Η γραφή και το μαχαίρι
Η γνωριμία μας με ένα βιβλίο αρχίζει από την εικόνα του εξώφυλλου, συνεπικουρούμενης από τον ευρηματικό ή μη τίτλο. Ακολουθούν ο συμπιεσμένος αυτο-έπαινος του οπισθόφυλλου και η λακωνική βιβλιογραφία του συγγραφέα στο «αυτί» του βιβλίου. Ο κολοφώνας του εκδοτικού οίκου, ανήκει στη διαστροφή των μυημένων.
Η, ανωνύμου καλλιτέχνη, ολοσέλιδη εικόνα που κοσμεί τη συλλογή διηγημάτων της Έφης Λοϊζά μοιάζει με τεράστια τοιχογραφία, φωταγωγημένη από πανδαισία χρωμάτων, ελκυστικών στο αναγνωστικό κάλεσμα του υποψήφιου αναγνώστη. Ο συνοδοιπόρος τίτλος βεβαιεί και επαυξάνει την ωραιότητα: 22 φθινόπωρα. Συνωμοτώντας, πάραυτα, στην παραπλάνηση που θα ακολουθήσει. . Επικαλούμενοι τις εγκυκλοπαιδικές μας γνώσεις περί φθινοπώρου, αφηνόμαστε να βυθιστούμε σε κλίμα εύκρατο, ήπιων καιρικών εναλλαγών, όπου ευδοκιμεί ο ρομαντισμός των τελών του 18ου αιώνα, με κύριες μυθοπλαστικές εκπροσώπους τις Μαργαρίτα Γκωτιέ του Δουμά και Μαντάμ Μποβαρύ του Φλωμπέρ. Παρασάγγας απέχοντες από τις γήινες ηρωίδες της πρωτοεκδιδόμενης Λοϊζά. Της οποίας οι ηρωίδες ανήκουν στην δικαιοδοσία της μείωσης της ποσότητας του ωφέλιμου φωτός της ημέρας, στη φυλλορροή των δέντρων, στη στροφή προς τα μέσα τόσο των σωμάτων όσο και των ψυχών. Έρμαια μιας απεχθούς ανθυγιεινής εποχής. Στο βαθμό που, εάν η αποτύπωση των δοκιμασιών τους μεταφερθεί κάποτε στη μικρή οθόνη, θα πρέπει να συνοδεύεται με τη σήμανση: 16 /κατάλληλο για άτομα άνω των 16 ετών!
Βέβαια το 22 δεν είναι διόλου ένας τυχαίος αριθμός. Το σκεπτικό τής χρήσης του η συγγραφέας δεν αποκαλύπτει σε κανένα από τα διηγήματα της συλλογής, αποσιωπώντας με σεβασμό τον όποιο συμβολισμό τον συνοδεύει. Που όμως, επιμένοντας εμμονικά στην παραπλάνηση που ήδη ανέφερα, επαυξάνει τα διηγήματα εντέχνως σε 24! Επιδιώκοντας, με τούτη τη συνωμοτική αύξηση του τέλους, να καταθέσει τόσο την έναρξη του καλπασμού της φαντασίας της όσο και το οριστικό λάκτισμα της γραφής της. Ακόμη, μπορεί, και το γενναιόδωρο ευχαριστώ της εκεί όπου νομίζει πως το οφείλει.
