«Η συνέπεια της αδιαφορίας των πολιτών για τα κοινά
είναι η δημιουργία διεφθαρμένων κυβερνήσεων».
Πλάτων
I
Ο Σεφέρης πηγαίνει εκδρομή στο ‘ωραίο Σούνιο’ τη μέρα του Ευαγγελισμού του 1971 και ανάμεσα στα άλλα βλέπει τους κίτρινους αγκαθωτούς ασπάλαθους. Το όνομα του θάμνου, μια λέξη ‘χαμένη στου μυαλού τ’ αυλάκια’, φωτίζει τη μνήμη και καταστρέφει τη φαινομενική γαλήνη. Συνειρμικά ο νους οδηγείται στον τύραννο Αρδιαίο. Το βράδι ο Σεφέρης βρίσκει τη σχετική πλατωνική περικοπή (Πολιτεία 616) και αρχίζει να γράφει το ποίημα ‘Επί Ασπαλάθων’ για να το ολοκληρώσει λίγες μέρες αργότερα στις 31 Μαρτίου 1971. Ο ποιητής καταλήγει σε μήνυμα αισιοδοξίας προμαντεύοντας το τέλος του τυραννικού καθεστώτος.
ΙΙ
Γ. Σεφέρης/ “Επί Ασπαλάθων…”
Ήταν ωραίο το Σούνιο τη μέρα εκείνη του Ευαγγελισμού
πάλι με την άνοιξη.
Λιγοστά πράσινα φύλλα γύρω στις σκουριασμένες πέτρες
το κόκκινο χώμα κι ασπάλαθοι
δείχνοντας έτοιμα τα μεγάλα τους βελόνια
και τους κίτρινους ανθούς.
Απόμερα οι αρχαίες κολόνες, χορδές μιας άρπας αντηχούν
ακόμη…
Γαλήνη.
-Τι μπορεί να μου θύμισε τον Αρδιαίο εκείνον;
Μια λέξη στον Πλάτωνα θαρρώ, χαμένη στου μυαλού
τ’ αυλάκια×
τ’ όνομα του κίτρινου θάμνου
δεν άλλαξε από εκείνους τους καιρούς.
Το βράδυ βρήκα την περικοπή:
“Τον έδεσαν χειροπόδαρα” μας λέει
“τον έριξαν χάμω και τον έγδαραν
τον έσυραν παράμερα τον καταξέσκισαν
απάνω στους αγκαθερούς ασπάλαθους
και πήγαν και τον πέταξαν στον Τάρταρο, κουρέλι”.
Έτσι στον κάτω κόσμο πλέρωνε τα κρίματά του
Ο Παμφύλιος Αρδιαίος ο πανάθλιος Τύραννος.
31 του Μάρτη 1971
(Τετράδιο Γυμνασμάτων, Β΄, Ίκαρος, Αθήνα, 1976, σελ. 50).
IIΙ
Το “Επί Ασπαλάθων…” είναι το τελευταίο ποίημα του Σεφέρη και δημοσιεύεται στο ‘Βήμα’ (23.9.71) τρεις μέρες μετά τον θάνατό του στην περίοδο της δικτατορίας. Το ποίημα βασίζεται σε μια περικοπή του Πλάτωνα (Πολιτεία 614 κ.ε.) που αναφέρεται στη μεταθανάτια τιμωρία των αδίκων και ιδιαίτερα του Αρδιαίου. Ο Αρδιαίος, τύραννος, τιμωρείται μαζί με άλλους τυράννους στον άλλο κόσμο με φοβερό τρόπο. Όταν εκτίουν την καθιερωμένη ποινή που επιβάλλεται στους αδίκους και ετοιμάζονται πια να βγουν στο φως, το στόμιο δεν τους δέχεται αλλά βγάζει ένα μουγκρητό. “Την ίδια ώρα άντρες άγριοι και όλο φωτιά που βρισκόταν εκεί και ήξεραν τι σημαίνει αυτό το μουγκρητό, τον Αρδιαίο και μερικούς άλλους αφού τους έδεσαν τα χέρια και τα πόδια και το κεφάλι, αφού τους έριξαν κάτω και τους έγδαραν, άρχισαν να τους σέρνουν έξω από τον δρόμο και να τους ξεσκίζουν επάνω στους ασπάλαθους και σε όλους όσοι περνούσαν από εκεί εξηγούσαν τις αιτίες που τα παθαίνουν αυτά και έλεγαν πως τους πηγαίνουν να τους ρίξουν στα Τάρταρα” (Πλάτων, Πολιτεία 616).
IV
Αλήθεια, τι μπορεί να μου θύμισε, 50 χρόνια μετά, στον σύγχρονο κόσμο, το ποίημα του Σεφέρη, ποτισμένο από την απέχθεια για τυράννους και τυραννίδες;