Αυτός που ξέρει δεν μιλά.
Αυτός που μιλά δεν ξέρει.
Το λεγόμενο κοάν είναι πρόβλημα που δεν έχει ούτε λεκτικό ούτε λογικό αντίκρισμα και το χρησιμοποιεί ο Δάσκαλος του Ζεν για να βοηθήσει τον Μαθητή να απελευθερωθεί από τον συνήθη τρόπο σκέψης. Το κοάν, στη σημερινή του μορφή, μπορεί να είναι ερώτηση, δήλωση, ανέκδοτο παλιού Δάσκαλου, σύντομος διάλογος ανάμεσα στον Δάσκαλο και στον Μαθητή. Όλα αυτά χρησιμοποιούνται για να προβληματοποιήσουν τον Μαθητή και να ανοίξουν τον νου του στην άμεση αντίληψη της πραγματικότητας. Το κοάν είναι, λοιπόν, μια τεχνική μακροπρόθεσμης διαδικασίας επίλυσης προβλήματος, που επινόησαν οι μεταγενέστεροι Δάσκαλοι του Ζεν για να βοηθήσουν στην εξέλιξη της συνείδησης και του νου των Μαθητών τους. Δυο απλά παραδείγματα κοάν, από τα πιο γνωστά, είναι και τα εξής:
(ι) Ποιο είναι το αρχικό σου πρόσωπο πριν γεννηθείς;
(ιι) Ποιος είναι ο ήχος του ενός χεριού που χειροκροτεί;
Ένα κοάν δίνεται στον αρχάριο Μαθητή για να αντιληφθεί ότι ο τρόπος που βλέπει την πραγματικότητα, είτε ως αυτονόητη, είτε ως λογική, είτε ως μη-λογική, δεν είναι απαραίτητα σωστός, ούτε τον βοηθάει στην πνευματική του ανάπτυξη. Αφού το καταλάβει αυτό, ο Μαθητής μπορεί να ασχοληθεί με το ίδιο το ερώτημα και να κατορθώσει να εισχωρήσει στην αλήθεια που κρύβεται πίσω του. Σκοπός του κοάν είναι να αναγκάσει τον Μαθητή να αποκτήσει ενεργητική και ερευνητική στάση. Ύστερα, ο Μαθητής πρέπει να συνεχίσει να ερευνά, ώσπου να φτάσει στα όρια της νόησής του, όπου δεν του απομένει πια παρά να τα ξεπεράσει. Αυτή ακριβώς η εγκατάλειψη και του τελευταίου δεσμού με τη συνήθη νοητική του κατάσταση, οδηγεί τον Μαθητή στην αντίληψη του ‘αρχικού του προσώπου’, δηλαδή της ολότητας του δικού του, και συγχρόνως πανανθρώπινου, εσώτερου εαυτού. Σήμερα, λοιπόν, το κοάν χρησιμοποιείται ως πρόβλημα για εκκίνηση, δίνει την αρχική ώθηση. Η κίνηση του νου του Μαθητή είναι στην αρχή η συνήθης, δηλαδή λίγο ώς πολύ μηχανιστική, με δεδομένα και αναφορές, όμως στη συνέχεια αποκτά τον τόνο που απαιτείται για την ωρίμανση της συνείδησης. Το κοάν δρα ως καταλύτης και, όταν υπάρχουν οι κατάλληλες συνθήκες, ο νους ξεδιπλώνεται στην πλήρη και άμεση αντίληψη της πραγματικότητας. Η χρησιμοποίηση του κοάν για τη διάνοιξη του νου είναι χαρακτηριστικό του σύγχρονου Ζεν και, επίσης, του σύγχρονου τρόπου διδασκαλίας στον Δυτικό κόσμο. Στο δεύτερο κοάν βλέπει κάποιος ότι, κανονικά, ήχος ακούγεται μόνο όταν και τα δυο χέρια χειροκροτήσουν και, έτσι, το ένα χέρι δεν μπορεί να βγάλει κανένα ήχο. Το κοάν αυτό, όμως, θέλει να χτυπήσει τη ρίζα της κοινής καθημερινής εμπειρίας, που στηρίζεται σε λογική και, παραπέρα, επιστημονική βάση. Αυτή η βασική απόρριψη είναι απαραίτητη για να εδραιωθεί νέα τάξη πραγμάτων με θεμέλιο την άμεση αντίληψη, γι’ αυτό τα κοάν έχουν αυτή τη φαινομενικά αφύσικη και παράλογη μορφή. Σκοπός του κοάν είναι να συνθέσει ή υπερβεί τη διττότητα του νου, ο οποίος βρίσκεται φυλακισμένος στη σχετικότητα και αναφορικότητα και στα έτοιμα δεδομένα της πραγματικότητας και, επομένως, στην πολλαπλότητα και επιφανειακότητα.
