(Ο Δημόκριτος υποστηρίζει) ότι οι κόσμοι είναι άπειροι κατά το πλήθος μέσα στο άπειρο κενό και ότι αποτελούνται από άπειρα κατά το πλήθος άτομα.
Το σύμπαν είναι άπειρο, επειδή δεν έχει δημιουργηθεί με κανέναν τρόπο από κανέναν.
Στην πραγματικότητα τίποτε δεν γνωρίζουμε· γιατί η αλήθεια βρίσκεται στον βυθό.
Της γνώσης υπάρχουν δύο είδη, η γνήσια και η σκοτεινή· και της σκοτεινής τα όργανα είναι όλα ετούτα: η όραση, η ακοή, η όσφρηση, η γεύση, η αφή. Η άλλη, η γνήσια2 είναι ξεχωριστή από αυτήν […] Όταν η σκοτεινή δεν μπορεί πλέον να βλέπει μικρότερα πράγματα ούτε να ακούει ούτε να οσφραίνεται ούτε να γεύεται ούτε να αισθάνεται με την αφή, αλλά χρειάζεται να αναζητήσει κάτι λεπτότερο, τότε εμφανίζεται η γνήσια, εφόσον αυτή διαθέτει λεπτότερο όργανο για να κατανοεί.
Ο άνθρωπος είναι ένας μικρός κόσμος.
Είμαστε μαθητές των ζώων στα σημαντικότερα πράγματα· της αράχνης στην υφαντική και στο μαντάρισμα, του χελιδονιού στην οικοδομική και των γλυκόλαλων πτηνών, του κύκνου και του αηδονιού, με τη μίμησή τους στο τραγούδι.
Μην επιθυμείς να τα μάθεις όλα, για να μην είσαι αδαής σε όλα.
Όταν οι κακοί πολίτες αποκτούν δημόσια αξιώματα, όσο πιο ανάξιοι είναι, τόσο πιο αδιάφοροι γίνονται και ξεχειλίζουν από αφροσύνη και θράσος.
Γνωστικός είναι εκείνος που δεν λυπάται για όσα δεν έχει, αλλά χαίρεται για όσα έχει.
Η δίψα του χρήματος, αν δεν περιορίζεται από τον κορεσμό, είναι πολύ χειρότερη από την έσχατη πενία· γιατί όσο μεγαλύτερες είναι οι επιθυμίες, τόσο μεγαλύτερες ανάγκες δημιουργούν.
Δεν αξίζει να ζει όποιος δεν έχει ούτε έναν καλό φίλο.
Ο σπουδαίος φίλος πρέπει να παρευρίσκεται στις χαρές καλεσμένος, όμως στις δύσκολες περιστάσεις πρέπει να συμπαραστέκεται απρόσκλητος.
Μικρές χάρες που γίνονται την κατάλληλη στιγμή είναι πολύ μεγάλες για εκείνους που τις δέχονται.
Καλό είναι όχι το να μην αδικείς, αλλά και το να μην το θέλεις.
Οι ανόητοι θέλουν να γεράσουν, επειδή φοβούνται τον θάνατο.
Ο κόσμος είναι μια σκηνή θεάτρου, και η ζωή είσοδος του Χορού στην ορχήστρα· ἦλθες, εἶδες, ἀπῆλθες.
1) Ο Δημόκριτος, ο μεγάλος φιλόσοφος και φυσιοδίφης, γεννήθηκε στα ΄Αβδηρα, την ιωνική αποικία της Θράκης, γύρω στα 460 π. Χ. Ανήκε σε εύπορη οικογένεια. Παραδίδεται ότι μετά τον θάνατο του πατέρα του, χρησιμοποίησε την πατρική κληρονομιά για να ικανοποιήσει τη μεγάλη του δίψα για μάθηση (έλεγε ότι προτιμούσε να ανακαλύψει μία αιτιολογία κάποιου πράγματος παρά να του δοθεί η βασιλεία των Περσών) και ταξίδεψε επί πέντε χρόνια σε χώρες της Ανατολής, Αίγυπτο, Περσία, Ινδία, Χαλδαία, Αιθιοπία. Αφού ξόδεψε όλη την περιουσία, επέστρεψε στα ΄Αβδηρα, όπου ανέλαβε να τον συντηρεί ο αδελφός του, ο ίδιος, δε, επιδόθηκε στη συγγραφή του σημαντικότατου έργου του. Πέθανε στην πατρίδα του ανάμεσα στο 380-370 σε πολύ μεγάλη ηλικία ‒ κατά την παράδοση έζησε εκατό ή και περισσότερα χρόνια ‒ και τάφηκε τιμητικά με έξοδα της πολιτείας. ΄Εγραψε περίπου εξήντα συγγράμματα, οι τίτλοι των οποίων μαρτυρούν την τεράστια πολυμάθειά του και το εύρος των ενδιαφερόντων του. Φυσική, μαθηματικά, ηθική, ιατρική, μουσική, αστρονομία, βιολογία και άλλοι τομείς της ανθρώπινης ζωής αποτέλεσαν αντικείμενο της φιλοσοφίας του. Από το έργο του σώζονται μόνο αποσπάσματα. Μαζί με τον δάσκαλό του, τον Λεύκιππο, έγινε ο ιδρυτής της υλιστικής θεωρίας του ατομισμού, που ξαναγεννήθηκε στη νέα εποχή. Σύμφωνα με αυτή τη θεωρία, όλα τα όντα αποτελούνται από άπειρα, άφθαρτα, αιώνια, αδιαίρετα μικρά σωμάτια, τα ἄτομα (το όνομα ἄ-τομον σημαίνει αυτό που δεν τέμνεται, δεν μπορεί να τεμαχιστεί). Τα άτομα είναι τόσο μικρά που είναι αόρατα, έχουν ποικίλα σχήματα και βρίσκονται σε διαρκή κίνηση μέσα στο κενό. Το σύμπαν λοιπόν συνίσταται από την άφθαρτη ύλη και τον κενό χώρο. Η θεωρία αυτή των ατομικών φιλοσόφων δικαίως χαρακτηρίστηκε ως «η πρώτη πραγματικά αθεϊστική θεωρία της ελληνικής αρχαιότητας». Στους αρχαίους χρόνους κυκλοφορούσαν πολλά ανέκδοτα σχετικά με τη ζωή και τον χαρακτήρα του Δημοκρίτου. Λέγεται ότι αντιμετώπιζε όλες τις ανθρώπινες καταστάσεις με το γέλιο, γι’ αυτό είχε επονομαστεί γελασῖνος. Το έργο του έχει επαινεθεί και από τους συγχρόνους του και από κατοπινούς φιλοσόφους. Ο Αριστοτέλης τρέφει μεγάλη υπόληψη προς τον υλιστή Δημόκριτο, σε αντίθεση με τον Πλάτωνα που μάλιστα ήθελε να κάψει τα βιβλία του.
2) Αναφέρεται στη νόηση.