Ο χρόνος
Μικρή σταχυολόγηση χάριν της παρουσίασης:
Προυστ: Θλίψη που το παρελθόν πάντα φεύγει νωρίς
Κάφκα: Απελπισία που το παρόν φτάνει πάντα αργά
Σοπενχάουερ: Αρνηθείτε να πάρετε οποιαδήποτε θέση στην παράλογη φαντασίωση του μέλλοντος…
Η ρευστότητα του χρόνου είναι έκδηλη σε όλα τα ολιγοσέλιδα, μικρής αναπνοής αφηγήματα της Έφης Λοϊζά. Κυλά πότε αβίαστα για να ακολουθήσει τον ασταθή βηματισμό μιας γυναίκας, πότε ορμητικά για να συμμετάσχει στην ατιμώρητη αυτοδικία. Σε ένα αέναο πήγαινε-έλα εισχωρεί στη δικαιοδοσία του παρελθόντος χρόνου με θλίψη, συνυφασμένη με ανακούφιση μιας προσδοκώμενης απαλλαγής, που φαντάζει λυτρωτική. Προσγειώνεται στο παρόν, για να τραπεί πάραυτα σε φυγή, αντιμέτωπη με το έρεβος της πραγματικότητας που ορθώνεται εμπρός της τοίχος αδιαπέραστος. Αρνείται να πάρει θέση στη φαντασίωση του μέλλοντος, μιας και οι ηρωίδες της έχουν ήδη στρέψει τα νώτα προς κάθε ευοίωνο, προς κάθε ψήγμα ελπίδας. Οι ελάχιστες εξαιρέσεις επιβεβαιώνουν τον κανόνα. Μιας και οι ήρωες έχουν διασχίσει τη μυθοπλαστική Γη του Πυρός, όπου ξωτικά και δαιμόνια ανάβουν μεγάλες φωτιές, καλωσόρισμα των δεινών που αναμένουν τους επισκέπτες τους.
Ο χώρος
Ο τόπος δράσης των ηρώων, η βάση και ο καμβάς, τεχνηέντως, δεν κατονομάζεται σε κανένα από τα διηγήματα της συλλογής. Ο οποίος τόπος, παρά την, ουσιαστική και μεταφορική, ασφυκτική στενότητά του, με τον τρόπο της μη καταγραφής του καθίσταται παγκόσμιος. Αποκτώντας μυθολογικές διαστάσεις διευρύνεται, ικανός να χωρέσει τα πάθη και τα παθήματα εκείνων που τα υφίστανται όπου γης. Παρά την ανωνυμία, η περιγραφή του χώρου στις αφηγήσεις της Έφης Λοϊζά είναι βασικό στοιχείο για τη δομή και την εξέλιξη των δρώμενων. Τον σκιαγραφεί πολυδιάστατα, επικαλούμενη ανώνυμες τοποθεσίες, δρόμους, σοκάκια, κακοτράχαλες ανηφόρες, το άμεσο περιβάλλον δράσης, τα κελύφη αυτού, παρακινώντας μέσω συγκεκριμένων κινήσεων των ηρώων τη μεταφυσική μετάβασή τους σε θολά τοπία. Επιτρέποντας, παράλληλα, στον αναγνώστη το “πέταγμα” από δράση σε δράση, αισθανόμενος πως αρχίζει κάθε φορά από την αρχή, σε άλλο χρόνο και χώρο -κανένα χρόνο και μη χώρο.
. Η πόλη της δράσης της σκιαγραφείται με αχνές πινελιές, που μάταια προσδοκούν να αποκαλύψουν την ύπαρξη μιας μίζερης παραθαλάσσιας πόλης, στεφανωμένης από φθαρμένα ενετικά Κάστρα. Των οποίων η ύπαρξη της Κερκόπορτας επιτρέπει το λαθραίο πέρασμα στον εντός ιδιωτικό κόσμο μιας μοναχικής γραφικής ηρωίδας, βορά των έκπληκτων τουριστών της Άπω Ανατολής. Οι χωρικές διατάξεις είναι ταυτόχρονα το ίχνος των ανθρωπίνων σχέσεων και δραστηριοτήτων. Μέσα από αυτές αναγνωρίζουμε, έστω και αν δυσκολευόμαστε να τα διατυπώσουμε ρητά, τα νοήματα και την υφή της κοινής ζωής αυτών που την κατοικούν.