Αυτά τα κοάν δεν είναι εντελώς χωρίς νόημα, ακόμα και αν τα δούμε από την πλευρά του κοινού νου ή της λογικής. Όμως, το να δώσουμε συμβολικές, μεταφυσικές, φιλοσοφικές ή οποιεσδήποτε άλλες ερμηνείες, δεν είναι σύμφωνο με τη φύση του Ζεν, η οποία δεν έχει καμιά σχέση με όλα αυτά. Το Ζεν έχει τον δικό του κόσμο και αποτελεί κάτι το διαφορετικό. Δεν περιέχει αντιθέσεις του τύπου αντικείμενο – υποκείμενο ή εσωτερική σκέψη – εξωτερικός κόσμος. Αν το κοάν ήταν δήλωση διανοητική ή γενικά εννοιολογική, τότε θα μπορούσαμε να κατανοήσουμε το νόημά της με την ορθολογιστική αλυσίδα των εννοιών που περιέχονται σε αυτό και ίσως υποθέταμε ότι λύσαμε τελικά το πρόβλημα. Αλλά δεν είναι αυτό το πνεύμα και ο σκοπός του Ζεν. Το κοάν είναι φτιαγμένο έτσι, και λειτουργεί σε τέτοιο πλαίσιο, ώστε να εισδύει σε εκείνες τις περιοχές του νου, που είναι απρόσιτες στη λογική ανάλυση. Όταν ο νους ξεπεράσει τους περιορισμούς που θέτουμε με τις εννοιολογικές κατηγορίες και ωριμάσει, τότε αποκαλύπτεται το νόημα του κοάν και χωρίς άλλες ερωτήσεις είναι κάποιος βέβαιος ότι γνωρίζει άμεσα την πραγματικότητα. Έτσι, το κοάν είναι γενικά φτιαγμένο με τέτοιο τρόπο, ώστε να αποκλείει την ορθολογιστική προσπέλαση. Αφού ο Μαθητής παρουσιάσει μερικές φορές τις απόψεις του στον Δάσκαλο, είναι βέβαιο ότι κάποια στιγμή θα εξαντληθούν τα επιχειρήματά του και αυτό ακριβώς το κλείσιμό του σε αδιέξοδο είναι ουσιαστικά η αφετηρία για τη μελέτη του Ζεν.
