτερα επικίνδυνα. Η νοητική τους κατάσταση είναι αυτή του εξημμένου πλήθους, που άγεται και φέρεται από θυμικά κριτήρια και ευσεβείς πόθους. Σε μια τέτοια κατάσταση υπάρχουνε πάντα και οι προσαρμοσμένοι, που νιώθουν άνετα μέσα σε αυτήν, γνωρίζουνε τη γλώσσα της και ξέρουνε πώς να τη χειριστούν. Οι χιμαιρικές τους ιδέες, υποδαυλιζόμενες από φανατική μνησικακία, αρέσουν στον συλλογικό παραλογισμό και βρίσκουν γόνιμο έδαφος σε αυτόν. Εκφράζουν όλα εκείνα που καιροφυλακτούν πίσω από το κατώφλι της συνείδησης, της λογικής και της κρίσης. Γι’ αυτό, παρ’ όλο που αποτελούν μειονότητα στο σύνολο του πληθυσμού, είναι επικίνδυνες εστίες μόλυνσης –ας δούμε, για παράδειγμα, τι συμβαίνει σήμερα με τους αντιεμβολιαστές και άλλους.
4
Τρεις φαίνεται πως είναι οι λύσεις, για την εκτόνωση των τάσεων κυριαρχίας και των επιθετικών ενστίκτων σε ένα λαό, ώστε να μην ανατραπεί η ισορροπία του κοινωνικοπολιτικού συστήματος και καταστραφεί:
(α) Ο εξωτερικός πόλεμος.
(β) Η εσωστροφή και εξιδανίκευση αυτών των τάσεων, και
(γ) Η εσωτερική διαμάχη, από τη δημοκρατική αντιπαράθεση μέχρι τον εμφύλιο πόλεμο.
Η πρώτη λύση είναι καταστροφική, αν και υιοθετήθηκε πολλές φορές μέσα στην ιστορία. Η δεύτερη είναι πολύ δύσκολη, αν όχι ανέφικτη σε μεγάλη κλίμακα, γιατί δεν υπάρχει η κατάλληλη παιδεία και καθοδήγηση.
Έργο της παιδείας, μεταξύ άλλων, πρέπει να είναι και η αποκατάσταση και διατήρηση της ενότητας του ατόμου και του κοινωνικοπολιτικού συστήματος. Σκοπός της παιδείας δεν μπορεί να είναι μόνο η παραγωγή ορθολογιστών, εξειδικευμένων, τεχνικών κ.α., που χωρίς να γνωρίζουνε την προέλευσή τους και τη βάση τους ως όντα, πέφτουν απότομα μες στο παρόν και συντελούν στον εκτροχιασμό, την ανισορροπία και την καταστροφή του συστήματος. Στη θέση του συγκεκριμένου ατόμου έχουμε, σιγά-σιγά, τα ονόματα των οργανώσεων και στην κορυφή την αφηρημένη έννοια του κράτους ως αρχής της κοινωνικοπολιτικής πραγματικότητας. Τότε το κράτος σφετερίζεται το σύστημα και η πρακτική πολιτική του υποκαθιστά την ευθύνη του ατόμου που αφήνεται να κυβερνηθεί και να εκπαιδευτεί όπως άλλοι αποφασίζουν. Και εκείνη που αποφασίζει τι πώς θα διδαχτεί συλλογικά είναι η κρατική πολιτική που παρέχει, άνωθεν κατευθυνόμενη, αμορφωσιά, άγνοια, αμάθεια.
