Όλα είναι ένα ψέμα
Σε όλη τη διάρκεια της πανδημίας με κράτησαν δυο βεβαιότητες. Η μια η ιδεολογία και η άλλη η εκκλησία. Την πρώτη υπηρετούσα εγώ και την δεύτερη με ζέση η μητέρα μου. Αν και παράλληλα σύμπαντα, κάπου στο βάθος συγκατοικούσαμε. Στο σπίτι επομένως δεν είχαμε φόβο. Σαν ασπίδα τα παραπάνω προστάτευαν τον χώρο μας και θεωρώ πως επεκτείνονταν και σε περαιτέρω διαμερίσματα. Έως εκεί. Η κλινική εικόνα του τετραγώνου άφηνε περιθώρια ερωτημάτων.
Αποτελεί ο ιός μια πραγματική απειλή;
Μπορεί η πειθαρχία να αποτρέψει τον κίνδυνο;
Μπορεί ο αγιασμός της μητέρας μου να φτάσει παντού;
Στην τελευταία δημόσια διαβούλευση, στην γενική συνέλευση των ενοίκων , καταλήξαμε ότι είμαστε επισφαλείς , αν και όχι εξ υπαιτιότητάς μας. Το σχετικό ψήφισμα τοιχοκολλήθηκε στην είσοδο της πολυκατοικίας και μοιράστηκε σε φυλλάδια σε όλους τους ορόφους. Ο πρώτος ήταν μαζί μας, ο χώρος μας , τον επηρεάζαμε άνετα. Ο δεύτερος είχε μια στάση επιφυλακτική αν και τελικά μας υποστήριξε, θα μας χάνανε και από πελάτες, είχανε μαγαζιά στη γειτονιά. Ο τρίτος παρέμενε αδιάφορος και χαρούμενος, με διλήμματα του τύπου τι χρώμα να βάψει το νύχι. Ο τέταρτος απλά μας έβλεπε από ψηλά και πήγαινε κάθε βράδυ σε μπαρ με μασκούλα στο χέρι. Ήταν μια καταδίκη της περιρρέουσας ατμόσφαιρας φόβου και τρομοκρατίας που έσπειραν τα μέσα μαζικής ενημέρωσης με παράλληλη παράκληση πειθαρχίας στις συλλογικές αποφάσεις. Φυσικά απαντήσεις δεν δόθηκαν στα ερωτήματα. Η αλήθεια είναι πως και εμείς που τα θέσαμε δεν είχαμε. Οι μόνες βεβαιότητες είναι το μαγικό φίλτρο της μαμάς και η πειθαρχία στις αποφάσεις και τα ψηφίσματα των συμμετεχόντων. Τα νέα που μαθαίναμε ήταν όλα μια ψευτιά κατά την μητέρα μου και προπαγάνδα για μένα. Επομένως είχαμε ξεσυνδέσει την τηλεόραση και ακολουθούσαμε τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης της αρεσκείας μας.
Η μαμά έπαιρνε γραμμή από πιστούς ιερείς και κανάλια που αποκάλυπταν την παγκόσμια συνωμοσία. Εκεί έμαθε για το αντίδοτο και αρχή της Ινδίκτου ήταν παρούσα σε αγιασμό της ενορίας μας. Έφερε σπίτι ένα λίτρο, σε μπουκάλι πλαστικό γνωστής πολυεθνικής, αφού το είχε πολλαπλά αποστειρώσει με σταύρωμα και φτύσιμο κατά της βασκανίας. Μετάγγισε το περιεχόμενο σε γυάλινο σκεύος με απολυμαντικό που είχε αγοράσει από το φαρμακείο και έπαιρνε κατά καιρούς ποσότητα μεταφυσικής και χημείας σε μπουκαλάκι με σπρέι που είχε πάντα μαζί της. Τοποθέτησε και ένα μεγαλύτερο στην είσοδο του διαμερίσματος και όποιος έμπαινε τον ψέκαζε ολόκληρο για να χαθεί ο ιός από πάνω του. Είχε φυσικά ενδιαφέρον καθότι τα ρούχα του εισερχόμενου έμοιαζαν, έστω προς στιγμή, πιτσιλισμένα από χιλιάδες μικρές σταγόνες που τόνιζαν την κάθαρσή του. Λόγω του απολυμαντικού ίσως, έμεναν και κάποια στίγματα.