Φαίνεται πως υπάρχουν ανενεργές, άγνωστες και ανεξερεύνητες περιοχές στον ανθρώπινο εγκέφαλο, με σχετικές επιπτώσεις στη νόηση. Αυτά όλα βρίσκονται πέρα από τη συνήθη, σχετική συνειδητότητα και ίσως δεν είναι σωστό να ονομάζουμε αυτές τις περιοχές υπο-συνείδητο ή υπερ-συνείδητο. Η λέξη «πέρα» χρησιμοποιείται επειδή διευκολύνει κάποια εντόπιση, δημιουργεί μια εικόνα. Αλλά δεν υπάρχει κανένα πέρα ή υπό ή υπέρ στη συνείδηση. Ο νους είναι αδιαίρετο συνεχές και δεν μπορεί στην ουσία να κοπεί σε κομμάτια. Η λεγόμενη terra incognita είναι το αναγκαστικό κατέβασμα του Ζεν στον συνηθισμένο τρόπο ομιλίας, γιατί όλοι οι γνωστοί τομείς της συνείδησης είναι γεμάτοι από εννοιολογικές κατηγορίες και για να απαλλαγούμε από αυτές, πράγμα απαραίτητο για να ωριμάσει η εμπειρία της άμεσης αντίληψης, ο Δάσκαλος του Ζεν αναφέρεται σε κάποια άγνωστη και απρόσιτη περιοχή του νου. Αν και ουσιαστικά δεν υπάρχει τέτοια περιοχή, μιλάμε γι’ αυτή ως να υπήρχε, για να γίνει πιο εύκολα κατανοητή. Όταν το κοάν καταλύσει τα εμπόδια που φράζουν τον δρόμο προς την άμεση αντίληψη, τότε αντιλαμβανόμαστε ότι δεν υπάρχουν άγνωστες περιοχές και κρυμμένες πτυχές του νου και όλη αυτή η ιστορία δεν παρουσιάζει τίποτα το μυστηριώδες.
Το κοάν, λοιπόν, δεν είναι ούτε γρίφος ούτε έξυπνη παρατήρηση, αλλά έχει καθορισμένο σκοπό, δηλαδή τα προβλήματα κοάν συνιστούν ένα σύστημα που επινοήθηκε σκόπιμα για τη δημιουργία αμφιβολίας και την εξώθησή της στα ακραία της όρια. Ένα πρόβλημα, που εδράζεται σε λογική βάση, είναι προσιτό στη λογική. Όλες οι δυσκολίες και οι αμφιβολίες διαλύονται, αν ακολουθήσουμε το φυσικό ρεύμα των εννοιών και ιδεών. Το κοάν, όμως, μοιάζει με φράγμα, το οποίο φράζει αυτό τον δρόμο και δεν αφήνει καμιά ορθολογική προσπάθεια να περάσει. Όταν λέγεται το κοάν για το «αρχικό πρόσωπο» ή αυτό για τον «ήχο του ενός χεριού που χειροκροτεί», δεν υπάρχει τρόπος λογικής προσέγγισης. Νιώθει κάποιος ότι η κίνηση της σκέψης αναχαιτίζεται ξαφνικά. Διστάζει, αμφιβάλλει, ταράζεται, ξαφνιάζεται και δεν γνωρίζει πώς να περάσει το φράγμα, που φαίνεται απροσπέλαστο. Όταν φτάνει κάποιος στο κορύφωμα αυτό, τότε ολόκληρη η υπόστασή του ρίχνει όλο το βάρος της άμεσα και ανεπιφύλακτα πάνω στο φράγμα αποφασισμένη να βρει διέξοδο, δίχως να σκέπτεται τη διττότητα αυτό – εκείνο, εγώ – μη εγώ κ.τ.ό. Αυτό ακριβώς το πέσιμο με όλο του το είναι πάνω στο φράγμα του κοάν, ανοίγει ξαφνικά μια περιοχή του νου άγνωστη ώς τότε στο άτομο. Αυτό συνιστά το διανοητικό ξεπέρασμα των ορίων του λογικού δυαδισμού, αλλά συγχρόνως είναι και η αφύπνιση μιας άμεσης αντιληπτικής αίσθησης, η οποία επιτρέπει στον άνθρωπο να αντιληφθεί τη φυσική λειτουργία των πραγμάτων. Αυτή η ξαφνική φώτιση είναι μια ολιστική λειτουργία του όλου νου στο σύνολό του. Είναι βέβαια μια λειτουργία αντίληψης, αλλά υπέρτατης τάξης. Εδώ έγκειται η αξία του προβλήματος κοάν, γιατί δίνει την ακλόνητη πεποίθηση και την εγκυρότητα ότι πραγματικά υπάρχει κάτι που υπερβαίνει τη διανόηση και τις εννοιολογικές της κατηγορίες και συνιστά ζωντανό βίωμα. Όταν σπάσει το φράγμα του κοάν και ξεπεραστούν τα νοητικά εμπόδια που εμείς έχουμε θέσει, επιστρέφει κάποιος στην καθημερινή αίσθηση και συνείδηση, όπου όλα φαίνονται όπως πρώτα. Ένας τομέας, όπως το Ζεν και το κοάν, που φάνταζε μακρινός και μυστηριώδης, γίνεται τώρα κάτι που το περιδιαβαίνουμε καθημερινά. Όταν αναδύεται κάποιος από την ξαφνική φώτιση, βλέπει μπροστά του το γνωστό περιφερειακό και επιφανειακό κόσμο με την ποικιλία της πολλαπλότητάς του, τα διάφορα αντικείμενα και τη λογική του και του φαίνονται ότι έτσι είναι καλά.