5
Έτσι μένει η τρίτη λύση, αυτή της δημοκρατικής λειτουργίας του συστήματος. Αλλά και σε αυτήν υπάρχουν κανόνες παιχνιδιού, κριτήρια, στρατηγικές, χρονικοί ρυθμοί και όρια, δηλαδή πλαίσιο αναφοράς. Γιατί, αν κάποιος βάλει στο μυαλό των στοιχείων του ενός παράγοντα ότι οι άλλοι είναι λυσσασμένοι δαίμονες που θέλουν το κακό τους, τότε πολύ εύκολα περνάμε από τη δημοκρατική αντιπαράθεση στον εμφύλιο πόλεμο. Οι δυνάμεις που κινητοποιούνται, οι ηγέτες που τις ελέγχουν, και η αδυναμία των ατόμων να αντιληφθούνε τι ακριβώς συμβαίνει, δείχνουν ότι είμαστε σε ένα πολύ επικίνδυνο δρόμο. Όλα αυτά θα απομακρυνθούν και η κρίσιμη κατάσταση θα περάσει μόνον αν η ιδέα της νίκης ή της ήττας χάσει, κάποια στιγμή, το νόημά της ανάμεσα στους πόλους του συστήματος, ανάμεσα στον λαό, μόνον αν επικρατήσει η ανθρώπινη φιλικότητα, μόνον αν ο ανταγωνισμός γίνει συναγωνισμός, μόνον αν οδηγηθούμε να δούμε τα σφάλματα και τα ελαττώματα στους ίδιους μας τους εαυτούς και όχι στους γείτονες και στους πολιτικούς μας αντιπάλους, μόνον αν βοηθηθούμε να αποκτήσουμε συνείδηση των προβλημάτων μας, μόνον αν αντιληφθούμε ότι η αληθινή δημοκρατία είναι ένα σύστημα που στηρίζεται στην ατομική ανθρώπινη φύση έτσι όπως πραγματικά είναι
6
Όλες όμως αυτές οι υποθέσεις καθυστερούν πολύ, γιατί οι ηγέτες πιστεύουν στην εξουδετέρωση του ατόμου και στην ενίσχυση του κράτους. Αλλά αυτό είναι σφάλμα, γιατί το άτομο είναι ο φορέας της ζωής και του νου και, με αυτό τον τρόπο των ηγετών, το σύστημα μεταπίπτει σε κατάσταση απολιθώματος. Η ποιότητα και του κράτους, αλλά και του ίδιου του κοινωνικοπολιτικού συστήματος, εξαρτάται από την ποιότητα και τη γενική κατάσταση των στοιχείων του, δηλαδή των ατόμων, αφού αποτελείται από άτομα και οργανώσεις ατόμων, και των σχέσεών τους. Αυτή την απλή αλήθεια δεν δείχνουν να την καταλαβαίνουν ούτε οι ηγέτες ούτε η κοινή γνώμη. Το κράτος καθαυτό είναι νοητική σύλληψη, μια αφαίρεση και όχι δεικνυόμενο ον, το κράτος δεν είναι κανένα υπερ-σύστημα ούτε κανένα υπερ-ον προικισμένο με ανώτερη νοημοσύνη και δυνάμεις. Κάθε λαός έχει το κράτος και την κυβέρνηση που του αντιστοιχεί τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, γιατί το κράτος είμαστε εμείς. Το κράτος μάλλον δεν μπορεί να πετύχει πράγματα που δεν συμφωνούν με τις δυνατότητες, και δεν μπορούν τελικά να πετύχουν, τα άτομα που το αποτελούν. Το κράτος δεν είναι κάποιο αυτοοργανούμενο σύστημα, ώστε να είναι ανώτερο από το άθροισμα των μερών του, μάλλον κατώτερο είναι. Όμως υπάρχουνε ηγέτες και οργανώσεις και πλήθη που έχουνε ιδέες περί κράτους και όχι περί του ατόμου. Τότε αρχίζει η επικίνδυνη ροπή προς τη μαζική συμπεριφορά, τότε φτάνουμε σε αφύσικες υπερβολές και τότε ακριβώς κινητοποιούνται εξισορροπητικές δυνάμεις απάνθρωπες και ανεξέλεγκτες, τότε κατακλυζόμαστε από δαίμονες του ολοκληρωτισμού. Και μπορεί να τεθεί το ερώτημα προς όλους αυτούς, ηγέτες, οργανώσεις, οπαδούς: Ποια είναι η κατάσταση, ψυχική, νοητική, ηθική, αυτών που κεντρίζουν, κολακεύουν και χρησιμοποιούν αυτές τις απάνθρωπες δυνάμεις; Είναι ικανοί να αντιμετωπίσουνε το τεράστιο πρόβλημα των πολύ πιθανών συνεπειών ή θα κάνουν απλώς ευχολόγια για πάγωμα των παθών που αυτοί οι ίδιοι δημιούργησαν; Το μόνο που ελπίζει κάποιος είναι οι άνθρωποι της ερήμου να αρχίσουν να ακούν τη ‘μυστική βοή των πλησιαζόντων γεγονότων’.