– Δροσιά , δροσιά , φώναζε η κυρία Βενέτα, η κολλητή της και άπλωνε πάνω στα μαλλιά της το φάρμακο.
– Ρε μάννα, θα την αφήσεις φαλακρή την φίλη σου, έκανα να παρατηρήσω μα εκείνη απτόητη πατούσε το σπρέι να πάει παντού, να φύγει το κακό.
Εντός οικίας επομένως παίζαμε με ασφάλεια. Μπορεί να διαφωνούσα με την πρακτική αντιμετώπιση , λόγω περιορισμένης αφοσίωσης στην μαγγανεία , αλλά η συνήθεια και το συναίσθημα με έκαναν φίλο. Στο κάτω κάτω μας ένωναν με την μητέρα μου οι κοινοί αγώνες κατά της παγκόσμιας δικτατορίας. Ζηλωτές και επαναστάτες, οι μόνοι φραγμοί στα σχέδια της νέας τάξης πραγμάτων.
Εκτός ήταν το θέμα. Πώς να προστατευτείς από έναν αόρατο εχθρό;
Φορούσαμε μάσκα παντού. Παντού, τρόπος του λέγειν. Την βγάζαμε μόνο σε χώρους βεβαιωμένα ασφαλείς. Η μαμά στην εκκλησία και εγώ σε συναθροίσεις ομοϊδεατών ή στα γραφεία του κόμματος. Πειθαρχούσαμε αντιστεκόμενοι. Για την πατρίδα και την πίστη μας, για «το κεφάλι ψηλά» και ανυπότακτοι , όπως ταιριάζει σε Έλληνα.
Τίποτα δεν μας άγγιζε. Στο κόμμα και στην εκκλησία δεν κολλάει ο ιός. Τσεκαρισμένο και επιβεβαιωμένο. Κανείς από το κόμμα, ακόμη και μετά τις μεγάλες διαδηλώσεις στα δικαστήρια, δεν κόλλησε τίποτα , όπως και κανείς από αυτούς που μας έδερναν. Μας το επιβεβαίωσε και φίλος από τα ΜΑΤ . Κανείς από την ενορία μας στις λατρευτικές συναθροίσεις δεν νόσησε, όπως και κανείς στο παρακείμενο καφενείο που λειτουργούσε ως αρχονταρίκι μετά το εκκλησίασμα, αλλά και ως χώρος αθλοπαιδιών κατά τις υπόλοιπες μέρες. Να προσθέσω ότι κανείς αθλητής επιτραπέζιων παιγνίων δεν αναφέρθηκε ως φορέας. Τα δήθεν θύματα προέρχονταν από την τηλεόραση. Μετά από σκέψη καταλήξαμε ότι δεν υπάρχουν, όλα ψεύτικα και στημένα στα χρόνια της αποκάλυψης που ζούσαμε. Η μαμά το ζούσε έτσι εσχατολογικά και εγώ λογικά, μια και τι περίμενε κανείς από τους νεοφιλελέδες που είχαν επιστρέψει στην εξουσία; Υπάλληλοι των σκοτεινών κέντρων εξουσίας, απαγόρευαν τις συναθροίσεις , έκλειναν εκκλησίες , περιόριζαν τις ελευθερίες μας. Αρέσκονταν να κάνουν ποδήλατο χαρούμενοι στην ύπαιθρο χωρίς μέτρα προφύλαξης και άλλα χαζά. Μας κορόιδευαν ποικιλοτρόπως. Τοποθετούσαν τσίγκινες γλάστρες και φοίνικες στην μέση των δρόμων, αψίδες νερού καλωσορίσματα σε τουρίστες, διαφημίσεις για μια χώρα ασφαλή, όλα θυσία στον βωμό του κέρδους. Η υγεία, ως θεσμός, διασωληνωμένη. Η δημοκρατία στον γύψο ξανά, για το καλό μας. Χούντα και μάλιστα παγκόσμια. Ήμουν απόλυτος. Η μαμά κουνούσε καταφατικά το κεφάλι της , στο κόμμα συμφωνούσαν, ακόμη και οι αντίπαλοι συζητούσαν τα μέτρα με σκεπτικισμό. Η μεσαία τάξη ήταν με το μέρος μας. Η χώρα στα άκρα και τα μυαλά στα κάγκελα.