Το Ζεν προσπαθεί να συλλάβει τη ζωή στη δυναμικότητά της και όχι να σταματήσει τη ροή της και να την ατενίζει ή να τη μελετάει ως ένα παγωμένο αντικείμενο. Η συνεχής παρουσία προβλημάτων ή κοάν στη νόησή μας, κρατάει τον νου σε διαρκή εγρήγορση, απασχόληση και κίνηση. Η αιφνίδια φώτιση έρχεται μέσα σε αυτή την κίνηση και δυναμικότητα και όχι με το σταμάτημα της κίνησης, όπως διατείνονται μερικοί. Επίσης, θα μπορούσε να ρωτήσει κάποιος το εξής: Αν το Ζεν υπερβαίνει τα όρια της διανόησης, τότε πώς μπορεί να έχει σύστημα και προβλήματα/ κοάν; Για την ακρίβεια, δεν θα μπορούσε να έχει τίποτα από αυτά, αφού οι έννοιες του συστήματος και του προβλήματος είναι από μόνες τους περιοριστικές, διανοητικές και μεθοδολογικές. Για να διατηρήσει τη συνέπειά του, το Ζεν θα έπρεπε να παραμείνει μια εμπειρία, η οποία να αποκλείει καθετί που θυμίζει σύστημα, περιορισμό, πειθαρχία, πρόβλημα. Έτσι, το κοάν αποτελεί αντίφαση και θεωρητικά αυτό είσαι σωστό. Γι’ αυτό, η άμεση εμπειρία του Ζεν δεν αναγνωρίζει μεθόδους. Αλλά μιλάμε για σύστημα και επίλυση προβλήματος κοάν, μόνο όταν εξετάζουμε ακαδημαϊκά την πρακτική, συμβατική πλευρά του Ζεν. Αυτό το κείμενο γράφεται ως αναφορά στο Ζεν, ως σύμβαση και συγκατάβαση, παρουσιάζει το Ζεν και το κοάν με λεκτικό τρόπο, δεν είναι το ίδιο Ζεν. Δεν πρέπει να κρίνει κάποιος το Ζεν από την περιφέρεια και την επιφάνεια των πραγμάτων, αλλά επιστρέφοντας στο κέντρο. Οι όροι σύστημα, πρόβλημα, ορθολογισμός, συνέπεια, αντίφαση κ.τ.ό. ανήκουν στην επιφάνεια και σε συμβατικά πλαίσια. Για να κατανοήσουμε και βιώσουμε το Ζεν, πρέπει να αναποδογυρίσουμε την τάξη που βάζει η συνείδηση στην πραγματικότητα και αυτό το αναποδογύρισμα είναι απαραίτητο στο Ζεν. Αντινομίες και αντιφάσεις στο πλαίσιο της λογικής και του λόγου, δεν εμποδίζουν καθόλου τη συστηματοποίηση και συμφωνία σε πραγματικό επίπεδο. Άλλωστε, δεν υπάρχει σύστημα χωρίς εσωτερική αντίφαση για να το ρυθμίσει. Τα προβλήματα του Ζεν είναι ζωντανά και δυναμικά στον πυρήνα τους και αν κατορθώσουμε να τα αγγίξουμε, ολόκληρο το σύμπαν θα βγει από την παγιοποιημένη κατάσταση και τον κατακερματισμό, που το έχει φέρει η λογική ανάλυση.