Οι ήρωες
Οι ήρωες της Έφης Λοϊζά είναι, για τους γνωρίζοντες, σκιές υπαρκτών προσώπων. Ζώντων και τεθνεώτων. Την επισκέπτονται, διαρρηγνύοντας τα σκοτάδια του ύπνου και του ξύπνιου της, διεκδικώντας ωφέλιμο μερίδιο ζωής από εκείνους που βίαια τους το αφαίρεσαν ή από τους ίδιους που επέτρεψαν να κυλίσει ως άμμος της θαλάσσης από τα εύπιστα δάχτυλα των χεριών τους. Επακόλουθο αυτών είναι κάθε ιστορία να κρύβει μέσα της έναν δικό της κόσμο ελλιπή και αδικημένο. Η διηγηματογράφος Λοϊζά, όταν καταθέτει, τεμάχια έστω, από τις ζωές των ηρώων της, μοιάζει, ενστικτωδώς, να επιδιώκει να τις βλέπει ως κάτι γνώριμο οικείο, που εκείνοι, αντιστρέφοντας τους ρόλους, αποπειρώνται να οικειοποιηθούν το ελάχιστον από τη δική της ζωή. Με τη γνώση πως η ιστορία πρέπει να έχει ζωή πέρα από τον συγγραφέα της, επιδιώκει, ο αναγνώστης να αποκτά το συναίσθημα ότι διαβάζει κάτι που γεννιέται χάρη σ’ αυτόν, μέσα απ’ αυτόν, χωρίς να αισθάνεται την παρουσία τής δημιουργού. Με αποτέλεσμα το ενδιαφέρον μιας ιστορίας να προκύπτει από τον μικρόκοσμο του χαρακτήρα με τον οποίο ασχολείται. Ειδάλλως δεν θα υπήρχε ζωή, πλασμένη από χώμα και νερό, στη γραφή κάθε έργου. Στα 22+2 αφηγήματα της συλλογής κυριαρχεί η γυναικεία παρουσία, με ό,τι αυτή φέρει. Οι ολιγάριθμοι άντρες περιορίζονται στο να εναποθέσουν τα βαριά τους χέρια στους ώμους των αγέλαστων γυναικών.
Η γραφή
Έκπληξη η πρώτη συγγραφική απόπειρα της Έφης Λοϊζά. Εμφανιζόμενη Σαν έτοιμη από καιρό, σαν θαρραλέα, [παραφράζοντας τον Αλεξανδρινό γέροντα] μας παραδίδει τα 22 φθινόπωρα, μέσω μιας αρρενωπής, στέρεης γραφής. Ο αποσταγμένος λόγος, γίνεται εργαλείο διείσδυσης στον ανθρώπινο ψυχισμό των ηρώων της. Σαν αόρατος άλλος, παρατηρητής των εντός καταστάσεων, διαπερνά τους έγκλειστους χώρους για να αποτυπώσει, σε εναλλασσόμενες εικόνες, το δράμα. Πλοκή ασθμαίνουσα, συμπυκνωμένη στα ουσιώδη, ακολουθεί τα διαδραματιζόμενα σαν να είναι τα τελευταία πλάνα ζωής που θα δει. Βαθμιδωτή ανάπτυξη με οικονομία και δωρική λιτότητα. Ενίοτε ημιτελείς αφηγήσεις που απαιτούν τη συμμετοχή του αναγνώστη, καλώντας τον να δώσει την δική του εκδοχή του τέλους. Ένα αρμονικό σύνολο, που το ζύγισε και το πραγματοποίησε με τέχνη ακρίβειας και λεπτότητας. Τίποτε το πιο εξαιρετικό στην εποχή μας, εποχή της φυσικής ή της ηθελημένης ασυναρτησίας, του αυτοσχεδιασμού και των αλληλοσυγκρουόμενων εντυπώσεων.
Με το πέρας της κατάθεσης της αναγνωστικής μου είσπραξης, της υπενθυμίζω τη ρήση του ρήτορα και φιλοσόφου Σενέκα: Η ζωή είναι σύντομη αν δεν τη ζεις.
Χαρίζοντάς της Το Μαχαίρι του Άρη Αλεξάνδρου:
Όπως αργεί τ’ ατσάλι να γίνει κοφτερό και χρήσιμο μαχαίρι
έτσι αργούν κ’ οι λέξεις ν’ ακονιστούν σε λόγο.
Στο μεταξύ
όσο δουλεύεις στον τροχό
πρόσεχε µην παρασυρθείς
µην ξιπαστείς
απ’ τη λαμπρή αλληλουχία των σπινθήρων.
Σκοπός σου εσένα το μαχαίρι.