– Άσε, με μπέρδεψες , μου έλεγε γελώντας η Μαιρούλα, έγινε το μυαλό μου σαλάτα .
Έχω να την δω από την αρχή της δεύτερης καραντίνας. Δοκιμασία για την σχέση μας. Κάνω υπομονή , όπως και η μαμά με την εκκλησία. Ως πότε όμως;
Φυσικά και οι δυο αγανακτήσαμε. Θα κατεβαίναμε για πρώτη φορά αντάμα σε διαδήλωση και ετοιμάσαμε τα όπλα για την επανάσταση, δεκάδες νεροπίστολα με το μαγικό φίλτρο. Είχαμε σχέδιο. Νύχτα θα καταλαμβάναμε την εκκλησία. Θα χτυπούσαμε τις καμπάνες αναστάσιμα και η ελεύθερη γειτονιά παρούσα θα χόρευε συρτάκι στους δρόμους, σε ένα ραντεβού με την ιστορία. Η σπίθα θα άναβε την φωτιά παντού στην Ευρώπη. Οι ανυπότακτοι νότιοι θα νικούσαν το ψέμα και την απάτη των ισχυρών. Φυσικά δεν αποκάλυψα στη μαμά ότι μετά το νικηφόρο αποτέλεσμα οι εκκλησίες θα μετατρέπονταν σε χώρους κάλυψης των αναγκών του πολίτη. Αυτό θα ήταν αποτέλεσμα συνοπτικών διαδικασιών και λαϊκών αποφάσεων, με βάση το ιστορικό γεγονός των διωγμών που είχαν ξεκινήσει από το χριστεπώνυμο πλήρωμα της δεξιάς του κυρίου.
Τι τα θες; Κάτι ο αγαπημένος ιεράρχης της μαμάς αρρώστησε, λένε από κορωνοιό, εμείς δεν το πιστεύουμε , κάτι η Μαιρούλα δεν ένοιωθε καλά και πήγε για το γρήγορο τεστ , κάτι εγώ είχα διάρροια και η μαμά πούντιασε από τον πολύ ραντισμό… Όλα κατέρρευσαν πριν ολοκληρωθούν.
Παραμέναμε στο αμπρί μας με το όπλο παραπόδας , δεν ανοίγαμε σε κανέναν και στήσαμε παράνομη ιστοσελίδα στο ιντερνέτ, «την Αφύπνιση» . Καλούσαμε σε συσπείρωση και σε ετοιμότητα τους ανυπότακτους πολίτες. Πάνω που τέλειωναν τα τρόφιμα ήρθαν τρεις κύριοι με άσπρες μπλούζες. Μας είπαν από την επιμελητεία. Ήξεραν και το σύνθημα: «Όλα είναι ένα ψέμα».
Ανοίξαμε. Μας έβγαλαν με προστασία από το αμπρί , μας οδήγησαν σε ασφαλές καταφύγιο, σε ένα επιταγμένο κάτασπρο κτίριο, παλιό νοσοκομείο στην άκρη της πόλης, με πολλά δωμάτια και παράθυρα με κάγκελα. Εκεί κάποιες εθελόντριες μας σέρβιραν ζεστό ρόφημα με κάμποσα χρωματιστά μικρά στρογγυλά σοκολατάκια, σαν χαπάκια. Η αλήθεια είναι πως μαλάκωσε τις αισθήσεις μας. Παραμένουμε σε ετοιμότητα. Μαζί μας είναι άτομα από όλους τους ορόφους, σύντροφοι και αντίπαλοι, ψυλλιασμένοι, όλοι πατριώτες. Οι περιστάσεις δεν χωρούν διακρίσεις. Σε βραδινή εξομολόγηση, συνδαιτυμόνας που εργάζεται στο υπουργείο τύπου, μας προετοίμασε για τις παρενέργειες του επερχόμενου εμβολίου.
Το ρόφημα μάς παρέχεται τρεις φορές την ημέρα. Βοήθειά μας, ο αγώνας συνεχίζεται.